Όσο περισσότερη ζάχαρη καταναλώνουμε, τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος κατάθλιψης

Η αγάπη για τα γλυκά μπορεί να μοιάζει αθώα, όμως νέα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι η υπερκατανάλωση ζάχαρης δεν επηρεάζει μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχική μας υγεία.
Η σχέση διατροφής και ψυχικής υγείας βρίσκεται όλο και πιο συχνά στο επίκεντρο της επιστημονικής έρευνας.
Μια νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Surrey έρχεται να ενισχύσει αυτή τη σύνδεση, δείχνοντας ότι οι άνθρωποι που προτιμούν συστηματικά τα γλυκά και τα ζαχαρούχα τρόφιμα διατρέχουν σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν κατάθλιψη.
Η έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Translational Medicine, ανέλυσε ανώνυμα δεδομένα από περίπου 180.000 εθελοντές που συμμετέχουν στη βάση δεδομένων UK Biobank.
Με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης, οι επιστήμονες κατηγοριοποίησαν τους συμμετέχοντες σε τρία βασικά προφίλ, ανάλογα με τις διατροφικές τους προτιμήσεις.
Τα τρία διατροφικά προφίλ
Η πρώτη ομάδα, οι λεγόμενοι “υγιεινοί”, προτιμούσε φρούτα και λαχανικά και γενικά απέφευγε τα γλυκά και τα επεξεργασμένα τρόφιμα.
Η δεύτερη ομάδα, οι “παμφάγοι”, κατανάλωνε σχεδόν τα πάντα – κρέας, ψάρι, λαχανικά αλλά και γλυκά – χωρίς ακραίες προτιμήσεις.
Η τρίτη ομάδα, το λεγόμενο “sweet tooth”, είχε ξεκάθαρη αδυναμία στα γλυκά, τα επιδόρπια και τα ζαχαρούχα ποτά, δείχνοντας μικρότερο ενδιαφέρον για πιο υγιεινές επιλογές.
Τι έδειξαν τα βιολογικά δεδομένα
Οι ερευνητές δεν έμειναν μόνο στις διατροφικές δηλώσεις. Ανέλυσαν χιλιάδες πρωτεΐνες και μεταβολίτες στο αίμα των συμμετεχόντων, βιολογικούς δείκτες που αποκαλύπτουν πώς λειτουργεί ο οργανισμός σε βάθος. Μέσα από αυτή τη σύγκριση, προέκυψαν ξεκάθαρες διαφορές ανάμεσα στις ομάδες.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Nophar Geifman, επικεφαλής της μελέτης και καθηγητή Υγείας και Βιοϊατρικής Πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο του Surrey, τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά για όσους ανήκουν στην ομάδα “sweet tooth”.
Όπως εξηγεί, τα άτομα αυτά έχουν 31% μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σχέση με τα υπόλοιπα προφίλ.
Η ζάχαρη, η φλεγμονή και η ψυχική υγεία
Η ίδια ομάδα παρουσίαζε αυξημένα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP), ενός βασικού δείκτη φλεγμονής στον οργανισμό. Παράλληλα, καταγράφηκαν υψηλότερα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα και δυσμενή λιπιδαιμικά προφίλ, στοιχεία που συνδέονται άμεσα με τον διαβήτη και τις καρδιαγγειακές παθήσεις.
Αντίθετα, τα άτομα με πιο “υγιεινές” διατροφικές συνήθειες και αυξημένη πρόσληψη φυτικών ινών εμφάνιζαν χαμηλότερο κίνδυνο για καρδιακή ανεπάρκεια, εγκεφαλικά επεισόδια και χρόνιες παθήσεις των νεφρών.
Οι παμφάγοι βρίσκονταν, όπως ήταν αναμενόμενο, κάπου στη μέση.
Ένα ζήτημα που αφορά την καθημερινότητά μας
Σύμφωνα με στοιχεία της British Nutrition Foundation, στη Μεγάλη Βρετανία το 9% έως 12,5% των ημερήσιων θερμίδων προέρχεται από “ελεύθερα σάκχαρα”, δηλαδή ζάχαρη που προστίθεται σε τρόφιμα και ποτά.
Τα γλυκίσματα, τα αρτοσκευάσματα και τα αναψυκτικά αποτελούν τους βασικούς «ενόχους», με τα ζαχαρούχα ποτά και το αλκοόλ να συνεισφέρουν συνολικά το μεγαλύτερο ποσοστό.
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής Geifman, στόχος της έρευνας δεν είναι να επιβάλει διατροφικές απαγορεύσεις, αλλά να ενημερώσει.
Τα δεδομένα δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι διατροφικές μας επιλογές δεν επηρεάζουν μόνο το βάρος ή τα επίπεδα σακχάρου, αλλά μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο και στη διάθεσή μας.
Η ζάχαρη, τελικά, ίσως δεν πικραίνει μόνο το σώμα μας, αλλά και το μυαλό μας.