Ο Μόσχος ο σιτευτός και ο θαυμαστός…

Σαν σήμερα το 1966 έφυγε από τη ζωή ο Γιώργος Μόσχος και ο Βασίλης Σκουντής αναψηλαφεί την ανατριχιαστική ιστορία που εκτυλίχθηκε πριν από 59 χρόνια στο “PalaLido” του Μιλάνου…
Μπράβο στην ΑΕΚ…
Μπράβο της διότι κάθε χρόνο τέτοια μέρα αφήνει ένα λουλούδι και ανάβει το καντήλι στον τάφο του Γιώργου Μόσχου αποδεικνύοντας πως οι άνθρωποι δεν φεύγουν όταν πεθαίνουν…
Φεύγουν μοναχά όταν τους ξεχνάμε και αφήνουμε τη μνήμη του να ξεφτίζει, να ξεθωριάζει και εντέλει να χάνεται…
Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, λοιπόν, η «Βασίλισσα» μνημονεύει τον “Piccolino” της: έναν μικρό το δέμας, έναν μικρούλη, που ωστόσο ήταν γίγαντας με τα όλα του!
Κάθε φορά, κάθε χρόνο τέτοια μέρα, η επιμνημόσυνη αναφορά της ΑΕΚ είναι συγκλονιστική και ανατριχιαστική, όπως αρμόζει στη συγκλονιστική και ανατριχιαστική τελευτή του σύντομου βίου του Μόσχου, που όντως έπαιξε με τον θάνατο.
Έπαιξε μαζί του ένα σκληρό, άδικο και άνισο παιχνίδι στο οποίο κέρδισε την πρώτη παρτίδα και έχασε την επόμενη, οκτώ μήνες αφότου είχε προσπαθήσει, αλλά εις μάτην, να φτιασιδώσει το κύκνειο άσμα του σε μια συγκινητική ιστορία η οποία αποτυπώνεται και σε ένα ενσταντανέ της ταινίας “1968” του Τάσου Μπουλμέτη…
Ας πάρω όμως τα πράγματα με τη σειρά, έστω κι αν αυτή είναι σε ένα βαθμό ανάποδη!
Το έπος του 1968 και η σπορά του 1966
Η 4η Απριλίου του 1968, που μαγνήτισε στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο 80.000 ανθρώπους, συνήγειρε τον απανταχού της γης ελληνισμό και έγινε κορνίζα στα παλιά γραφεία της FIBA στο Μόναχο είναι ασφαλώς ένα ορόσημο, αλλά εκείνο το βράδυ η ΑΕΚ απλώς θέρισε τη σπορά που είχε ρίξει στις 30 Μαρτίου και την Πρωταπριλιά του 1966 στο Μιλάνο και στην Μπολόνια.
Η ΑΕΚ προκρίθηκε στο Final 4 σημειώνοντας οκτώ νίκες και δύο ήττες στους δέκα αγώνες που έδωσε, με τη Βίσλα Κρακοβίας, τη Βιντάντ Καζαμπλάνκα, την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, την ΤΣΣΚΑ Σόφια και τη Ζαντάρ.
Στις 13 Ιανουαρίου του 1966 η ΑΕΚ άλωσε το Ζαντάρ νικώντας την ομώνυμη ομάδα με 71-69, ενώ μια εβδομάδα αργότερα επικράτησε στο Καλλιμάρμαρο με 76-71 και σφράγισε την πρόκριση της στο Final 4, που το ζήλεψαν ως φόρμουλα από το NCAA o Γουίλιαμ Τζόουνς και ο Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς και το λανσάρισαν στο Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Το ντεμπούτο του Τσόσιτς
Αναφέρομαι ειδικώς στα δύο ματς με τη Ζαντάρ, όχι μόνο λόγω της σημασίας τους, αλλά και λόγω της σημειολογίας τους, που τότε κανείς δεν μπορούσε να την υποπτευθεί: εναντίον της ΑΕΚ έκανε το ντεμπούτο του στο διεθνές παλκοσένικο ένας λιπόσαρκος, ξερακιανός 18άχρονος που φορούσε το Νο 11 στην πλάτη και μετά από είκοσι δυο χρόνια έμελλε να έρθει στα μέρη μας ως προπονητής και να καθίσει στον πάγκο της “Ένωσης”…
Λεγόταν Κρέζιμιρ Τσόσιτς και μεταξύ άλλων, είχε συμπαίκτες τον (μεταγενέστερο προπονητή του ΠΑΟΚ) Πίνο Τζέρτζια, που υπήρξε μάλιστα ο μέντορας του και τον επιδείκνυε με υπερηφάνεια στον Φίλιππο Συρίγο, συστήνοντας τον ως τον μελλοντικό κυρίαρχο σέντερ της Ευρώπης) και τον Μίλαν Κόμαζετς, πατέρα του μετέπειτα παίκτη του Παναθηναϊκού, του Ολυμπιακού και της ΑΕΚ, Άριαν Κόμαζετς.
Η… ροχάλα του Αμερικάνου στον Στάνκοβιτς
Τότε βεβαίως ο συχωρεμένος ο Κρέζο ήταν μικρός και… τριανταφυλλένιος, με αποτέλεσμα να τον… καταπιεί ο μεγάλος Γιώργος Τρόντζος, που μαζί με τον Γιώργο Αμερικάνο και τον Χρήστο Ζούπα συγκροτούσαν ένα τρίγωνο ολκής.
Τρεις μεγάλοι παίκτες, που ο καθένας έγραψε τη δική του Ιστορία πολύ πέρα από τα στενά ελληνικά όρια, άλλωστε όλοι τους υπήρξαν βασικά στελέχη της Μικτής Ευρώπης και της Μικτής κόσμου, έστω κι αν ο «Παγκόσμιος» τέθηκε σε καραντίνα επειδή μετά από ένα ματς με την Μπέογκραντ (του Ραντιβόι Κορατς) έβρισε και έφτυσε τον προπονητή της…
Το γεγονός δεν θα είχε πολύ μεγάλη σημασία, εάν δεν τύχαινε αυτός ο προπονητής να λέγεται Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς!
Εκείνη την εποχή το ευρωπαϊκό μπάσκετ τόσο σε εθνικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο βρισκόταν υπό την ηγεμονία των ομάδων του λεγόμενου ανατολικού μπλοκ, με μοναδική εξαίρεση στον κανόνα τη Ρεάλ.
Ωστόσο οι Μαδριλένοι πλήρωσαν ακριβά την ήττα τους από τη βελγική Ρασίγκ Μαλίν (του φοβερού σκόρερ Γουίλι Στεβενίερς) και έμειναν εκτός νυμφώνος.
Ο φοβητσιάρης Βασιλειάδης και το μυστικό ταξίδι του Μόσχου
Οι αγώνες του Final 4 μοιράσθηκαν σε δυο πόλεις της Ιταλίας, στην Μπολόνια και στο Μιλάνο , όπου έπαιξε η ΑΕΚ με τη Σλάβια Πράγας, από την οποία ηττήθηκε με το βαρύ 103-73, μην μπορώντας να αναχαιτίσει τον Γίρι Ζίντεκ, τον Κάρελ Μπάρος, τον Γίρι Άμερ, τον Γιάροσλαβ Κοβάρ και τον Γίρι Ζέντνιτσεκ με τους οποίους έμελλε να ανταμώσει ξανά μετά από δυο χρόνια στον τελικό της Αθήνας…
Η αποστολή της ΑΕΚ δεν ταξίδεψε συντεταγμένα στο Μιλάνο. Ο Στέλιος Βασιλειάδης έφτασε με τρένο, διότι φοβόταν τα αεροπλάνα, ενώ ο Γιώργος Μόσχος συνάντησε την ομάδα προερχόμενος από το Λονδίνο, όπου πήγε μυστικά.
Ο λόγος;
Είχε προσβληθεί από καρκίνο στους λεμφαδένες και έδινε μια σκληρή μάχη υποβαλλόμενος σε χημειοθεραπείες για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια του και να μη χάσει το μεγάλο ραντεβού…
Το ιστορικό καλάθι στην Κρακοβία
Εδώ ανοίγω μια παρένθεση διότι ο Μόσχος ήταν εκείνος ο οποίος είχε οδηγήσει την ΑΕΚ στην επική πρόκριση της στο δεύτερο γύρο με αντίπαλο την πανίσχυρη Βίσλα Κρακοβίας. Η ΑΕΚ νίκησε στην Αθήνα με 72-71, σε ένα ματς στο οποίο ο Πολωνός σέντερ, Βιέσλαβ Λάνγκιεβιτς αστόχησε επίτηδες σε μια ελεύθερη βολή για να μην παιχθεί παράταση, ώστε να μην κινδυνεύσει η Βίσλα να ηττηθεί με μεγαλύτερη διαφορά.
Στις 11 Νοεμβρίου του ’65 στην Κρακοβία η ΑΕΚ πέτυχε μια θρυλική νίκη, με 81-79 και προκρίθηκε στον δεύτερο γύρο. Στην τελευταία επίθεση του αγώνα με το σκορ ισόπαλο, ο Βαγγέλης Νικητόπουλος (αγωνιζόμενος αντί του Ζούπα, που αποβλήθηκε με πέντε φάουλ) και βλέποντας τον Γιώργο Αμερικάνο στενά μαρκαρισμένο έδωσε την μπάλα στον Μόσχο, που σηκώθηκε από την κορυφή της ρακέτας και σημάδεψε διάνα πετυχαίνοντας το νικητήριο καλάθι.
Το τσακάλι, τα μάρμαρα και η Μικτή Ευρώπης
Ο Μόσχος ήταν σκέτο ταυρί. «Και τσακάλι σε όλα του. Δυνατός, γρήγορος, έξυπνος, όχι καλός σουτέρ, αλλά φοβερός ντριμπλέρ και δεινός μπασιματάκιας» μου είχε πει ο αείμνηστος Βαγγέλης Νικητόπουλος, ο οποίος ήταν συγκάτοικος του στις αποστολές.
Γεννημένος το 1937 στην Αθήνα και γόνος εύπορης οικογένειας (ο πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος μαρμάρων) ο Γιώργος άρχισε την καριέρα του στον Πανελλήνιο με τον οποίο στέφθηκε πρωταθλητής Ελλάδος το 1957, ενώ στη συνέχεια ανηφόρισε στη Θεσσαλονίκη και αγωνίσθηκε στον Ηρακλή (1960-61).
Το 1961 επέστρεψε στην Αθήνα για λογαριασμό της ΑΕΚ, η οποία εκείνη την εποχή μάζευε τους καλύτερους παίκτες της Ελλάδας και συγκροτούσε την ομάδα που έμελλε να δρέψει δάφνες στην Ευρώπη και να εξελιχθεί σε δυναστεία στην Ελλάδα.
Με την ΑΕΚ ο Μόσχος κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα Ελλάδος (1963, 1964, 1965, 1966), στις 15 Μαΐου του 1965 χρίσθηκε διεθνής (στον αγώνα Ελλάδα- Ρουμανία 68-75, με προπονητή τον Φαίδωνα Ματθαίου), ενώ μερικούς μήνες αργότερα αγωνίσθηκε στη Μικτή Ευρώπης, ωστόσο το «κακό» παραμόνευε…
Οι τρεις που ήξεραν το δράμα
Ο καρκίνος στους λεμφαδένες είχε αρχίσει να του τρώει τα σωθικά και ο αγώνας του ήταν άνισος, ωστόσο δεν ήθελε να δημοσιοποιήσει το πρόβλημα του και το κράτησε κρυφό τόσο από την κόρη του, Μαρία, (η οποία μετά το διαζύγιο με τη σύζυγο του έμενε μαζί του), όσο και από τους συμπαίκτες του!
Το μυστικό που παρέμενε επτασφράγιστο στους κόλπους της ομάδας το γνώριζαν μονάχα τρεις άνθρωποι: ο προπονητής Μίσσας Πανταζόπουλος, ο πρόεδρος της ΑΕΚ Βασίλης Χατζηγιάννης (γιατρός, μετέπειτα πρόεδρος της ΕΠΟ και πεθερός του Βασίλη Φραγκιά) και ο γιατρός της ομάδας, Μίμης Γιαννακόπουλος.
Άνισος υπήρξε και ο ημιτελικός της 30ής Μαρτίου του 1966 με τους Τσεχοσλοβάκους, οι οποίοι κατατρόπωσαν την ΑΕΚ, με 103-73. Ο Μόσχος καταβεβλημένος από την αρρώστια και εξασθενημένος από τις οδυνηρές χημειοθεραπείες έπαιξε μόνο στο πρώτο ημίχρονο, έβαλε ένα καλάθι και στη συνέχεια κάθισε στον πάγκο, έτοιμος να καταρρεύσει…
“Κοιτάξτε ρε πως έχω γίνει”!
Στα αποδυτήρια ο Αμερικάνος τσατισμένος και χωρίς να έχει ιδέα τι συνέβαινε (λέγεται ότι) μίλησε άσχημα στον Μόσχο και του επέρριψε ευθύνες για την ήττα σε μια σκηνή που έχει αποτυπωθεί στην ταινία “1968”.
Τότε ο Μόσχος, εξουθενωμένος, τσατισμένος και δακρυσμένος, σήκωσε, λέει, τη φανέλα του, έδειξε με τα δάχτυλα του τα σημάδια από τις θεραπείες και φώναξε με όση δύναμη μπορούσε να αντλήσει από μέσα του…
“Κοίτα ρε Γιώργο. Κοιτάξτε όλοι σας ρε πως έχω γίνει από τον καρκίνο που με τρώει κάθε στιγμή. Γι’ αυτό δεν μπορώ ούτε να τρέξω, ούτε να παίξω καλά. Και μόνο που στέκομαι όρθιος είναι θαύμα”!
Οι παίκτες σοκαρίσθηκαν μπροστά σε αυτό το θέαμα. Κάποιοι έβαλαν τα κλάματα και μέσα στα αποδυτήρια επικράτησε νεκρική σιγή…
“Έβγαζε αφρούς και γρύλιζε“
Η επόμενη πράξη του δράματος θα παιζόταν μετά από δυο ώρες στο ξενοδοχείο. «Κοιμόμασταν μαζί και ξαφνικά μέσα στη νύχτα ξύπνησε από μια περίεργη φασαρία» έχει μαρτυρήσει ο Βαγγέλης Νικητόπουλος. «Άναψα το πορτατίφ γύρισε δεξιά μου και τι να δω. Ο Γιώργος έβγαζε αφρούς από το στόμα του και γρύλιζε από τον πόνο»!
Σοκαρισμένος από αυτό το θέαμα ο «Σουηδός» σηκώθηκε και έτρεξε στο δωμάτιο του γιατρού τον οποίο ενημέρωσε για τα καθέκαστα. «Γιατρέ, ο Γιώργος είναι χάλια. Δεν ξέρω τι να κάνω» του είπε. Ο Μίμης Γιαννακόπουλος ακολούθησε τον Νικητόπουλο στο δωμάτιο τους, έδωσε στον Μόσχο ένα καταπραϋντικό και πρωί πρωί ο Γιώργος μπήκε στο αεροπλάνο μαζί με τον έφορο της ομάδας Δημήτρη Τράγο και επέστρεψε στην Αθήνα για να συνεχίσει τη θεραπεία, περπατώντας σε έναν δρόμο χωρίς γυρισμό.
“Ας μου το έφερναν στον τάφο“!
Δυο μήνες αργότερα, έπειτα από έναν αγώνα του Πρωταθλήματος, η ΑΕΚ βράβευσε τον Μόσχο, απονέμοντας του μια τιμητική πλακέτα. Γύρισε τότε ο Γιώργος στον Νικητόπουλο και με απίστευτο κυνισμό και με πόνο ψυχής του είπε: «Ρε συ Βαγγέλη τι μου το έδωσαν αυτό; Ας έκαναν λίγη υπομονή να μου το έφερναν μαζί με τα λουλούδια στον τάφο μου»!
Ο Γιώργος Μόσχος έφυγε από τη ζωή, νικημένος από τον καρκίνο, σε ηλικία μόλις 29 ετών, σαν σήμερα, στις 28 Δεκεμβρίου του 1966. Οι συμπαίκτες του και όλη η ομάδα του αφιέρωσαν τον θρίαμβο της 4ης Απριλίου του 1968, ενώ η ΑΕΚ έδωσε το όνομα του στο κλειστό γήπεδο που κατασκευάσθηκε δίπλα από το ποδοσφαιρικό και χρησιμοποιήθηκε ως έδρα της ομάδας μπάσκετ μετά το 1989, αλλά κατεδαφίστηκε μαζί με το “Νίκος Γκούμας” το 2003.
Μετά θάνατον επίσης βραβεύθηκε σε ειδική εκδήλωση για την επέτειο των σαράντα ετών από την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων, στις 6 Απριλίου του 2008.
Σήμερα, 28 Δεκεμβρίου του 2025, συμπληρώνονται 59 χρόνια από εκείνη τη ζοφερή και θρηνώδη ημέρα, που μένει ανεξίτηλα χαραγμένη στην ιστορία και στη συλλογική μνήμη…
Φροντίζει γι αυτό η ΑΕΚ, μπράβο της!