OPINIONS

Το σύνδρομο του ματς με τη Λεβερκούζεν

Το σύνδρομο του ματς με τη Λεβερκούζεν
INTIME SPORTS

Ο Αντώνης Καρπετόπουλος γράφει για τη δυσκολία του αγώνα με τη Μάλμε, για το "σύνδρομο του ματς με τη Λεβερκούζεν" και κάνει ένα φλας μπακ στο "ερυθρόλευκο" παρελθόν.

Είναι δύσκολος αντίπαλος η Μάλμε για τον Ολυμπιακό; Είναι. Πολύ δύσκολος. Είναι πρωταθλήτρια Σουηδίας και πέρυσι και φέτος. Είναι ομάδα έδρας: στο γήπεδό της παίζει πολύ καλύτερα από ότι μακριά από αυτό, ακόμα και στο σουηδικό πρωτάθλημα. Θέλει πολύ μια νίκη για το κοινό της που θα τη δει την Τετάρτη το βράδυ να παίζει στο Τσάμπιονς λιγκ μετά από μια ζωή.

Έχει επίσης πολύ φρεσκάδα: ο μέσος όρος ηλικίας της ομάδας είναι κάτω από τα 24 χρόνια, παίκτης γύρω στα 30 είναι μόνο ο αρχηγός Ρόζενμπεργκ, και η φιλοδοξία των μικρών είναι του χρόνου να παίζουν σε μεγάλα πρωταθλήματα – παίκτες όπως ο μεσοαμυντικός Μάρκους Χόιλστι ενδιαφέρουν ήδη τις μισές ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ.

Είναι επίσης μια ομάδα με τακτική παιδεία: δεν παίζει μόνο το μονότονο 4-4-2, που στη Στοκχόλμη το βλέπεις ακόμα και στα πάρκα όταν παίζουν οι πιτσιρικάδες μεταξύ τους, αλλά ξέρει να παίζει και με ένα κυνηγό και με πέντε χαφ τρέχοντας στις αντεπιθέσεις κι ακόμα και με τρία κεντρικά μπακ αν χρειαστεί. Με απλά λόγια είναι μια ομάδα με νοοτροπία πρωταθλητή, ένα ιστορικό κατόρθωμα να επιδείξει στο παρελθόν της – τη συμμετοχή σε ένα τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών - μεγάλη φιλοδοξία και κίνητρο για μια πρώτη στη διοργάνωση νίκη.

Αλλά για τον Ολυμπιακό που τα τελευταία χρόνια έχει σταθεί καλά εκτός έδρας κόντρα σε μεγαθήρια που λέγονται Μπορούσια Ντόρτμουντ, Παρί, Αρσεναλ, Μπενφίκα κι έχει κερδίσει την Αντερλεχτ, την Μονπελιέ και την Μαρσέιγ, η Μάλμε δεν θα έπρεπε να είναι πρόβλημα μεγάλο: η πιθανότητα να την χτυπήσει στην κόντρα, αφού πρώτα αντέξει την πίεση της αρχής, είναι προφανώς υπαρκτή. Αν με ανησυχεί πολύ κάτι, δεν είναι η Μάλμε, είναι αυτό που έμαθα να αποκαλώ «σύνδρομο του ματς με τη Λεβερκούζεν».

Αρχή με γκρίνια

Το 2002 ο Ολυμπιακός διέλυσε την τότε φιναλίστ του Τσάμπιονς Λιγκ με 6-2 στο γήπεδο της Ριζούπολης και το θυμόμαστε όλοι – ακόμα κι όσοι οπαδοί του Ολυμπιακού δεν είναι εκείνο το βράδυ έτριβαν τα μάτια τους. Δεν ήταν μόνο το καταπληκτικό της απόδοσης – ειδικά στην επίθεση – ήταν ότι εκείνο το ματς υπήρξε τελείως απρόσμενο. Ο Ολυμπιακός προέρχονταν από ένα καλοκαίρι γεμάτο μουρμούρα καθώς δεν είχε κάνει μεταγραφές. Η διοίκηση Κόκκαλη είχε ξοδέψει χρήματα, και πολλά, για την ανακατασκευή του γηπέδου της Ριζούπολης αφού το ΟΑΚΑ έκλεινε για να εκμοντερνιστεί ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων.

Υπήρχε γκρίνια και για την επιλογή της Ριζούπολης (που ήταν πολύ μακριά από τον Πειραιά) και για τις εμφανίσεις της ομάδας που έμοιαζε με μεγάλα προβλήματα ειδικά στην άμυνα. Ο Ολυμπιακός στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος είχε κερδίσει δύσκολα την Καλλιθέα κι αν θυμάμαι καλά, πριν το ματς με τους Γερμανούς, η άμυνά του δεν είχε καταφέρει να κρατήσει τη νίκη κόντρα στον Ηρακλή – το κακό ξεκίνημα του ΠΑΟ που άρχισε με τρεις ήττες με προπονητή τον Σάντος ήταν μια παρηγοριά για τον κόσμο του Ολυμπιακού, που έβλεπε στη δική του ομάδα ουκ ολίγα προβλήματα.

Τσιτωμένος από την κριτική

Στο ματς με τη Λεβερκούζεν ο Ολυμπιακός πήγε τσιτωμένος από τη σκληρή κριτική, με παίκτες αποφασισμένους να αποδείξουν πως δεν είναι κορεσμένοι μετά από έξι στη σειρά πρωταθλήματα και τον Τάκη Λεμονή σίγουρο ότι η πρώτη ενδεκάδα του Ολυμπιακού μπορούσε να φέρει τα πάνω – κάτω, αφού είχε παίκτες με την αξία του Τζόρτζεβιτς, του Γιαννακόπουλου, του Καρεμπέ, του Ζέτερμπεργκ, του Αλεξανδρή, φυσικά του μεγάλου Ζιοβάνι. Κριτικοί και επικριτές δεν είχαν ποτέ προβληματιστεί τι μπορεί να γίνει αν αυτοί παίξουν για ένα βράδυ αυτό που μπορούν: το έκαναν και αυτό που συνέβη δεν το ξέχασε κανείς – ούτε οι Γερμανοί.

Πιο ήταν το λάθος που έγινε μετά; Ότι ο θρίαμβος εκείνος, αντί να γίνει σημείο εκκίνησης έγινε σημείο αναφοράς: η ομάδα έμοιαζε να έχει απαντήσει σε κάθε κριτική με εκείνη την εμφάνιση. Τη χρησιμοποίησε ως απόδειξη ικανοτήτων – όμως είναι άλλο οι ικανότητες κι άλλο η επιτυχία. Για να φτάσεις σε μια επιτυχία πρέπει τις ικανότητες να τις δείχνεις συνέχεια κι όχι να τις επικαλείσαι: είναι διαφορετικό. Συνέβη επίσης και κάτι άλλο: όλοι πίστεψαν ότι εκείνη η νίκη θα βοηθούσε ώστε να διορθωθούν από μόνα τους (!) προβλήματα που υπήρχαν στα αποδυτήρια – νόμιζαν πως αφού η ομάδα έδειξε τι μπορεί θα γίνουν ξαφνικά όλοι φίλοι, πιστεύοντας πως το μεθύσι μιας βραδιάς θα γίνει φάρμακο. Όταν ήρθε το αναπόφευκτο χανγκόβερ κάθε πρόβλημα μεγάλωσε. Η σχέση του Λεμονή με τον Ζιοβάνι π.χ. έγινε ακόμα πιο δύσκολη και προκάλεσε και την απόλυση του προπονητή μετά από μια νίκη (!) με την Καλλιθέα στο Κύπελλο.

Έμεινε στην ιστορία

Το ντόμινο του εφησυχασμού που προκάλεσε «το σύνδρομο του ματς με τη Λεβερκούζεν» οδήγησε στην ήττα από τη Μακάμπι στην Κύπρο: σε εκείνο το ματς η άμυνα ήταν χειρότερη και στην επίθεση ο καθένας έπαιζε για να δείξει ότι είναι αυτός που έβαλε έξι γκολ στη Λεβερκούζεν – ο Ολυμπιακός που άρχισε το Τσάμπιονς Λιγκ με ένα θρίαμβο το τελείωσε χωρίς άλλη νίκη, αφού τον τεράστιο ενθουσιασμό διαδέχτηκε μια απερίγραπτη νευρικότητα. Αν ξέρεις γιατί είσαι ικανός και δεν σου βγαίνει, αυτοκαταστρέφεσαι.

Βέβαια ο θρίαμβος επί της Λεβερκούζεν έμεινε στην ιστορία της ομάδας κι αυτό είναι που μετράει. Στην κατηγορία «θρίαμβοι της μιας βραδιάς» είναι το ίδιο ψηλά με την τεράστια περσινή νίκη κόντρα στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την εφετινή κόντρα στην Ατλέτικο Μαδρίτης. Θυμάμαι τι ακολούθησε πέρυσι το ματς με την πρωταθλήτρια Αγγλίας. Και προβληματίζομαι για το τι θα ακολουθήσει μετά το ματς με την Ατλέτικο που παραμένει καταπληκτικό, αλλά από την αρχή της σεζόν και το μόνο τέτοιο. Επειδή ήδη το σύνδρομο της Λεβερκούζεν το διακρίνω, το γράφω για να το ξορκίσω.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ