ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ

O Μποσμάν στο SPORT 24

Ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν, ο άνθρωπος που άλλαξε τον ποδοσφαιρικό χάρτη, εξομολογείται στο SPORT 24 την ιστορία του, τη νέα του ζωή τα T-Shirt και την αγάπη του για τη Ρόδο

"Η δυστυχία δεν φτάνει στο ζενίθ της παρά μονάχα όταν έχεις βρεθεί αρκετά κοντά στην εφικτή πιθανότητα της ευτυχίας" έγραφε το "enfant terrible" της γαλλικής λογοτεχνίας Μισέλ Ουελμπέκ λες και παρατηρούσε με μια αμείλικτη ματιά τη ζωή του Ζαν Μαρκ Μποσμάν.

Ενός ανθρώπου που ονειρευόταν να γίνει ποδοσφαιριστής, τα κατάφερε και στην προσπάθεια του να απελευθερωθεί από τα δεσμά του συστήματος κατέστρεψε τη ζωή του.

Μετρίων δυνατοτήτων ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε από την Λιέγη μέχρι μια ομάδα στον Ινδικό ωκεανό και έμεινε στην ιστορία για την προσφυγή του στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Εκεί ζήτησε το αυτονόητο: να του επιτρέπεται, όπως και σε κάθε άλλον Ευρωπαίο εργαζόμενο, να δουλεύει στον σύλλογο της αρεσκείας του, από τη στιγμή που θα έχει λήξει το συμβόλαιό του με τον προηγούμενο εργοδότη του.

Σήμερα αυτός ο... διακριτικός Σπάρτακος πουλά t shirts στον επίσημο δικτυακό του τόπο.

"Καταρχήν να σου πω ότι είμαι ο ιδιοκτήτης αυτού του εγχειρήματος και όχι ο σχεδιαστής. Έχω στην κατοχή μου το 100% των μετοχών και ελπίζω να πάει καλά" εξομολογείται στο SPORT 24 ο Μποσμάν.

"Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε υψηλής αισθητικής t shirts για ανθρώπους που τους αρέσουν τα σπορ και θέλουν να νιώθουν άνετα μέσα σε αυτά. Θα έχουν και την υπογραφή μου.

Άλλωστε το να φοράς ένα τόσο καλαίσθητο t shirt μόνο με 60 ευρώ δεν νομίζω ότι συνιστά μεγάλο έξοδo".





Ο Μποσμάν υποστηρίζει ότι η κολεξιόν του απευθύνεται "σε οπαδούς του ποδοσφαίρου που είναι και οπαδοί της μόδας. Ανθρώπους που θέλουν να φορούν ένα σύμβολο ελευθερίας".



Παίζει έξυπνα με την υπόθεση του που θεωρήθηκε ως μια εξέγερση και προσδοκά σε χρηματικά οφέλη πλέον από όποιον επισκεφτεί τον δικτυακό του τόπο .

To παιδί της Ρόδου, η νίκη του Δαβίδ και η εποχή που κοιμόταν σε γκαράζ



Απαλλαγμένος πλέον από την οικονομική πίεση που τον τύλιγε τόσα χρόνια νιώθει μια διεγερτική πληρότητα στο πλάι της συντρόφου του, της εκρηκτικής Σισιλιάνας Καρίν.

Θα τους ενώνει για πάντα η ευτυχία της λευκής άμμου, του γαλανού ουρανού και του αλμυρού νερού της Ρόδου. Εκεί όπου η Καρίν συνέλαβε τον καρπό του έρωτα τους τον περασμένο Αύγουστο.

"Πέρασα τις καλύτερες διακοπές εδώ και χρόνια τον Αύγουστο του 2008. Ήμουν στην Ελλάδα, σε αυτό το πανέμορφο νησί σας, την Ρόδο που θέλω πολύ να την επισκεφτώ ξανά.

Μαζί με τη σύντροφο μου την Καρίν, με την οποία καταλάβαμε ότι εκεί συνέλαβε το παιδί που θα μου χαρίσει τον Απρίλιο του 2009. Όπως καταλαβαίνεις η Ελλάδα θα μας μείνει για πάντα στην μνήμη.

Περάσαμε υπέροχα με την 19χρονη κόρη μου, Μανόν και την 12χρονη κόρη της Καρίν, σε ένα καταπληκτικό ξενοδοχείο, του οποίου το όνομα δεν θα σου πω. Αν το βρεις μάλλον θα με δεις εκεί και το καλοκαίρι του 2009"



λέει ο Μποσμάν που πλέον βρίσκεται στην "altera pars" της θλίψης που ένιωθε όταν η δικαστική διελκυστίνδα ήταν στο ζενίθ της.

"Μπορώ να συνοψίσω την υπόθεση μου σαν ένα remake της νίκης του Δαυίδ επί του Γολιάθ" θυμάται ο Μποσμάν αφήνοντας χαλαρά τα ηνία των αναμνήσεων του.

Το 1990 το συμβόλαιο του με τη βελγική Λιέγη ολοκληρώθηκε και θέλησε να μετακομίσει στη γαλλική Δουνκέρκη. Η βελγική ομάδα δεν τον άφηνε χωρίς αντίτιμο.

Προσέφυγε στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό δικαστήριο, σε μια υπόθεση που ανέλαβε ο φημισμένος δικηγόρος Ζαν Λουί Ντιπόν.

Η δικαίωση του τον Δεκέμβριο του 1995, που καταγράφηκε ως «νόμος Μποσμάν», άλλαξε για πάντα τον επαγγελματικό αθλητισμό, κατοχυρώνοντας την ελεύθερη μετακίνηση επαγγελματιών αθλητών στις χώρες-μέλη.

"Όταν άρχισα την δικαστική μάχη δεν είχα χρήματα, η γυναίκα μου αναρωτιόταν ποιος θα πληρώνει το σπίτι που μέναμε. Ο γάμος μου καταστράφηκε. Την άφησα να μείνει σε εκείνο το σπίτι και μετακόμισα στα 26 μου και πάλι με τους γονείς μου.

Κοιμόμουν στο γκαράζ τους. Ήταν μια πολύ δύσκολη εποχή. Χωρίς τους γονείς μου δεν ξέρω τι θα έκανα. Όλοι οι άνθρωποι του ποδοσφαίρου ήταν εχθρικοί μαζί μου.

Όταν το 1999 έλαβα 250000 ευρώ που είχαν επιδικαστεί σε μένα από την βελγική ομοσπονδία ποδοσφαίρου συνέβη μόνο και μόνο επειδή η ΟΥΕΦΑ δεν ήθελε να έχει αρνητική διαφήμιση εν όψει του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος του 2000".



Τα 500 ευρώ της σαμπάνιας, η αγνωμοσύνη και η κατάθλιψη



Το 1993 η ΦΙΦΑ του προσέφερε 1 εκατομμύριο ευρώ για να αποσύρει την προσφυγή του. Δηλαδή 100 χιλιάδες λιγότερα από όσα συνολικά απεκόμισε από την πενταετή δικαστική του διαμάχη.

Την εποχή δηλαδή που τα έπιπλα και οι τοίχοι στο σπίτι του στην Αβάνς ήταν καλυμμένα από μοναξιά. Προσπάθησαν έτσι δηλαδή να κάμψουν την αντίσταση του και να τον φυλακίσουν στον άκαμπτο κορσέ των διεφθαρμένων αρχών τους

"Ένα από τα περιστατικά που θυμάμαι έντονα συνέβη το 1998. Δύο ποδοσφαιριστές, ο Μαρκ Ντε Φρίς και ο Φιλίπ Ντε Βίλντε ζήτησαν από τους παίκτες της πρώτης κατηγορίας του Βελγίου να προσφέρουν κάποια χρήματα.

Ήταν η εποχή που περνούσα πολύ δύσκολα. Από τα 18 κλαμπ συνέλεξαν σχεδόν 20000 ευρώ.

Ένας αρχηγός ομάδας μου εξομολογήθηκε αργότερα πως όταν ζήτησε από τους νεαρότερους ποδοσφαιριστές να συνεισφέρουν κάποιος του είπε ο Μποσμάν μπορεί να πάει να πηδηχτεί.

Οι μισθοί τους ήταν 5 φορές υψηλότεροι από ότι πριν αλλά δεν είχαν συνειδητοποιήσει πως αυτό συνέβαινε χάρη στον αγώνα μου. Σπαταλούσαν στα κλαμπ 500 ευρώ για σαμπάνιες την βραδιά και αυτό συνέβαινε χάρη σε εμένα".



Η μοναξιά άρχισε να τον σφίγγει όπως έναν ισοβίτη στις χειρότερες στιγμές της φυλάκισης του και τα ακαθόριστα όρια της ελευθερίας που με τόσο πάθος διεκδικούσε φάνηκαν αίφνης πιο σκληρά και από τα σίδερα της φυλακής.

"Όταν έχασα την δουλειά μου έπεσα σε κατάθλιψη. Ήταν το παιδικό μου όνειρο που έγινε πραγματικότητα και κάποιος μου το κατέστρεψε.

Δεν μετανιώνω για καμία από τις πράξεις μου όμως. Η ποδοσφαιρική δουλεία ήταν αυτή που κατέστρεψε τη ζωή μου και όχι ο αγώνας που έδωσα" ισχυρίζεται στο SPORT 24 ο Μποσμάν.

Η Σταντάρ Λιέγης, η νέα μάχη και η πάγια τρέλα του



Ο Μποσμάν αγαπάει ακόμη το ποδόσφαιρο. Το παρακολουθεί στην τηλεόραση αλλά προφανώς έχει άλλες προτεραιότητες στη ζωή του πλέον διαβαίνοντας το κατώφλι του 44ων ετών της ηλικίας του.

"Φυσικά παρακολουθώ ποδόσφαιρο. Είμαι οπαδός της Σταντάρ Λιέγης. Άλλωστε είμαι "προϊόν" της. Την εφετινή σεζόν που τα πάει καλά πιάνω τον εαυτό μου που πετάγεται πολλές φορές από την καρέκλα σε κάθε γκολ. Δεν πηγαίνω πλέον στα γήπεδα όμως".



Αν σήμερα ήταν ενεργός ποδοσφαιριστής θα επεδίωκε να κάνει ακόμη μια επανάσταση. Θα αφορούσε την πρόταση της ΟΥΕΦΑ για χρησιμοποίηση 6 γηγενών και 5 ξένων ποδοσφαιριστών.

"Θα πολεμούσα εναντίον της αν ήμουν ποδοσφαιριστής. Θα πρότεινα κατάργηση των εθνικοτήτων στο ποδόσφαιρο. Ο κάθε ποδοσφαιριστής να είναι ελεύθερος να εργάζεται σε όποια χώρα επιθυμεί, όπως συμβαίνει και σε πολλά άλλα επαγγέλματα".

Σαν ήρωας θλιμμένου μπλουζ μιλάει για ανθρώπους που είχαν τα πάντα και τα έχασαν και με αναδρομική θλίψη σκέφτεται τι κατόρθωσε.

"Οι ποδοσφαιριστές σήμερα κερδίζουν 5 με 6 φορές περισσότερα χρήματα από ότι πριν την υπόθεση μου αλλά σε καμία περίπτωση δεν πιστεύω ότι είναι 5 με 6 φορές καλύτεροι από τους παίκτες πριν από δέκα χρόνια".



Η ζωή του δεν μπορούσε να είναι τίποτα άλλο από έναν αργό και δύσκολο δρόμο ρήξης με το κατεστημένο. Έτσι την αντιλαμβάνεται. "Δεν με ενδιαφέρουν τα χρήματα. Η υπερηφάνεια είναι σημαντικότερη από αυτά.

Ακόμη ονειρεύομαι την ελευθερία. Πολλοί είπανε ότι είμαι τρελός που τα έβαλα με το σύστημα αλλά προτιμώ την τρέλα από την δειλία. Έκανα τον μισό δρόμο για να καταφέρω οι παίκτες να είναι πιο ελεύθεροι. Αυτοί πρέπει να κάνουν τον άλλο μισό"...

























































ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ