ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ

Ολυμπιακός: Η μέθοδος Κορδόν

Ο Αντόνιο Κορδόν σε συνέντευξή του
Ο Αντόνιο Κορδόν σε συνέντευξή του RODRIGO BUENDIA/AFP

Οι συμπατριώτες του νέου διευθυντή του Ολυμπιακού, Αντόνιο Κορδόν έχουν ταυτοποίησει την ποδοσφαιρική φιλοσοφία του 59χρονου Ισπανού με το απολύτως διακριτό "Método Cordón". Και αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά της μεθόδου Κορδόν ξετυλίγει το αφιέρωμα του SPORT24.

Το τελευταίο καλοκαίρι του 20ου αιώνα ήταν το πιο δύσκολο της ως τότε ιστορίας της Βιγιαρεάλ. Το «κίτρινο υποβρύχιο» στην παρθενική σεζόν του στη LaLiga τερμάτισε στην 18h θέση και υποχρεώθηκε σε μπαράζ παραμονής. Εκεί ηττήθηκε από τη Σεβίλλη και επέστρεψε στη Segunda.

Ο Φερνάντο Ρόιγ, ο ιστορικός ηγέτης των Λεβαντίνων μετρούσε τότε μόλις δύο σκάρτες σεζόν στα διοικητικά ηνία. Μοιραία η στροφή στον εξορθολογισμό, την έκανε στηριζόμενος και αναδεικνύοντας στελέχη του συλλόγου, διαβλέποντας δυναμική, δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης και αναβαθμίζοντας σε ρόλους και πόστα.

Ο Αντόνιο Κορδόν- που είναι ο νέος τεχνικός διευθυντής του Ολυμπιακού - τότε ήταν 36 ετών. Δεν είχε παίξει ποτέ ποδόσφαιρο. Στη Μαδρίτη όπου βρέθηκε με την οικογένεια του από μικρό παιδί, μετακομίζοντας από τη γεννέτειρά του Εξτρεμαδούρα, σπούδασε καθηγητής φυσικής αγωγής. Δούλεψε ως γυμναστής, προτού σταδιακά βρει επαγγελματική δίοδο στο ποδόσφαιρο, αρχικά δουλεύοντας πάνω στον τομέα της επιστημοσύνης του, προτού γρήγορα, στραφεί στο scouting.

Ως τέτοιο, scout δηλαδή νεαρών ποδοσφαιριστών και (ευκαιριακό) αναλυτή τον είχε προσλάβει η Βιγιαρεάλ. Το καλοκαίρι του ’99 όμως, η αναδιάρθρωση του οργανογράμματος των Λεβαντίνων τον έφερε να επωμίζεται το φαινομενικά ασύμβατο για την εμπειρία του, φορτίο του ρόλου ενός αθλητικού διευθυντή.

Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, πενηντάρης πια, ο Κορδόν αποχωρούσε από το μικρό χωριουδάκι των 50.000 ψυχών στα περίχωρα της Βαλένθια. Τίποτα στο ποδόσφαιρο, τίποτα στον αθλητισμό δεν είναι αποτέλεσμα ενεργειών, επιλογών και πράξεων ενός και μόνου ανθρώπου.

Ο μετασχηματισμός όμως της Βιγιαρεάλ, η πρωτοφανής αλλαγή του στάτους της είναι τόσο χαρακτηριστικά, casestudy πραγματικά, που ακόμη και ποσοστιαία, δικαιούται να λάβει την πίστωση που – εκ ρόλου και πόστου έστω – του αναλογεί.

Τα ορόσημα και οι προπονητές στη Βιγιαρεάλ

Στην πρώτη του σεζόν στην αθλητική διεύθυνση, η Βιγαρεάλ επέστεψε στη LaLiga. Στα επόμενα 16 χρόνια και μέχρι το καλοκαίρι του ’16, οπότε και αποχώρησε, το «κίτρινο υποβρύχιο» τερμάτισε δύο φορές στη 2η θέση (2008, 2013), μία στην 3η (2005) και άλλες δύο στην 4η (2011, 2016), μένοντας εκτός οκτάδας μόλις τρεις φορές.

Συμμετείχε ανελλιπώς ουσιαστικά στις διεθνείς διοργανώσεις. Βήμα βήμα. Πρώτα κατακτώντας δις και σερί το – θρυλικό - Κύπελλο Intertoto και εν καταλήγοντας να παίξει μία φορά ημιτελικά Champions League (το 2006, οπότε και αποκλείστηκε από την Άρσεναλ) και άλλη μία προημιτελικά (το 2009, πάλι αποκλείστηκε από την Άρσεναλ) και άλλες τρεις φορές ημιτελικά στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ (2004, αποκλείστηκε από τη Βαλένθια) και στο Europa League (το 2011 οπότε και αποκλείστηκε από την Πόρτο και το 2016 με τη Λίβερπουλ τότε να στερεί τη συμμετοχή στον τελικό).

Συνεργάστηκε, διόρισε και συμφώνησε με μια ενδεκάδα προπονητών. Ποτέ και με κανέναν για δεύτερη φορά. Οι δέκα από τους έντεκα, γηγενείς, Ισπανοί. Μόνh εξαίρεση, ο μακροβιότερος όλων στον πάγκο του «Μαδριγάλ», ο Μανουέλ Πελεγκρίνι. Από τους υπόλοιπους αρκετοί οι γνωστοί μας. Είτε άμεσα (Βίκτορ Μουνιόθ, Ερνέστο Βαλβέρδε) είτε μέσω λογιών λογιών και κατά καιρούς σεναρίων (Χοακίν Καπαρός, Μπενίτο Φλόρο, Χουάν Καρλός Γαρίδο, Μιγκέλ Ανχελ Λοτίνα, Μαρθελίνιο).

Χαρακτηριστικά παραδείγματα των αγοραπωλησιών του Κορδόν

Αυτονόητη βάσει της συγκεκριμένης εξέλιξης και η αποτελεσματικότητα στην στελέχωση. Και αγωνιστικά και οικονομικά. Σε μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού σεζόν ο Κορδόν – αποκλειστικά εκτιμώντας το μεταγραφικό ισοζύγιο – δημιούργησε πλεόνασμα.

Δημιούργησε όμως το πλαίσιο για να βγάλει χρονιές ως και με μηδενικά ουσιαστικά ταμειακά διαθέσιμα, αλλά και να λειτουργήσει (άλλοτε επιτυχημένα, άλλοτε όχι) έχοντας να ξοδέψει +40 εκατομμύρια σε μια μεταγραφική περίοδο.

Διαμόρφωσε τις συνθήκες ώστε να μπορεί να ψάχνει είτε στα αζήτητα, είτε στα «σκουπίδια» των άλλων, είτε να έχει τη δυνατότητα να ανακαλύψει πρώτος, ποδοσφαιριστές που υπό οποιαδήποτε διαφορετική συνθήκη η Βιγιαρεάλ δεν θα μπορούσε να βρει. Το τμήμα scouting του ισπανικού συλλόγου θεωρείται – εδώ και χρόνια – ένα από τα καλύτερα στον κόσμο, πάντα με συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Νεαροί σε ηλικία ποδοσφαιριστές, με σαφή τάση ανάδειξης και μεταπωλητικής χρησιμότητας, χωρίς – στη συντριπτική πλειοψηφία – τρέλες και υπέρογκες δαπάνες. Όχι πως δεν έγιναν. Αλλά πάντα σχεδόν, αντισταθμίστηκαν. Ποτέ ο Κορδόν δεν κώλωσε να πουλήσει. Αν και όταν χρειάζονταν, μα κυρίως όταν και εφόσον η προσφορά που δέχονταν ξεπερνούσε την εκτιμωμένη αξία του ποδοσφαιριστή που παραχωρούσε.

Ενδεικτικά και μόνο: πήρε τον… καμένο από τη θητεία του στη Γιουνάιτεντ Ντιέγκο Φορλάν (2004) έναντι 3,2 εκατ. ευρώ και τρία χρόνια μετά τον έδωσε με 21 εκατομμύρια. Το ίδιο καλοκαίρι πήρε με ψίχουλα (800.000) τον Ντιέγκο Γκοντίν και το 2010 τον πούλησε με 8, αλλά και τον Μάρτιν Κάσερες με 900.000 και το αμέσως επόμενο καλοκαίρι, χωρίς να έχει παίξει λεπτό μιας και τον παραχώρησε δανεικό στην Ουέλβα, τον παραχώρησε έναντι 16 εκατ. στην Μπαρτσελόνα (η επανεπένδυσή τους δεν ήταν τόσο επιτυχημένη, με αγορά 8 εκατομμυρίων του Νταμιάν Εσκουδέρο και άλλων 7 του Τζόζι Αλτιντορ).

Ακόμη και τον Χουάν Ραμόν Ρικέλμε, ο οποίος ταύτισε την πρώτη «χρυσή» εποχή της Βιγιαρεάλ, πρώτα τον πήρε δανεικό στο «Μαδριγάλ», μετά έκανε χρήση του buyout που είχε συμφωνήσει με την Μπαρτσελόνα και τον απέκτησε καταβάλλοντας 8 εκατομμύρια το 2005 και μόλις δυόμιση χρόνια μετά τον πούλησε για 12.

Το καλοκαίρι του ’13 έδωσε 3,3 εκατομμύρια για να αγοράσει τον Γκάμπριελ Παουλίστα, ενάμιση χρόνο αργότερα τον πούλησε στην Άρσεναλ πενταπλασιάζοντας την επένδυσή του. Το ’14 αγόρασε με 5,5 εκατ. τον Λουτσιάνο Βιέτο, το επόμενο καλοκαίρι εισέπραξε 20 παραχωρώντας τον Αργεντινό επιθετικό.

Έφερε στο «Μαδριγάλ» έναντι… πινακίου φακής εμβληματικές προσωπικότητες: Πέπε Ρέινα, Μάρκος Σένα, Ζουλιάνο Μπελέτι, Φαμπρίτσιο Κολοτσίνι, Γκονσάλο Ροντρίγκες, Αριέλ Ιμπαγάσα. Προσαρμόστηκε όμως και στα δεδομένα της αγοράς δίνοντας το κάτι τις παραπάνω στις περιπτώσεις των Ματίας Φερνάντες (8,7), Τζιουζέπε Ρόσι (τον πήρε με 6,5 το ’07, τον πούλησε με 10 το ’13), Ιβάν Μαρκάνο (4 εκατ.), Μπόρχα Βαλέρο (6 εκατ.).

Ξανοίχτηκε - για παράδειγμα - με την αγορά του Βραζιλιάνου Νίλμαρ δίνοντας 16 εκατ. το 2009, τον εκποίησε τρία χρόνια μετά για 10. (Πάντα παραδειγματικά) Έδωσε 9 για τον Κρίστιαν Σαπάτα και 8 για τον Τζόναθαν ντε Γκουζμάν το καλοκαίρι του ’11, δεν βγήκαν και το επόμενο καλοκαίρι εισέπραξε 40 εκατομμύρια από πωλήσεις για να ισορροπήσει την κατάσταση στο ταμείο.

Κάτι που δεν πρόλαβε να κάνει στο τελευταίο του καλοκαίρι, αυτό του 2015, οπότε και έριξε στην αγορά συνολικά 47 εκατομμύρια (το πλέον δαπανηρό της θητείας του) αποκτώντας μεταξύ άλλων τον Ρομπέρτο Σολδάδο (16), τους Σάμου Γκαρθία (8), Σάμου Καστιγέχο (8) και τον Σεντρίκ Μπακαμπού (7,5).

Απολύτως χαρακτηριστικό πως στο top-10 των επικερδέστερων πωλήσεων στην ιστορία της Βιγιαρεάλ οι 8 αφορούν ποδοσφαιριστές που ντύθηκαν στα «κίτρινα» επί ημερών Κορδόν: στην κορυφή ο Μπακαμπού με 40 εκατομμύρια, δεύτερος ο Ερικ Μπαϊγί με 38, τέταρτος ο Σάντι Καθόρλα με 23, ο Καστιγέχο με 21,3, ο Φορλάν με 21, Ρόδρι και Βιέτο με 20 και ο Ματέο Μουσάτσιο με 18.

Οι ακαδημίες, η Μονακό και ο Εμπαπέ

Καθόρλα, Ρόδρι και Μουσάτσιο αναδεικνύουν μια άλλη πτυχή της ολικής αναδιοργάνωσης που επιτεύχθηκε στο «Μαδριγάλ» επί διεύθυνσης Κορδόν και αυτή είχε να κάνει με τα φυτωριακά τμήματα και τις ακαδημίες του συλλόγου. Οι τρεις συγκεκριμένοι αποτελούν τις ξεχωριστές περιπτώσεις, πλέον επικερδείς, οι οποίοι και αναδείχτηκαν από την παραγωγική διαδικασία της Βιγιαρεάλ.

Δεν είναι όμως οι μόνοι: Ζεράρδ Μορένο, Μόι Γκόμεθ, Μανουέλ Τριγκέρος, Μάρκο Ρουμπέν, Χαβιέ Ματίγια, Μάριο Γασπάρ, Ζοάν Οριόλ, Ερνάν Πέρες, Ματίας Ναουέλ, τα πλέον ενδεικτικά παραδείγματα μιας λίστας που ξεπερνάει τους 30 επαγγελματίες, όλοι προερχόμενοι από τα τσικό των Λεβαντίνων, όλοι αναδεικνυόμενοι επί ημερών Κορδόν.

Συστατικά και χαρακτηριστικά δουλειά που συνδυαστικά έβαλαν τον Ισπανό στο στόχαστρο πολλών. Όταν ανακοίνωσε πως αποχωρεί από τη Βιγιαρεάλ, γίνονταν λόγος για ενδιαφέρον – μεταξύ άλλων – από Παρί και Τσέλσι. Τελικά, μετακόμισε στο Μονακό, με τον Ρώσο ιδιοκτήτη των Μονεγάσκων, Νμίτρι Ριμπολόβλεβ να βλέπει στο πρόσωπό του τον ιδανικό εκφραστή για αλλαγή πολιτικής. Από τις πανάκριβες μεταγραφές, στην ανάδειξη των φυτωριών και τις επικερδείς πωλήσεις.

Δεν έκατσε πολύ – λίγο παραπάνω από έναν χρόνο – αλλά μάλλον δεν χρειάζονταν και παραπάνω. Και αυτό γιατί σε αυτόν τον χρόνο η Μονακό (στον πάγκο βρήκε τον Λεονάρντο Ζαρντίμ) κατέκτησε το πρωτάθλημα (πρώτο μετά από 17 χρόνια), με τον Κορδόν να πιστώνεται πρωτίστως την παραμονή στο ρόστερ του 17χρονου Κιλιάν Εμπαπέ (έπεισε την οικογένειά του να ανανεώσει το συμβόλαιό του), την ανάδειξη και την καθιέρωσή του ως βασικού στελέχους (έπεισε τη διοίκηση για να γίνει αυτό).

Εξέλιξη που απέφερε αμέσως μετά το τέλος εκείνης της σεζόν 180 εκατομμύρια από την πώληση του Εμπαπέ, ενώ άλλα 200 εισπράχτηκαν από άλλες πωλήσεις (Μπενζαμέν Μεντί, Μπερνάρντο Σίλβα, Τιεμουέ Μπακαγιόκο, Γουίντο Καρίγιο), τις οποίες… τροχοδρόμησε ο Ισπανός.

Η κοινοπραξία, το Εκουαδόρ και η Μπέτις

Μετά το Μονακό, συμφώνησε με την κοινοπραξία HOPEGroup του Κινέζου επιχειρηματία, Τζον Γιανγκ, στον χαρτοφύλακα του οποίου βρίσκονται τέσσερις ομάδες: η κινεζική Λιφάν, η πορτογαλική Τοντέλα, η ιταλική Πάρμα και η ισπανική Γρανάδα. Ο Κορδόν ανέλαβε CEO της κοινοπραξίας, επιβλέποντας ουσιαστικά τα πάντα που αφορούσαν τις συγκεκριμένες ομάδες.

Η θητεία του κράτησε δύο χρόνια. Στη διάρκειά της η Γρανάδα προβιβάστηκε στη LaLiga, η Τοντέλα παρέμεινε στην πρώτη κατηγορία του πορτογαλικού πρωταθλήματος, ενώ η Πάρμα έφτασε από τη SerieC στη SerieA, προτού υποβιβαστεί ξανά στη SerieC για οικονομικούς λόγους, κάτι που εκτιμάται πως ήταν και ο λόγος που ο Κορδόν αποχώρησε από το γκρουπ, επιλέγοντας κάτι τελείως διαφορετικό: να ηγηθεί του αναπτυξιακού πρότζεκτ της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας του Εκουαδόρ.

Ανέλαβε αθλητικός διευθυντής τον Δεκέμβριο του 2019, προσέλαβε για εκλέκτορα της εθνικής ομάδας τον Ζόρντι Κρόιφ, η πανδημία όμως δεν επέτρεψε το παραμικρό και έτσι γρήγορα τα συγκεκριμένα σχέδια εγκαταλείφθηκαν, με τις συνεργασίες να ολοκληρώνονται πριν καν ξεκινήσουν.

Το καλοκαίρι του ’20 επαναπατρίστηκε για χάρη της Μπέτις. Τριετής η συμφωνία του με τους Ανδαλουσιάνους, γρήγορα απέκτησε τα χαρακτηριστικά της «método Cordón», της μεθόδου Κορδόν, όπως διακριτά αποκαλούν οι συμπατριώτες του τη μεθοδολογία και την ποδοσφαιρική προσέγγιση του 59χρονου αξιωματούχου.

Σε τι συνίσταται; Προπονητής. Δομικό στοιχείο. Πήρε στη Σεβίλλη τον (αγαπημένο του) Μανουέλ Πελεγκρίνι και του έδωσε τα κλειδιά του αγωνιστικού τμήματος. Προσαρμόστηκε στα δεδομένα: πρώτη σεζόν δεν δαπάνησε ούτε ευρώ για αγορά ποδοσφαιριστή. Στη δεύτερη, μόλις 3,25 εκατομμύρια (για τον Χερμάν Πετσέλα).

Και πια στην τρίτη, έχοντας εξασφαλίσει έσοδα από την πρώτη ευρωπαϊκή συμμετοχή (ομίλους EuropaLeague 2021-22) και περιμένοντας αυτά της επόμενης (2022-23) έκανε αγορές 25 εκατομμυρίων (έχοντας πάντως εισπράξεει και άλλα 13 από την πώληση του Άλεξ Μορένο στην Άστον Βίλα).

Προώθησε γηγενείς από τις ακαδημίες, «έδεσε» πυλώνες (και σημαντικά περιουσιακά στοιχεία) της ομάδας, με τα αποτελέσματα και στο γήπεδο, άμεσα και απτά: 6η θέση το 2021, 5η πέρυσι, οπότε και η Μπέτις πανηγύρισε το μόλις τρίτο Κύπελλο της ιστορίας της, εξασφαλίζοντας και τρίτη διαδοχική συμμετοχή στις διεθνείς διοργανώσεις.

Αποχώρησε, ξαφνικά, τον περασμένο Φεβρουάριο. Τα τοπικά media έκαναν λόγο για διαφωνίες του με τη διοίκηση της Μπέτις. Η αλήθεια είναι πως δεν επιτρέπει παρεμβάσεις ή αλλοιώσεις ούτε στα αρχικά συμφωνηθέντα ούτε στον τρόπο που ο ίδιος θεωρεί πως πρέπει να γίνεται η δουλειά (του).

Δεν κατηγόρησε παρά ταύτα κανέναν, λέγοντας πως (και αυτή) ήταν προσωπική του απόφαση. Σπάνια εμφανίζεται δημοσίως, σπανιότερα ακούγεται ή μιλάει, αποστρέφεται τη δημοσιότητα και τη δημοσιοποίηση, θεωρώντας την εχεμύθεια δομικό συστατικό της επαγγελματικής φιλοσοφίας του. Φροντίζει πάντα και για τα πάντα τόσο τα αποδυτήρια και τους ποδοσφαιριστές, αλλά και το επιτελείο του, έχοντας όμως και τις ανάλογες απαιτήσεις.

Ενδεικτικό για παράδειγμα πως στον χρόνο που βρέθηκε στο Μονακό συνεργάστηκε με 14 scouts, οι οποίοι παρακολούθησαν 210 περίπου παιχνίδια την εβδομάδα και συνολικά 10.000 τον χρόνο. Όγκος που – έστω αναλογικά – είναι επιβεβλημένος για την ποδοσφαιρική προσέγγιση που ευαγγελίζεται και πρεσβεύει ο Κορδόν, η εμπλοκή του ονόματος του οποίου για ρόλους ανάλογους με αυτόν που αναλαμβάνει στον Ολυμπιακό σε ομάδες όπως η Μπαρτσελόνα και η Αστόν Βίλα είναι απολύτως ενδεικτική αναγνώρισης και αξίας.

Αντί επιλόγου, μερικές μόνο χαρακτηριστικές γραμμές της μεθόδου Κορδόν, όπως ο ίδιος τις έχει καταγράψει σε παλαιότερη (για την ακρίβεια πριν ακριβώς έναν χρόνο) συνέντευξή του:

«Η νοοτροπία. Αυτό είναι το σημαντικότερο δομικό συστατικό σε έναν σύλλογο. Η εμπιστοσύνη στο πλάνο και στην κατεύθυνση που αποφασίζεται να ακολουθηθεί. Επιβάλλεται προσαρμοστικότητα στις προσθήκες. Ανάλογα με το τι θέλει ο προπονητής, τι ταιριάζει στο γκρουπ και στα αποδυτήρια, τι μπορεί οικονομικά ο σύλλογος. Και στις πωλήσεις, απαγορεύεται να αντιμετωπίζονται ως η μοναδική δίοδος για έσοδα».

TAGS ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ STOIXIMAN SUPER LEAGUE THE SPORTS ECONOMIST
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ