OPINIONS

Μόνο με προπονητή κερδίζεις ξυλουργούς

Μόνο με προπονητή κερδίζεις ξυλουργούς
INTIME SPORTS

Ο Γιάννης Φιλέρης με αφορμή την αρθρογραφία του Θοδωρή Κουνάδη, απαντάει γιατί ο προπονητής χρειάζεται ακόμη κι αν απέναντί σου έχεις ξυλουργούς και ηλεκτρολόγους.

Συνήθως όταν διαφωνώ με τον καλό φίλο Θοδωρή Κουνάδη, του τα λέω στο Γραφείο, για να ξεκινήσουμε καλά την ημέρα μας. Αυτή τη φορά, με αφορμή το “θέλουμε προπονητή για να νικήσουμε τον ξυλουργό και τον ηλεκτρολόγο;” που έγραψε, θα το κάνω γραπτώς.

Διότι, την ίδια άποψη δεν έχει μόνο ο Θοδωρής, αλλά και πλήθος συναδέλφων και, φυσικά, φιλάθλων. Κατά κάποιο τρόπο ακούγεται και λογικό. Καθώς οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές των νησιών Φερόε, κάνουν άλλο επάγγελμα για να ζήσουν, το να ζητάς ευθύνες από τον προπονητή της Εθνικής των Ελλήνων επαγγελματιών, είναι λίγο υπερβολικό: too much, που λένε και στο χωριό μου.

Είναι ανεπίτρεπτο για μια ομάδα, 100 νούμερα πιο πάνω στην παγκόσμια κατάταξη, να χάνει από τους “ψαράδες των Φερόε”. Δεν διαφωνώ. Εκατό φορές να ξαναπαίξουν Ελλάδα- Ν.Φερόε, στις 99 θα νικήσουν οι Έλληνες. Ανεπίτρεπτη ήταν η ήττα. Με μια διαφορά, όμως. Όχι, απίθανη.

Αντιπαρέρχομαι τη γνώμη του Θοδωρή ότι η “ομάδα του Sport24 θα νικούσε τα νησιά Φερόε” (αυτό θα συνέβαινε μόνο αν ο Θανάσης Κρεκούκιας, έπαιζε τερματοφύλακας), και θα ρωτήσω το εξής. Πόσες πιθανότητες είχε το 2004 η Ελλάδα να κατακτήσει το Euro; Δε νομίζω ότι ήταν περισσότερες από τις αντίστοιχες των Φερόε στο ματς της Παρασκευής.

Κι όμως έγινε. Το είδαμε με τα μάτια μας. Το πανηγυρίσαμε όρθιοι, όσοι τυχεροί είχαμε βρεθεί στη Λισαβόνα και εκατομμύρια απέναντι στην τηλεοπτική τους οθόνη.

Πόσες πιθανότητες υπάρχουν να ξαναδούμε κάτι τέτοιο; Για όσους αγγίζουμε τα 50, λιγότερες απ' όσες έχουν τα Φερόε να ... ξανανικήσουν την Ελλάδα, για τους νεότερους κρατάω μια επιφύλαξη. Που ξέρετε, άλλωστε; Μπορεί σε 50 χρόνια από τώρα, το πρωτάθλημα των Νήσων Φερόε να είναι ανάλογο της Premier League.

Και μόνο, όμως, η επιτυχία της Εθνικής Ομάδας το 2004 έπρεπε να (μας) έχει διδάξει το πως ένας προπονητής και μια ομάδα, μπορούν μέσα από μια διαδικασία που περιλαμβάνει σκληρή δουλειά, συγκεκριμένη στρατηγική, μέθοδο, αποφασιστικότητα και αρκετή δόση τύχης, μπορούν να πετύχουν θαύματα.

Το πως προσαρμόστηκε ο Ρεχάγκελ στην ελληνική πραγματικότητα είναι λίγο πολύ γνωστό. Πως κατέληξε στον βασικό κορμό της ομάδας, πως ... πέταξε τους “βλαχοδήμαρχους” από τις αποστολές και δημιούργησε τα στεγανά.

Ο Σάντος, που τον διαδέχθηκε ακολούθησε τον ίδιο δρόμο, με την δική του συνταγή, διαμορφωμένη κι από τα χρόνια που εργάστηκε στη χώρα μας. Ο Πορτογάλος με το πέτσινο μπουφάν είχε θεωρηθεί υπερβολικά συντηρητικός, επειδή ... σε αρκετά παιχνίδια φοβόταν και την σκιά του. Ότι κυνηγούσε με μανία το αποτέλεσμα: 1-0 και βλέπουμε.

Ναι, αλλά με τον Σάντος στο τιμόνι και το ποδόσφαιρο που έπαιζε η Εθνική (για το οποίο είχαμε πολλές ενστάσεις, πολλές φορές δικαιολογημένα) σε 20 αγώνες των προκριματικών για το Euro 2012 και το Μουντιάλ του 2014 έκανε μόλις μια ήττα. Από την Βοσνία, με 3-1.

Ο Σάντος, που όταν έπαιζε με ομάδες σαν τα Φερόε, φοβόταν περισσότερο. Έτρεμε στην ιδέα ότι θα το έριχναν οι παίκτες του στον χαβαλέ, θα έλεγαν “εύκολα ή δύσκολα θα κερδίσουμε” και δεν θα κυνηγούσαν, πρώτα απ' όλα το αποτέλεσμα. Αντιθέτως, στα ματς με τους δυνατούς αντιπάλους δεν ήταν ανήσυχος, τουλάχιστον όσον αφορά στη συγκέντρωση της ομάδας και των παικτών του. Οι ίδιοι οι ποδοσφαιριστές πήγαιναν υποψιασμένοι.

Δεν θέλω να αποθεώσω τη λογική Σάντος, αν και το τι σόι προπονητής είναι ο ...μόνιμα συνοφρυωμένος Φερνάντο φαίνεται ήδη (και) στην Εθνική Πορτογαλίας. Θέλω να πω ότι ο προπονητής, μπορεί να μην είναι το Α και το Ω σε μια ομάδα, είναι σίγουρα όμως το ... μισό αλφάβητο. Αυτός πείθει, αυτός εμπνέει, αυτός καθοδηγεί. Προφανώς δεν παίζει αυτός και ενδεχομένως πέντε καλοί ποδοσφαιριστές να φτιάχνουν την καριέρα ενός μέτριου κόουτς. Παρόλα αυτά, όποιος απαξιώνει τον ρόλο του κόουτς, βρίσκεται προ εκπλήξεων.

Περιέργως η ΕΠΟ δεν απαξίωσε την υπόθεση προπονητής, στην Εθνική Ομάδα. Ο Ρανιέρι δεν είναι ο πρώτος που της έπεσε στον ... δρόμο. “Δεν είχε δουλέψει ποτέ σε Εθνική Ομάδα” λένε. Μα ούτε ο Ρεχάγκελ, ούτε ο Σάντος είχαν εργαστεί σαν ομοσπονδιακοί, για να ξέρουν τα “μυστικά της δουλειάς”. Η ομοσπονδία θεωρητικά έπαιρνε ένα γνωστό Ευρωπαίο κόουτς, πληρώνοντας μάλιστα και αδρά.

Φάνηκε, όμως, από την αρχή ότι ο προπονητής σε συνδυασμό με την ριζική “αποψίλωση” του επιτελείου της Εθνικής, βρισκόταν σε μια διαρκή φάση αναζήτησης. Επηρεαζόταν από διάφορους παράγοντες, πρώτα για τις κλήσεις, ακόμη και για τον σχηματισμό της ενδεκάδας. Η ομάδα που παρέταξε στο ματς με την Ιρλανδία, όπου θέλησε να βολέψει τους πάντες και τα πάντα, ήταν η φανερή απόδειξη ότι ο Ιταλός κόουτς ήξερε ελάχιστα για την ελληνική νοοτροπία. Πάνω απ' όλα συμβιβαζόταν με εξωγενείς παρεμβάσεις, είτε αυτές προέρχονταν από την ΕΠΟ, είτε από ατζέντηδες, είτε από τυχάρπαστους αλεξιπτωτιστές.

Κι όλα αυτά σε μια ομάδα από την οποία αποχώρησαν οι δυο πιο μεγάλες προσωπικότητες με παρεμβατική δράση, Κατσουράνης και Καραγκούνης.

Ε, δεν θέλει πολύ μια ομάδα που πριν από λίγους μήνες ήταν ένα βήμα πριν από την πρόκρισή της στους “8” να γνωρίζει την πιο ταπεινωτική ήττα της ιστορίας της.

Ναι, Θοδωρή. Για να κερδίσουμε τον ηλεκτρολόγο και τον ξυλουργό, θέλουμε προπονητή. Μα πάνω απ' όλα θέλουμε ομάδα...

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ