ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ

Κατάληξη καθρέφτης μιας ολόκληρης χρονιάς ανωτερότητας για τον Ολυμπιακό

Eurokinissi

Ο Ολυμπιακός δεν έγινε… Σίτι και δεν άφησε κανένα περιθώριο στον ΟΦΗ να (μπορέσει να διανοηθεί πως θα) γίνει Κρίσταλ Πάλας, αναδεικνύοντας και στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας Betsson τον τρόπο με τον οποίο κυριάρχησε στη φετινή σεζόν κατακτώντας το νταμπλ και έτσι ολοκληρώνοντας μια ημερολογιακή χρονιά με ανεπανάληπτα αποτελέσματα.

Ένας τελικός είναι πάντα ιδιαίτερος. Η αύρα και μόνο που κουβαλάει, το τρόπαιο που περιμένει, η διαδρομή που προηγήθηκε, η ευκαιρία που συνεπάγεται, όλα, συμβάλλουν στο να μικραίνουν, έστω και στα χαρτιά, αποστάσεις και διαφορές που ίσχυαν καθ’ όλη τη διάρκεια μιας σεζόν, διαφορές που διακρίνουν ξεκάθαρα φαβορί και αουτσάιντερ. Δεν αναιρούνται όμως. Κάθε άλλο. Υφίστανται.

Στις – σχηματικά – δέκα φορές που θα βρεθεί σε τελικό Κυπέλλου Ελλάδας Betsson ένας εκπρόσωπος των “μεγάλων”, του Big-4, με κάποιον από τους άλλους, τους υπόλοιπους, ζήτημα να χάσει τη μία. Τεκμαίρεται ιστορικά. Και οι ισορροπίες που προϋπάρχουν αυτών των ενενήντα ή και ενίοτε παραπάνω λεπτών του συγκεκριμένου ενός και μόνο παιχνιδιού, σχεδόν πάντα, διαμορφώνουν τακτική και προσέγγιση σε δαύτο.

Στο Γουέμπλεϊ, δύο ώρες κοντά πριν το σαββατιάτικο δικό μας φινάλε, η Κρίσταλ Πάλας αντιμετώπισε τη Μάντσεστερ Σίτι. Ακόμη και η χειρότερη Σίτι επί ημερών Γκουαρντιόλα, ακόμη και στη χειρότερη σεζόν της προπονητικής διαδρομής του Καταλανού, αυτές τις ισορροπίες, εκεί, στον τελικό στο Νησί, δεν τις άλλαζε.

Ούτε και το πλάνο. Η “μικρή” Πάλας μπήκε στο παιχνίδι επιλέγοντας να μείνει απενεχοποιημένα τελείως πίσω από τη σέντρα. Ούτε καν την πέρασε στο πρώτο τέταρτο, διάστημα κατά το οποίο οι “πολίτες” είχαν 90% κατοχή και τέσσερα κερδισμένα κόρνερ. Πρέπει να υποφέρεις. Αλλιώς δεν γίνεται. Μέρος, θες δεν θες, του πλάνου.

Από εκεί και πέρα για το εκάστοτε αουτσάιντερ η προσδοκία, η ελπίδα, η (προσ)ευχή είναι, πολύ απλά, να του… κάτσει. Να αντέξει. Και λεπτό το λεπτό, μέτρο το μέτρο, μονομαχία τη μονομαχία, να διαφοροποιεί τις ισορροπίες. Των Λονδρέζων τους… έκατσε. Στην πρώτη φορά που πέρασαν τη σέντρα, έβγαλαν την πρώτη τους επίθεση, πάτησαν για πρώτη φορά στην αντίπαλη περιοχή και βρήκαν δίχτυα.

Δεν άλλαξαν έκτοτε τίποτα από τον αρχικό τους, πριν τη σέντρα, προγραμματισμό. Δεν (θα) υπέφεραν λιγότερο. Δεν θα σταματούσαν να παίζουν επιδιώκοντας να αλλάξουν, με τον ίδιο τρόπο, τις πιθανότητες. Είχαν όμως πλέον το γκολ στο σακούλι. Είχαν και τον τερματοφύλακα τους σε βραδιά καριέρας και έτσι κατάφεραν να κρατήσουν και να κατακτήσουν τον πρώτο τίτλο της ιστορίας τους.

Σοβαρότητα και συνέπεια

Αναλογικά, η προσέγγιση του ΟΦΗ κόντρα στον Ολυμπιακό δεν (θα μπορούσε να) ήταν διαφορετική. Στους Κρητικούς δεν έκατσε. Οι πρωταθλητές δεν το επέτρεψαν. Την πρώτη φορά που τους είδαν να περνάνε τη σέντρα ήταν στο ημίωρο. Ως τότε, τους είχαν «πνίξει». Ως τότε, είχαν προηγηθεί. Θα μπορούσαν να είχαν «καθαρίσει», πριν καν συμπληρωθεί το πρώτο τρίτο του τελικού, τη νίκη με ένα δεύτερο γκολ.

Το βρήκαν στα χασομέρια. Χωρίς ως τότε να κάνουν τίποτα το εντυπωσιακό. Μα και από την άλλη, χωρίς να επιτρέπουν και το παραμικρό, παρά μόνο μία φορά, λίγο πριν τη διαμόρφωση του τελικού σκορ. Τους ήταν αρκετά μόνο τα όσα, πριν τη σέντρα, καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν, αναδείκνυαν στο χορτάρι τη διαφορά τους.

Η σοβαρότητα, η συνέπεια, η αποτελεσματικότητα. Όσα, εν τέλει, κάνουν και διαφορά στο τελευταίο παιχνίδι της σεζόν, εννιά μήνες μετά το ξεκίνημά της, στην ολοκλήρωση μιας εντυπωσιακής ημερολογιακής χρονιάς που άρχισε με την περυσινή ευρωπαϊκή στέψη και ολοκληρώθηκε με το φετινό νταμπλ στη συμπλήρωση ενός αιώνα ζωής.

Όσα αντικατοπτρίζονται στη φιλοσοφία και το πως επιβλήθηκε, ποτίστηκε παντού, από αποδυτήρια, χορτάρι, σε εξέδρα, διοικητήριο και media του προπονητικού υπεύθυνου τούτης της χρονιάς, του Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ και, επίσης, όσα καταλήγουν στον αρχισκόρερ της, τον Αγιούμπ Ελ Κααμπί.

Γκολ και ασίστ “έγραψε” ο MVP του τελικού. Δεν είναι όμως αυτά που αντικατοπτρίζουν, αλλά τα όσα προηγήθηκαν και ακολούθησαν των στιγμών που ο Μαροκινός καθόρισε τη ρότα της αναμέτρησης. Στο γκολ του, από κομπίνα σε στατική φάση (κάθε άλλο παρά σημείο αναφοράς των φετινών νταμπλούχων), σπεύδει πρώτος, όπως και όλοι οι συμπαίκτες του, να αποδώσει τα εύσημα για τη σύλληψη της ρουτίνας, την εκτέλεση της ιδέας στον βοηθό του Βάσκου, τον Φραν Ρίκο.

Κανένα, δικό του, credit. Στο δεύτερο, βρίσκεται στο μισό της άμυνας του Ολυμπιακού. Στο 92’. Και πιέζει, αυτός, τον Νέιρα. Του παίρνει την μπάλα. Την κουβαλάει. Τη δίνει στον Γιάρεμτσουκ και όταν ο Ουκρανός «γράφει», άμεσα δίνει το σήμα στην εξέδρα για την αποθέωσή του σκόρερ.

Καθρέφτης. Και η επίδοση – διάολε, 60 γκολ σε 94 παιχνίδια έχει μετρήσει ο αθεόφοβος στη διετία του στο λιμάνι – και κυρίως όλα τα γύρω γύρω που δεν αντανακλώνται μόνο σε νούμερα και αριθμούς. Αυτά που μπορεί να μην πιάνει το μάτι των πολλών, μα κεντράρει στο μάτι όλων σε έναν πάγκο και στα αποδυτήρια.

Κατάληξη δίκαιη, εξέλιξη αδιαμφισβήτητη. Και για τους δύο φιναλίστ. Η φωτιά του Ολυμπιακού, φέτος, παρέσυρε τα πάντα στον διάβα του. Ο ΟΦΗ τη δική του τη φωτιά – όπως οι οπαδοί του τραγούδησαν – την άναψε όντως, μα κάτι περισσότερο ούτε και μπορούσε, ούτε και δικαιούνταν. Το ζητούμενο για τους Κρητικούς είναι να φροντίσουν ώστε όχι απλώς να μην σβήσει, αλλά σεζόν τη σεζόν, να τη θεριέψουν.

Καλό δικό τους, καλό δικό μας, καλό όλων όσων βλέπουν, αντιλαμβάνονται, γουστάρουν ποδόσφαιρο. Καλό που και ένας τελικός, δεν έδειχνε παράταιρος εκείνου που τηλεοπτικά χαζεύαμε λίγο νωρίτερα από εκείνον του Σταδίου, στο Λονδίνο.

Στα μέρη μας, την τελευταία βαριά βαριά δεκαπενταετία, έχουμε ζήσει τελικούς που κανείς δεν ήξερε που, πως και πότε θα διεξαχθούν, τελικούς σε άδειες εξέδρες, τελικούς με περισσότερα καθίσματα αδειανά, τελικούς με φουσκωτούς μόνο στα επίσημα, τελικούς που αυτοί οι φουσκωτοί τις έπαιζαν μεταξύ τους, τελικούς που στρατοί τις έπαιζαν εντός, εκτός και επί τ’ αυτά των γηπέδων, τελικούς που πρόεδροι κυνηγούσαν διαιτητές και επόπτες, τελικούς που κυβερνήσεις και υπουργοί (στην καλύτερη) καθόριζαν το πλαίσιο.

Τελικούς που, τέλος πάντων, οτιδήποτε χρειάζονταν για να ανάψουν φωτιές, πρόσφεραν και προσφέρονταν, παντοιοτρόπως εν αφθονία. Καλό παράδειγμα και καλή ευκαιρία τα όσα και όπως έγιναν στον φετινό ώστε όλοι όσοι έχουν/έχουμε ευθύνη για ένα τέτοιο παιχνίδι από εδώ και πέρα να φροντίσουν/φροντίσουμε να μην ανάψει ξανά καμία άλλη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ