OPINIONS

Το ποδόσφαιρο που (μας) αρέσει, δεν παίζεται στην Ελλάδα

Το ποδόσφαιρο που (μας) αρέσει, δεν παίζεται στην Ελλάδα

Το πιο ωραίο με το ποδόσφαιρο είναι πως νομίζουν ότι το ξέρουν όλοι, ενώ στην πραγματικότητα λίγοι ξέρουν τι βλέπουν. Στην Ελλάδα, πέραν της άγνοιας, έχουμε και το μοναδικό σε έκταση "προνόμιο" του απόλυτου ύφους. Ο Πάνος Βόγλης αναλύει.

Το πιο ωραίο με το ποδόσφαιρο είναι πως νομίζουν ότι το ξέρουν όλοι, ενώ στην πραγματικότητα λίγοι είναι εκείνοι που πραγματικά ξέρουν τι βλέπουν σε ένα 90λεπτο. Και είναι το πιο ωραίο, διότι όλοι έχουν άποψη, θεωρούν πως είναι η σωστή και τα επιχειρήματα τους διαφέρουν τόσο πολύ μεταξύ τους ή το χειρότερο δεν συνάδουν με αυτό που πραγματικά έχει συμβεί στο παιχνίδι. Και έτσι οι συζητήσεις δίνουν και παίρνουν, αντιπαραθέσεις, διαφωνίες, ο κακός χαμός. Κάτι σαν την πολιτική δηλαδή, μόνο που το ποδόσφαιρο είναι πολύ πιο σοβαρό πράγμα να ασχοληθείς.

Στην Ελλάδα δε το φαινόμενο παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις, καθώς πέραν της άγνοιας, έχουμε και το μοναδικό σε έκταση «προνόμιο» του απόλυτου ύφους και του «δε σηκώνω κουβέντα για αυτά που λέω», πάνω στο οτιδήποτε. Και επειδή ούτε ο γράφων συγκαταλέγει τον εαυτό του στους ειδικούς, παρά σε εκείνους που θέλουν να μαθαίνουν από τους γνώστες, ερχόμαστε στο προκείμενο.

Ποιοι και πόσοι θεωρούνται ειδικοί στην Ελλάδα; Και από αυτούς πόσοι πραγματικά μπορούν να φέρουν τον τίτλο του ειδικού, χωρίς να γελάει ο κόσμος; Ακόμη πιο λίγοι. Προπονητές, δημοσιογράφοι, παράγοντες, βράζουμε στο ίδιο καζάνι. Από ποιον περιμένουμε να μας ανοίξει τα μάτια, όταν οι περισσότεροι προπονητές παρουσιάζουν αποκρουστικό θέαμα με τις ομάδες τους και υιοθετούν χωρίς ντροπή το άλλοθι «στην Ελλάδα για να πάρεις αποτέλεσμα, πρέπει να παίξεις σκυλίσια άμυνα και φουλ αντεπίθεση». Δηλαδή ο Ολυμπιακός που παλεύει να φτιάξει επιθέσεις από την άμυνα και κατά διαστήματα 1-2 ομάδες ακόμη είναι χαζές και γυρίζουν το άθλημα…40 χρόνια πίσω; Η άμυνα μας αρέσει και όχι η επίθεση; Σοβαρά τώρα;

Δυστυχώς στη χώρα μας το άθλημα έχει μείνει πολύ πίσω. Εν αντιθέσει με το μπάσκετ που κάποια στιγμή ξέφυγε, έφερε προπονητές υψηλού επιπέδου και παρέσυρε τους δημοσιογράφους του συγκεκριμένου σπορ προς τα πάνω. Πείτε μου με το χέρι στην καρδιά στη Super League, πόσοι και ποιοι προπονητές έχουν ομάδες που παίζουν κανονικό και ελκυστικό ποδόσφαιρο. Όχι συναισθηματικά όμως. Ρεαλιστικά και ειλικρινά.

Η αναξιοπιστία είναι το ένα πρόβλημα, το κακό θέαμα το βασικότερο

Μιλούσα με έναν προπονητή που εκτιμώ και σέβομαι την άποψη του, για το «φαινόμενο Ατλέτικο» και το «θαύμα της Λέστερ». Και μου είπε ότι υπάρχουν εξηγήσεις για όλα και φυσικά είναι άξιοι συγχαρητηρίων οι προπονητές που κατάφεραν να φέρουν στις ομάδες τους τόσο σημαντικές διακρίσεις. Μόνο που «αν προσέξεις καλύτερα τι γίνεται στα προηγμένα ποδοσφαιρικά πρωταθλήματα, κανείς από το top- 5 της βαθμολογίας δεν επιλέγει τον τρόπο παιχνιδιού της Ατλέτικο και της Λέστερ. Αντιθέτως προσπαθούν να κάνουν ό,τι και η Μπάγερν με τη Μπαρτσελόνα».

Εννοεί ότι η Γιουβέντους, η Νάπολι και η Ρόμα στην Ιταλία, οι Μπάγερν, Ντόρτμουντ και Λεβερκούζεν στη Γερμανία, οι Τότεναμ, Άρσεναλ, Σίτι στην Αγγλία και φυσικά οι Μπαρτσελόνα, Ρεάλ, Βιγιαρεάλ στην Ισπανία, δεν ταμπουρώνονται στην άμυνα τους και μετά να ψάχνουν το γκολ στην αντεπίθεση. Αντιθέτως προσπαθούν να παίξουν ποδόσφαιρο με δομημένες επιθέσεις από τον τερματοφύλακα μέχρι τον επιθετικό, με πάσες, σωστές αποστάσεις, αυτοματισμούς και ένα σωρό σινιάλα, δυσδιάκριτα στο μάτι του αδαούς. Πιο ελκυστικό θέαμα εν ολίγοις και όχι αποκρουστικό στο μάτι του θεατή-πελάτη.

Ισχύει. Και όμως στην ποδοσφαιρική Ελλάδα, η πλειοψηφία των ομάδων, ακολουθεί τον κανόνα της Ατλέτικο. Φουλ άμυνα και αντεπίθεση. Μόνο που το ισπανικό κλαμπ, το κάνει πιο καλά, με καλύτερα εργαλεία και με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Εδώ γίνεται χωρίς σοβαρό σχέδιο, στα κουτουρού και κυρίως λόγω άγνοιας των αρχιτεκτόνων-προπονητών. Προς Θεού, στόχος δεν είναι να προσβάλλουμε κανέναν τεχνικό, που δουλεύει και σπαταλά ώρες μέσα στο γήπεδο. Αλίμονο. ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ.

Μόνο που πείτε μου εσείς σοβαρά τώρα, τι προτιμάτε να βλέπετε από την ομάδα σας; Επιθετική πρωτοβουλία και ποδόσφαιρο κυριαρχίας με σωστή αμυντική λειτουργία ή άμυνα ταμπούρι και νίκη με μισή φάση στην αντεπίθεση; Ναι, καλό το αποτέλεσμα, όλοι το θέλουν, όμως ο τρόπος να φτάσεις σε αυτό, ξεχωρίζει τον καλό (προπονητή) από τον κορυφαίο, τον βαθύ γνώστη από τον επιφανειακό. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε πως ο Γκουαρδιόλα, ο Λουίς Ενρίκε, ο Λοράν Μπλαν καίγονται για το αποτέλεσμα. Χάνουν εκατομμύρια αλλιώς. Προσπαθούν να φτάσουν στη νίκη όμως με δημιουργικό τρόπο και όχι καταστρέφοντας το παιχνίδι του αντιπάλου. Το εύκολο είναι να καταστρέψεις κάτι. Το δύσκολο, να δημιουργήσεις.

Και γιατί στην Ελλάδα, δεν μπορούμε να παίξουμε αυτό το ποδόσφαιρο; Έλα ντε; Μάλλον γιατί δεν αφήνουν χώρο σε εκείνους που κατέχουν το πώς και οι παράγοντες επιλέγουν ως επί το πλείστον εκείνους που τους πείθουν με τα λόγια και όχι με πράξεις για το αποτέλεσμα που θα δουν στο γήπεδο. Και βέβαια μετά έρχεται η αποκαθήλωση. Εξ ου και οι πολλές αλλαγές προπονητών μέσα στη σεζόν. Δεν είναι τρελός κανένας να διώξει έναν προπονητή που παρουσιάζει ελκυστικό ποδόσφαιρο και παίρνει τα αποτελέσματα. Υπάρχουν εξαιρέσεις προφανώς, αλλά όχι άξιες αναφοράς. Ο προπονητής που θα παρατάξει μία ομάδα με επιθετική φιλοσοφία, αρκετά γκολ και νίκες, θα κάνει τη διαφορά και θα μείνει χρόνια σε ένα κλαμπ.

Θυμηθείτε την επανάσταση που έφερε ο Μπάγεβιτς στο σπορ στη χώρα μας πριν από 25 χρόνια. Μήπως έπαιζε φουλ άμυνα η δική του ΑΕΚ τότε; Όχι βέβαια. Επίθεση, ωραία μπάλα, γκολ, φάσεις, και ο κόσμος στην (γεμάτη) εξέδρα να μην προλαβαίνει να χειροκροτεί αυτό που βλέπει. Και φυσικά τίτλοι και διακρίσεις.

Άρα για να μην κοροϊδευόμαστε. Τρόπος να φέρουμε τον κόσμο στο γήπεδο υπάρχει. Η αναξιοπιστία αποτελεί πληγή και δεν την παραγνωρίζω, αλλά εξίσου μεγάλο αγκάθι είναι το κακό θέαμα που παρουσιάζουν οι ομάδες. Αν σας έλεγαν πως το τάδε ματς θα είναι «καθαρό και κρυστάλλινο», θα πηγαίνατε να το δείτε αν οι ομάδες έπαιζαν μόνο άμυνα, δεν έκαναν ούτε μία φάση και φυσικά θα έληγε 0-0; Αν ναι, τότε έχουμε άλλη άποψη για το τι (πρέπει να) είναι το ποδόσφαιρο το έτος 2016.

Ώρα ευθύνης για όλους

Σε μία χώρα που δε μπορεί να διοργανώσει έναν τελικό κυπέλλου, ακούγεται ίσως πολυτέλεια να φτιάξει ομάδες που θα παίζουν θεαματικό ποδόσφαιρο και θα φέρουν με αυτόν τον τρόπο τον κόσμο στα γήπεδα. Μπορεί, ναι. Αλλά αν ψάχνουμε για άλλοθι, δεν θα βελτιωθούμε ποτέ. Έχουμε φτάσει στο σημείο μηδέν και είναι ώρα ευθύνης για όλους μας. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να σταματήσουμε να αποθεώνουμε τους άμπαλους, γιατί έτσι δεν βοηθάμε κανέναν και πολύ περισσότερο το ίδιο το σπορ που υπηρετούμε. Οι παράγοντες να ακούν τους ειδικούς τους οποίους πληρώνουν στις ομάδες ως τεχνικούς διευθυντές, γενικούς διευθυντές κτλ. Και πρωτίστως οι προπονητές να εκπαιδευτούν και να ανεβάσουν επίπεδο το άθλημα, δηλαδή τη δουλειά τους.

Γιατί καλή η καραμέλα που μας προσφέρει η (κάθε) Ατλέτικο, μόνο που εδώ την εφαρμόζουν οι περισσότερες ομάδες με λάθος τρόπο, όχι γιατί τους αρέσει ότι βλέπουν, αλλά γιατί δε μπορούν να εφαρμόσουν το άλλο σχέδιο. Το ένα (σχέδιο) θέλει απλώς αντίδραση στη δράση του αντιπάλου. Το άλλο (της Μπάρτσα) θέλει δράση και πρωτοβουλία. Τι προτιμάτε στη ζωή; Να δράτε πρώτοι ή να αντιδράτε στον πρωτοπόρο; Όλα στο τέλος-τέλος έχουν να κάνουν με τις επιλογές μας… Αυτές μας καθορίζουν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ