ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Τζούντο

Μπορεί μια πολεμική τέχνη να είναι ταυτόχρονα και ευγενική ; Αν μιλάμε για το Τζούντο, θεωρείται δεδομένο.

Η ιστορία



Ο Τζιγκόρο Κάνο, "πατέρας" του Τζούντο είχε πει το 1947: "Αν αντισταθώ όταν ένας δυνατότερος άντρας με σπρώχνει με όλη του τη δύναμη απλά θα νικηθώ. Αν, αντί να αντισταθώ, οπισθοχωρήσω, τότε αυτός θα χάσει την ισορροπία του και φυσιολογικά θα σκύψει μπροστά, στην κατεύθυνση προς την οποία σπρώχνει. Αν εγώ χρησιμοποιώντας τη δύναμη της ώθησής του και καθώς χάνει την ισορροπία του εφαρμόσω μια τεχνική είναι αρκετά πιθανό να τον ανατρέψω.

Να ένα παράδειγμα, πολύ απλό, για το πώς ένας αγωνιζόμενος μπορεί να νικήσει υποχωρώντας στη δύναμη του αντιπάλου του. Σε αυτό έγκειται και η αρχή της ευγένειας". Αυτό είναι το Τζούντο. Μια πολεμική τέχνη που γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στην Ιαπωνία, είχε άμεση επιρροή από το (Ζιουζίτσου) jujitsu, αλλά παρουσίασε και καινούργια στοιχεία, που το έκαναν δημοφιλές σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν, άλλωστε, το πρώτο εξ Ασίας άθλημα που συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων (το 1964 στο Τόκιο) και παρουσίασε στη διαδρομή του χρόνου πολύ μεγάλους αθλητές και αθλήτριες.

Το τζούντο ουσιαστικά γεννήθηκε στην Ιαπωνία. "Πατέρας" του αθλήματος θεωρείται ο Τζιγκόρο Κάνο πτυχιούχος πολιτικών και οικονομικών επιστημών αλλά και άριστος γνώστης της παιδαγωγικής της φυσικής αγωγής και των πολεμικών τεχνών, οι οποίες στο τέλος του 19ου αιώνα ήταν μια συλλογή διαφόρων τεχνικών χωρίς αληθινό νόημα. Το Tζούντο, λοιπόν, ήλθε να καλύψει αυτό το κενό.

Λέγεται ότι ο Κάνο κατέληξε στο Τζούντο αναζητώντας τρόπους και νέες τεχνικές με τις οποίες θα αντιμετώπιζε τους μεγαλύτερους μαθητές του Ζιουζίτσου. Η αλήθεια είναι ότι υιοθέτησε πολλές από τις τεχνικές του Ζιουζίτσου και ταυτόχρονα εφάρμοσε καινούργιες. Οριοθετώντας, όμως, ως βασικό στόχο του αθλήματος, εκτός από τη διάπλαση του ανθρώπινου σώματος και τη διαμόρφωση του ανθρώπινου χαρακτήρα μέσω της πνευματικής και ηθικής πειθαρχίας, μετέτρεπε το Τζούντο από μια νέα πολεμική τέχνη, σε πραγματικό τρόπο ζωής. Το 1882 ο Τζιγκόρο Κάνο ίδρυσε το Kadokan Judo που σιγά-σιγά άρχισε να εξαπλώνεται σε ολόκληρη την Ιαπωνία. Το 1907 υπολογίζεται ότι είχε ήδη 10.000 αθλητές - μέλη.

Όταν, μάλιστα, εμφανίστηκαν οι τέσσερις "ουράνιοι φύλακες", ο Γίιρπο Σάικο, ο Τσουνέιρο Τομία, ο Γιοσιάκι Γιαμασίτα και ο Σακουΐρο Γιοκοχάμα, η σχολή του Τζιγκόρο Κάνο επικράτησε όλων των αθλητών του Ζιουζίτσου και ανέλαβε την εκπαίδευση της Αστυνομίας του Τόκιο. Το 1903 ο Γιαμασίτα κατ' εντολή του Κάνο πήγε στις ΗΠΑ όπου διέδωσε το Τζούντο εκπαιδεύοντας ακόμη και τον Αμερικανό Πρόεδρο Τεοντόρ Ρούσβελτ.

Στις ΗΠΑ βρέθηκε κι ένας ακόμη φημισμένος αθλητής ο Μιτσούγκο Μαέντα που έδωσε 2.000 αγώνες χωρίς να γνωρίσει την ήττα, ενώ το 1915 το άθλημα διαδόθηκε και στη Βραζιλία.

Παρά τις φυσιολογικές αλλαγές, οι βασικοί κανόνες του Τζούντο παραμένουν ίδιοι όπως και η βασική φιλοσοφία του πατέρα του Τζούντο ο οποίος ήθελε μια νέα πολεμική τέχνη, ένα άθλημα, με τους λιγότερους δυνατούς τραυματισμούς.

Για τριάντα χρόνια ο Τζιγκόρο Κάνο αφιέρωσε τη ζωή του στη διάδοση και εξάπλωση του αθλήματος. Βασικός συνεργάτης του Βαρόνου Πιερ Ντε Κουπερτέν, είχε ενεργό ρόλο στο Ολυμπιακό Κίνημα, όντας και μέλος της ΔΟΕ.

Ο Τζιγκόρο Κάνο δεν πρόλαβε να δει εν ζωή (πέθανε το 1938), την είσοδο του Τζούντο στους Ολυμπιακούς Αγώνες (το 1964 στο Τόκιο) ούτε την ίδρυση της Διεθνούς Ομοσπονδίας (το 1951), την οποία είχε προτείνει ο ίδιος από τη δεκαετία του '30. Για την ακρίβεια ήταν 12 Μαΐου του 1951 όταν σε ένα δωμάτιο του κινέζικου εστιατορίου Choy' s στο Λονδίνο, εννέα χώρες υπέγραψαν την ιδρυτική διακήρυξη της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας. Αυτή τη στιγμή η Διεθνής Ομοσπονδία Τζούντο (IJF) έχει στα μητρώα της περισσότερες από 180 χώρες-μέλη. Νωρίτερα, το 1948, είχε ιδρυθεί η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Τζούντο ενώ το 1951 διεξήχθη και το πρώτο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα.

Η εισαγωγή των κατηγοριών επηρέασε άμεσα την ανάπτυξη του Τζούντο, ενώ οκτώ χρόνια πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, το 1964, στην ίδια πόλη, διεξήχθη το πρώτο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα με συμμετοχή 31 αθλητών από 21 χώρες.

Το 1980 διεξήχθη, για πρώτη φορά, Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και για τις γυναίκες. Δώδεκα χρόνια, αργότερα, το 1992 στη Βαρκελώνη το Τζούντο γυναικών συμπεριλαμβάνεται και στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων.

Αν και οι μεγάλες δυνάμεις του αθλήματος θεωρούνται η Γαλλία, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Κούβα και η Ρωσία, η διασπορά των μεταλλίων στους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι αρκετά μεγάλη. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, τα 56 μετάλλια του αθλήματος μοιράστηκαν 24 χώρες.

Στην Ελλάδα το Τζούντο εμφανίστηκε λίγο μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Το 1977 αναγνωρίστηκε επίσημα, ως άθλημα και εντάχθηκε στον ΣΕΓΑΣ ενώ το 1985 ιδρύθηκε η Ελληνική Ομοσπονδία Τζούντο που σήμερα αριθμεί περισσότερα από 150 σωματεία με μια δύναμη 10.000 αθλητών και αθλητριών.

Τα βασικά στοιχεία των κανονισμών


Οι δύο αθλητές (τζουντόκα) φορώντας την χαρακτηριστική στολή (τζουντόγκι), ο ένας μπλε και ο άλλος λευκή, αγωνίζονται για πέντε λεπτά. Μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ οι τζουντόκα φορούσαν μόνο λευκές στολές. Στο Σίδνεϊ καθιερώθηκε και το μπλε τζουντόγκι για την ευκολότερη διάκριση των αθλητών.

Ο αγώνας διευθύνεται από έναν κεντρικό διαιτητή και δύο κριτές με ισότιμη γνώμη. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με τον κανόνα της πλειοψηφίας και το αποτέλεσμα ανακοινώνεται από το διαιτητή με χαρακτηριστική κίνηση του χεριού και αναφώνηση του βαθμού ή της ποινής.

Ένας αθλητής αναδεικνύεται νικητής άμεσα όταν πάρει ippon (ένας βαθμός = 10 πόντοι) πραγματοποιώντας μία επιτυχημένη τεχνική με την οποία ρίχνει τον αντίπαλό του στο έδαφος κάτι που σημαίνει ότι τελειώνει ο αγώνας.

Υπάρχουν τεχνικές, οι οποίες αξιολογούνται με μικρότερης αξίας βαθμούς όπως waza-ari (7 πόντοι), yuko (5 πόντοι) και koka (3 πόντοι). Υπάρχουν και αντίστοιχης αξίας ποινές που μπορούν να δοθούν σε ένα αθλητή για μικρές παραβάσεις, shido (=koka), 2 shido (=yuko), 3 shido (=waza-ari) και 4 shido (=ippon). Υπάρχει επίσης και ποινή για μεγάλες παραβάσεις, hansoku make (=ippon), που όπως και στην περίπτωση των τεσσάρων shido, αποφέρει την άμεση ήττα του αθλητή.

Δύο waza-ari προστίθενται για να γίνουν ippon. Το ίδιο ισχύει και όταν ένας αθλητής έχει ήδη πάρει waza-ari και ο αντίπαλός του στη συνέχεια δέχεται τρίτο shido. Το yuko και το koka δεν προστίθενται.

Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί ippon, νικητής αναδεικνύεται ο αθλητής που έχει τον μεγαλύτερης αξίας βαθμό, μετά το πέρας των πέντε λεπτών.

Ο βαθμός ippon δίνεται όταν ο αθλητής, εφαρμόζοντας μία τεχνική ρίψεων, ρίξει τον αντίπαλό του με την πλάτη με πολλή δύναμη, ταχύτητα και έλεγχο. Το Waza-ari δίνεται όταν ο διαιτητής και οι κριτές θεωρήσουν ότι λείπει ένα από τα στοιχεία του ippon από μια ρίψη. Για παράδειγμα εάν ο αντίπαλος δεν πέσει με την πλάτη ή όταν θεωρήσουν ότι ο αθλητής δεν βάλει αρκετή δύναμη.

Το Yuko δίνεται όταν λείπουν δύο από τα απαιτούμενα στοιχεία στη ρίψη. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί όταν π.χ. ο αντίπαλος έχει πέσει πλάγια και χωρίς ταχύτητα.

Το Κοkα δίνεται όταν ο αντίπαλος πέσει με τον ώμο, με το μηρό ή με τους γλουτούς.

Επίσης, ο βαθμός ippon δίνεται όταν ο αθλητής, εφαρμόζοντας μία τεχνική ακινητοποίησης, κρατήσει τον αντίπαλό του στο έδαφος για 25 δευτερόλεπτα. Ο διαιτητής ανακοινώνει την αρχή και το τέλος της ακινητοποίησης osaekomi.

Το Waza-ari δίνεται όταν ο αντίπαλος ξεφύγει από την ακινητοποίηση σε χρόνο ίσο με 20'' και έως 24''.

Το Υuko δίνεται όταν ο αντίπαλος ξεφύγει από την ακινητοποίηση σε χρόνο ίσο με 15'' και έως 19''.

Το Koka δίνεται όταν ο αντίπαλος ξεφύγει από την ακινητοποίηση σε χρόνο ίσο με 10'' και έως 14''.

Τέλος, ο βαθμός ippon δίνεται όταν ο αθλητής, εφαρμόζοντας τεχνική πνιγμού ή τεχνική εξάρθρωσης, αναγκάσει τον αντίπαλό του να εγκαταλείψει τον αγώνα χτυπώντας ελαφρά δύο ή περισσότερες φορές με το χέρι ή το πόδι του ή λέγοντας 'maitta' ('εγκαταλείπω').

Οι τεχνικές του τζούντο


Οι τεχνικές του Τζούντο είναι πάρα πολλές. Με αυτές, άλλωστε, προσπαθεί ο κάθε αθλητής να ρίξει τον αντίπαλό του στο έδαφος.Υπάρχουν 66 αναγνωρισμένες τεχνικές ρίψεων (Nage waza) οι οποίες μεταφράζονται ως εξής:

Τεχνικές από όρθια θέση (Tach waza)

* 21 τεχνικές ποδιών (Ashi waza)

* 10 τεχνικές γοφού (Koshi waza)

* 16 Τεχνικές χεριών (Te waza)

Τεχνικές αυτοθυσίας (Sutemi waza)

* 5 τεχνικές αυτοθυσίας προς την πλάτη (Ma sutemi waza)

* 14 τεχνικές αυτοθυσίας προς το πλάι (Yoko sutemi waza)

Επίσης έχουν αναγνωρισθεί διεθνώς και 29 τεχνικές εδάφους (Katame waza) οι οποίες είναι:

* 7 τεχνικές ακινητοποίησης (Οsae waza)

* 12 τεχνικές πνιγμού (Shime waza)

* 10 τεχνικές εξάρθρωσης (Kansetsu waza)

Κατηγορίες κιλών



Στο Τζούντο υπάρχουν επτά κατηγορίες κιλών για τους άνδρες και επτά για τις γυναίκες:

Άντρες Γυναίκες
-60 κιλά -48 κιλά
-66 κιλά -55 κιλά
-73 κιλά -57 κιλά
-81 κιλά -63 κιλά
-90 κιλά -70 κιλά
-100 κιλά -78 κιλά
+100 κιλά +78 κιλά

Υπάρχει επίσης η Όπεν κατηγορία η οποία δεν συμπεριλαμβάνεται στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων. Στο Πεκίνο αναμένεται να συμμετάσχουν 386 αθλητές και αθλήτριες από 90 χώρες. Αποκορύφωμα σε όλες τις διοργανώσεις αποτελεί πάντοτε η διεξαγωγή των αγώνων στα +100 κιλά ανδρών, κατά την τελευταία ημέρα του αγωνιστικού προγράμματος. Αθλητές με μεγάλη διαφορά στο σωματικό βάρος μπορεί να αγωνιστούν για τη διεκδίκηση των μεταλλίων σε αυτήν την κατηγορία. Οπως στο Σίδνεϊ (2000) όπου εμφανίστηκε ο βαρύτερος αθλητής μεταξύ όλων των αθλημάτων, ο Ουκρανός Ρουσλιάκοφ ο οποίος ζύγιζε 196 κιλά !

Οι μεγάλες μορφές

Άνδρες

Μασαχίκο Κιμούρα (Ιαπωνία, 1917-1993)

Θεωρείται ο μεγαλύτερος τζουντόκα όλων των εποχών. Πήρε το πρώτο dan σε ηλικία 15 ετών. Σε ηλικία 19 ετών ηττήθηκε για τελευταία φορά.
Άλλωστε σε ολόκληρη την καριέρα του γνώρισε μόλις τέσσερις ήττες. Το 1937 κατέκτησε το πρώτο χρυσό μετάλλιο στο πρωτάθλημα της Ιαπωνίας, εφαρμόζοντας την αγαπημένη του τεχνική osoto-gari.

Νταβίντ Ντουγιέ (Γαλλία, 1959)

Μια πολύ μεγάλη μορφή του αθλήματος είναι ο πρώτος αθλητής στην κατηγορία βαρέων βαρών που κατέκτησε τρία Ολυμπιακά μετάλλια. Η αρχή έγινε με το χάλκινο μετάλλιο το 1992 στη Βαρκελώνη για να ακολουθήσουν τα χρυσά μετάλλια το 1996 στην Ατλάντα και το 2000 στο Σίδνεϊ. Ο θρίαμβος του στο Σίδνεϊ παραμένει αλησμόνητος, καθώς ο Ντουγιέ προερχόταν από σοβαρό τραυματισμό σε ατύχημα με τη μοτοσικλέτα του. Τελικά, όχι μόνο ανάρρωσε αλλά επανήλθε δριμύτερος. Το 2000 αναδείχθηκε αθλητής της χρονιάς στη Γαλλία, ενώ στην καριέρα του έχει κατακτήσει τέσσερα χρυσά μετάλλια στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και επίσης ένα χρυσό, ένα ασημένιο και δύο χάλκινα μετάλλια στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Από το 2001 είναι προπονητής στη γαλλική ομάδα των βαρέων βαρών.

Γιασουχίρο Γιαμασίτα (Ιαπωνία, 1957)

Θεωρείται ο πιο επιτυχημένος και αποτελεσματικός. Κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες (1984), ενώ αναδείχθηκε τρεις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής. Από το 1977 ως το 1985 δεν είχε αντίπαλο στο πρωτάθλημα της Ιαπωνίας. Διετέλεσε προπονητής της ιαπωνικής ομάδας του Τζούντο (1989-2000) ενώ τώρα είναι επικεφαλής προπονητής στο Πανεπιστήμιο Τοκάι, καθώς και εθνικός σύμβουλος εκπαίδευσης.

Άντον Γκέεσινγκ (Ολλανδία, 1934)

Ο πρώτος αθλητής ο οποίος έκανε ολόκληρο τον κόσμο να μιλάει για το Τζούντο. Ο πανύψηλος (2,02) Ολλανδός ήταν ο πρώτος χρυσός Ολυμπιονίκης στην κατηγορία των βαρέων βαρών το 1964 στο Τόκιο. Ουδείς πίστευε ότι ένας Ευρωπαίος θα νικούσε τους Ιάπωνες, αν και τρία χρόνια νωρίτερα ο Γκέεσινγκ είχε αναδειχθεί παγκόσμιος πρωταθλητής. Η νίκη του στον τελικό εναντίον του Ιάπωνα Καμινάγκα σημειώθηκε μόλις σε οκτώ λεπτά, αλλά και η κίνησή του να απομακρύνει τον Ολλανδό φίλαθλο που έτρεξε να τον αποθεώσει, αμέσως μετά τη νίκη του, ώστε ο αντίπαλός του να συνέλθει και να σηκωθεί με αξιοπρέπεια, έμεινε στην ιστορία.

Ο Γκέεσινγκ αναδείχθηκε τρεις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής, ενώ από το 1952 ως το 1964 καθώς και το 1967 κατακτούσε συνεχώς το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα! Μετά τη λήξη της καριέρας του έγινε πρεσβευτής του Τζούντο σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ είναι μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.

Βίλχελμ Ρούσκα (Ολλανδία, 1940)

Ο πρώτος τζουντόκα ο οποίος κατέκτησε δύο χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια και μάλιστα σε μία διοργάνωση. Συνέβη στους Αγώνες του 1972 στο Μόναχο όταν ο Ολλανδός αθλητής θριάμβευσε τόσο στα +93 κιλά όσο και στην open κατηγορία, γράφοντας ιστορία. Η πρώτη εμφάνισή του στο διεθνές στερέωμα κατεγράφη το 1965 όταν κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Βερολίνου ενώ κατετάγη δεύτερος στην open κατηγορία.

Αν και άρχισε το Τζούντο σχετικά αργά (σε ηλικία 20 ετών) είχε πολλά φυσικά χαρίσματα που τον οδήγησαν στην ελίτ του αθλήματος. Αναδείχθηκε δυο φορές παγκόσμιος πρωταθλητής (και άλλη μία δεύτερος) ενώ συμμετείχε σε επτά Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα κατακτώντας, συνολικά 11 μετάλλια (επτά χρυσά, τρία ασημένια και ένα χάλκινο).

Ρόμπερτ Βαν Ντερ Βάλε (Βέλγιο, 1940)

Ένας θρύλος του Τζούντο. Έλαβε μέρος σε πέντε διοργανώσεις Ολυμπιακών Αγώνων και κατέκτησε ένα χρυσό, ένα ασημένιο και ένα χάλκινο μετάλλιο. Η τροπαιοθήκη του περιλαμβάνει επίσης τρία χρυσά, τέσσερα ασημένια και οκτώ χάλκινα μετάλλια σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα και δύο ασημένια και τρία χάλκινα μετάλλια σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα. Σε ηλικία 39 ετών κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα που διεξήχθη στο Βελιγράδι.

Κοσέι Ινούε (Ιαπωνία, 1978)

Ο σούπερ σταρ του σύγχρονου Τζούντο στην Ιαπωνία, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Σημαιοφόρος της Ιαπωνίας στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Σίδνεϊ πραγματοποίησε την πρώτη εμφάνισή του ως τζουντόκα υψηλών προδιαγραφών το 1997 όταν κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο εθνικό πρωτάθλημα της Ιαπωνίας. Ο κόσμος άρχισε να μιλάει γι' αυτόν και οι επιτυχίες διαδέχονταν η μία την άλλη. Το 1998 αναδείχθηκε νικητής στους Πανασιατικούς Αγώνες στη Μπανγκόγκ, ενώ το 1999 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.

Στο Σίδνεϊ, το 2000, απλά επιβεβαίωσε την κυριαρχία του κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο. Πολύ δυνατός και εξαιρετικά ταχύς, μοιάζει ακατανίκητος. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ νίκησε τους δυο πρώτους αγώνες του σε 18 και 9 δευτερόλεπτα αντίστοιχα (!) ενώ χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του αντιπάλου του στον τελικό, του Καναδού Νίκολας Γκιλ: "Είμαι πρωταθλητής κόσμου, γιατί ο άνθρωπος που με νίκησε δεν ανήκει σε αυτόν τον κόσμο"!

Τανταχίρο Νομούρα (Ιαπωνία, 1974)

Ο Νομούρα, είναι ο μοναδικός τζουντόκα που έχει στο παλμαρέ του τρία χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια. Το τελευταίο το κατέκτησε στην Αθήνα, το 2004, ενώ είχαν προηγηθεί οι πρωτιές σε Σίδνεϊ και Ατλάντα, πάντα στην κατηγορία των -60 κιλών. Ακόμη, στο βιογραφικό του έχει ένα χρυσό και ένα χάλκινο παγκόσμιο μετάλλιο.

Γυναίκες

Μπριζίτ Ντιντιέ

(Γαλλία, 1958)

Η κορυφαία αθλήτρια και δεσπόζουσα φυσιογνωμία στη κατηγορία των μεσαίων βαρών στη δεκαετία του 80, διακρίθηκε για την εξαιρετική τακτική και τεχνική της. Μυήθηκε στο Τζούντο σε ηλικία 14 ετών και το 1979 πέτυχε την πρώτη διεθνή νίκη της, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Κερκέιντ. Μετά από ένα σοβαρό τραυματισμό στο γόνατο, ανέβηκε κατηγορία (στα 66 κιλά) αλλά παρέμεινε στην ελίτ. Κατέκτησε τρία χρυσά και ένα ασημένιο μετάλλιο σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα (1982-87), ενώ σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα (1979-88) κατέκτησε συνολικά έξι μετάλλια (τέσσερα χρυσά, ένα ασημένιο, ένα χάλκινο). Το 1988 στη Σεούλ, όπου το Τζούντο αποτελούσε άθλημα επίδειξης για τις γυναίκες, κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο. Η Ντιντιέ εξακολουθεί να ασχολείται με το Tζούντο, με την ιδιότητα της αντιπροέδρου της γαλλικής ομοσπονδίας.

Ίνγκριντ Μπέργκμανς (Βέλγιο, 1961)

Η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα του Τζούντο γυναικών στα πρώτα χρόνια της εμφάνισής της στο διεθνές στερέωμα. Η Βελγίδα τζουντόκα έκλεβε την παράσταση καθώς συμμετείχε, συνήθως, δύο φορές στους μεγάλους αγώνες. Μία στη δική της κατηγορία (-72 κιλά) και άλλη μια στην open. Συνήθως νικούσε και τις δύο φορές, εφαρμόζοντας μάλιστα εντυπωσιακές τεχνικές για να φτάσει στην επιτυχία. Συνολικά στη μεγάλη καριέρα της κατέκτησε 23 μετάλλια σε μεγάλες διοργανώσεις: πέντε χρυσά, τέσσερα ασημένια και ένα χάλκινο σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, έξι - πέντε - μηδέν σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα, ενώ αναδείχθηκε νικήτρια στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ, όπου το Τζούντο ήταν άθλημα επίδειξης.

Μιν-Σουν Τσο (Κορέα 1972)

Η καλύτερη τζουντόκα όλων των εποχών στη Νότια Κορέα. Πρωταγωνίστησε σε όλες τις κατηγορίες που συμμετείχε, καθώς διαδοχικά ανέβηκε από τα 48 κιλά στα 52, εν συνεχεία στα 56, ύστερα στα 66, για να καταλήξει στα 70 κιλά. Κατέκτησε δυο Ολυμπιακά μετάλλια (χρυσό το 1996, αργυρό το 2000) ενώ κατέλαβε την τρίτη θέση στους αγώνες επίδειξης το 1988. Πρωταγωνίστησε επίσης στα Παγκόσμια Πρωταθλήματα (δύο χρυσά, δύο χάλκινα) και στους Ασιατικούς Αγώνες. Πολύ δυνατή και ιδιαίτερα προσαρμόσιμη στις συνθήκες των εκάστοτε αγώνων.

Ντριούλις Γκονζάλεζ (Κούβα, 1973)

Η καλύτερη μαθήτρια του μεγάλου δασκάλου του Τζούντο στη Κούβα Ρονάλντο Μπεϊτία Βαλντίβε έχει χαρίσει στην πατρίδα της τέσσερα Ολυμπιακά μετάλλια. Ένα χρυσό (το 1996), ένα ασημένιο (το 2000) και δύο χάλκινα (1992, 2004). Μια εντυπωσιακή τζουντόκα, πολύ σταθερή στα κιλά της (56 και 57) αναδείχθηκε, ακόμη, έξι φορές νικήτρια στους Παναμερικανικούς Αγώνες ενώ πρωταγωνίστησε και στα Παγκόσμια Πρωταθλήματα όπου κατέκτησε δυο χρυσά, ένα ασημένιο και ένα χάλκινο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Γκονζάλεζ κέρδισε το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο στην Ατλάντα το 1996 μόλις 2 μήνες αφού είχε τραυματιστεί σοβαρά στη σπονδυλική στήλη.

Ριόκο Τάνι-Ταμούρα (Ιαπωνία, 1975)

Η πιο διάσημη τζουντόκα σε ολόκληρο τον κόσμο. Την αποκαλούν και 'Yawara' όπως δηλαδή και ο χαρακτήρας του καρτούν που έχει σχεδιαστεί με πρότυπο αυτήν την καταπληκτική όσο και μικροσκοπική Γιαπωνέζα (1,45μ., 48 κιλά). Κάθε δημόσια εμφάνισή της ξεσηκώνει τα πλήθη στην πατρίδα της καθώς είναι πολύ δημοφιλής και εξαιρετικά επιτυχημένη. Στα 33 έχει προλάβει, ήδη, να κατακτήσει τέσσερα Ολυμπιακά μετάλλια (δύο χρυσά, δύο ασημένια), επτά τίτλους σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα (συν ένα χάλκινο μετάλλιο) και να σημειώσει μεγάλες επιτυχίες στους Ασιατικούς Αγώνες και σε μεγάλα τουρνουά. Εμφανίσθηκε για πρώτη φορά σε ηλικία 15 ετών, στο μεγάλο τουρνουά της Φουκουόκα. H νίκη της επί της Βρετανίδας Μπριγκς, που αποτελούσε το πρότυπό της, προκάλεσε μεγάλη αίσθηση. Ένα νέο αστέρι είχε γεννηθεί.

Νικητές Αθήνα 2004- Γενικά



Η Ιαπωνία είναι ο κυρίαρχος του αθλήματος, καθώς έχει κατακτήσει συνολικά (άνδρες + γυναίκες) στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, 58 μετάλλια, εκ των οποίων τα 31 είναι χρυσά, τα 14 ασημένια και τα 13 χάλκινα.

Ακολουθούν πολύ πίσω η Γαλλία με 33 (10-6-17), η Νότιος Κορέα επίσης με 33 (8-12-13), η Ρωσία (ως Σοβιετική Ενωση κυρίως) με 27 (7-5-15) και η Κούβα με 26 (5-8-13).

Στην Αθήνα το 2004, τα χρυσά μετάλλια κατέκτησαν οι κάτωθι:

Γυναίκες:

+78 κιλά: Μάκι Τσουκάντα (Ιαπωνία)

- 48 κιλά: Ριόκο Ταμούρα (Ιαπωνία)

- 52 κιλά: Ντονζμέι Ξιάν (Κίνα)

- 57 κιλά: Ιβόν Μπόνιτς (Γερμανία)

- 63 κιλά: Αγιούμι Τανιμότο (Ιαπωνία)

- 70 κιλά: Μασάε Ουένο (Ιαπωνία)

- 78 κιλά: Νορίκο Αννο (Ιαπωνία)

Ανδρές:

+100 κιλά: Κείζι Σουζούκι (Ιαπωνία)

-60 κιλά: Τανταχίρο Νομούρα (Ιαπωνία)

-66 κιλά: Μασάτο Ουκχισχίμπα (Ιαπωνία)

-73 κιλά: Γουόν Χί Λι (Κορέα)

-81 κιλά: Ηλίας Ηλιάδης (Ελλάδα)

-90 κιλά: Ζουράμπ Ζβιανταούρι (Γεωργία)

-100 κιλά: Ιχάρ Μακαράου (Λευκορωσία)

Πρόγραμμα και Έλληνες

Στο Πεκίνο, το τζούντο θα διεξαχθεί την πρώτη εβδομάδα, από τις 9-15 Αυγούστου.

Το χρυσό μετάλλιο του Ηλία Ηλιάδη στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, αποτελεί την κορυφαία διάκριση στην ιστορία του ελληνικού τζούντο. Μάλιστα, με το χρυσό μετάλλιο που κατέκτησε στην Αθήνα, έγινε ο μικρότερος σε ηλικία τζουντόκα που βρίσκεται στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου ενός Ολυμπιακού τουρνουά. Ο Mr. Ippon, που στα τέλη του 2004 αναδείχθηκε κορυφαίος τζουντόκα της Ευρώπης, έχει στο παλμαρέ του δύο χάλκινα μετάλλια σε παγκόσμια πρωταθλήματα και ένα χρυσό ευρωπαϊκό πάντα στις κατηγορίες των ανδρών.

Στο Ολυμπιακό τουρνουά του 2004, η Μαρία Καραγιαννοπούλου ήταν 5η, ενώ ο Ρεβάζι Ζιντιρίδης κατετάγη 7ος, όπως και ο Χάρης Παπαϊωάννου το 1996 στην Ατλάντα.

Στο Πεκίνο εκτός του Ηλία Ηλιάδη, θα συμμετάσχουν επίσης ο Λαυρέντης Αλεξανίδης και ο Ρεβάζι Ζιντιρίδης.

































































































































































































ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ