Πώς κάνουν μεταγραφές ρεκόρ οι τουρκικές ομάδες και τι ισχύει με το FFP: Χρέη, χορηγίες, εύνοια, προνόμια και εύθραυστη ισορροπία

Όπως συζητήθηκε στο Box2Box by Betsson, οι δύο κορυφαίες τουρκικές ομάδες δείχνουν πώς οι επιθετικές μεταγραφές, η έξυπνη διαχείριση χρεών και τα δυνατά συμβόλαια χορηγιών συνθέτουν το τρίπτυχο που τις κρατάει στην κορυφή του ανταγωνισμού.
Πώς το κάνουν οι κορυφαίες τουρκικές ομάδες; Πώς μπορούν και αγοράζουν ποδοσφαιριστή με 75 εκατ. ευρώ (Βίκτορ Όσιμεν), πώς μπορούν και προσφέρουν συμβόλαια που ξεπερνούν τα 15 εκατ. ευρώ ετησίως (Λιρόι Σανέ);
Πώς έχουν καταφέρει τα τελευταία χρόνια να υπερκεράσουν το τεράστιο χρέος τους, ποια τα τρικ που έχουν υιοθετήσει ως επιχειρηματική πρακτική και ποιος ο ρόλος του (πάντα παρόντος) τουρκικού κράτους στον εξορθολογισμό και στην οικονομική ισορροπία (τρόμου) που έχουν πετύχει και τους επιτρέπει τέτοια ανοίγματα;
Στο Box2Box by Bettson με τους Ηλία Καλλονά και Αντώνη Οικονομίδη αναλύθηκε διεξοδικά η κατάσταση στις δύο επιφανέστερες ομάδες του τουρκικού πρωταθλήματος και που καθρεφτίζει την ποδοσφαιρική γενικότερη στη γειτονική χώρα.
Καλοκαιρινή… κραιπάλη
Η Super Lig είναι το τρίτο πρωτάθλημα στον κόσμο σε καθαρή μεταγραφική δαπάνη (ισοζύγιο αγορών – πωλήσεων), πίσω μόνο από την Premier League και τη Saudi Pro League. Στην περασμένη καλοκαιρινή μεταγραφική περίοδο, το συνολικό ποσό έφτασε στα 173 εκατ. ευρώ, ενώ το τουρκικό πρωτάθλημα στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα ήταν στην 7η θέση σε συνολική μεταγραφική δαπάνη με 349 εκατ. ευρώ (πίσω μόνο από το top-5 των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων και αυτό της Σαουδικής Αραβίας), εκ των οποίων το 80% προήλθε αποκλειστικά και μόνο τις τρεις “μεγάλες” της Κωνσταντινούπολης: Γαλατασαράι, Φενερμπαχτσέ και Μπεσίκτας.
Οι κορυφαίοι σύλλογοι έσπασαν τέσσερα φορές το προηγούμενο ρεκόρ μεταγραφικής δαπάνης. Άνηκε στη Φενέρ, από το καλοκαίρι του ’24, με την αγορά του Ενεσιρί (19,5 εκατ. ευρώ). Το περασμένο όμως, έγιναν τέσσερις μεταγραφές που το ξεπέρασαν: τα “καναρίνια” έδωσαν 22,5 εκατ. ευρώ για τον Ακτούρκογλου (Μπενφίκα), ενώ οι πρωταθλητές Τουρκίας κατέλαβαν τις τρεις κορυφαίες θέσεις της συγκεκριμένης λίστας πληρώνοντας 27,5 εκατ. ευρώ για τον Ουγκουρτσάν Τσακίρ (Τραμπζονσπόρ), 31 για τον Βιλφρίντ Σινγκό (Μονακό) και φυσικά, τα 75 εκατ. για τον Όσιμεν (Νάπολι).
Διαχείριση χρεών και στρατηγικές πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων
Το 2021 οι μεγάλες τουρκικές ομάδες υπέγραψαν με την Turkish Banks Association προνομιακή ρύθμιση των χρεών τους προς όλες τις τράπεζες, πρακτικά χωρίς επιτόκιο, με ηγετικό ρόλο σε αυτό το τραπεζικό κονσόρτσιουμ που συστήθηκε αποκλειστικά γι’ αυτόν τον λόγο να έχουν οι Ziraat Bank και η DenizBank. Η πρώτη κρατική, η δεύτερη συμφερόντων της κυβέρνησης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Η συμφωνία αναπροσαρμόστηκε το 2023, δίνοντας παράταση στην (πάντα ευνοϊκή) αποπληρωμή των χρεών ως το 2030.
To περασμένο καλοκαίρι, η Γαλατά ανακοίνωσε την πλήρη ρύθμιση των τραπεζικών χρεών της. Το μέσο ήταν η παραχώρηση του προπονητικού κέντρου στην ιδιωτικών συμφερόντων εταιρεία real estate Nivak Yapi, η οποία κατέβαλλε προσφορά 480 εκατ. ευρώ, με προπληρωμή περίπου 45 εκατ. ευρώ και διατήρηση μέρους μερισμάτων από την “τσιμ-μπομ” από τα έσοδα του έργου.
Ανάλογη ήταν και η πρακτική που υιοθέτησε η Φενερμπαχτσέ, η οποία προχώρησε στην πώληση ιδιόκτητης γης στην (κρατική) Emlak Konut στην περιοχή Atasehir της Κωνσταντινούπολης (το project προβλέπει κατασκευή κατοικιών και γενικότερα οικιστική αξιοποίηση σε έκταση 61.000 τετραγωνικών χιλιόμετρων) με προπληρωμή περίπου 90 εκατ. ευρώ, από τα οποία τα 80 εκατ. θα κατευθυνθούν στην αποπληρωμή των τραπεζικών χρεών του συλλόγου.
Έσοδα από τηλεοπτικά, εισιτήρια και UEFA
Η Super Lig έχει υπογράψει τριετή συμφωνία (ολοκληρώνεται στο τέλος της σεζόν 2026-27) με το κορυφαίο τηλεοπτικό δίκτυο Bein Media Group, το οποίο και ετησίως καταβάλλει 156 εκατ. ευρώ για την κάλυψη των αναμετρήσεων του τουρκικού πρωταθλήματος. Το ποσό αυτό διανέμεται αναλογικά στις τουρκικές ομάδες, ανάλογα την εμπορικότητα, αλλά και την κατάταξή τους.
Συγκεκριμένα, η Γαλατασαράι εισπράττει περίπου 17 εκατ., η Φενερμπαχτσέ 14,5, ενώ ενδεικτικό είναι πως η τέταρτη της περασμένης σεζόν (και αρκετά μακριά στην κούρσα των άλλων δύο) Μπεσίκτας εισπράττει άλλα 12 εκατ. ευρώ. Σημαντικά τα έσοδα που προκύπτουν και από τη διάθεση των εισιτηρίων διαρκείας: ετησίως η Γαλατά έχοντας πουλήσει 42.000 εισπράττει 51 εκατ. ευρώ (δεν υπάρχουν σχετικά, ακριβή και επιβεβαιωμένα στοιχεία για τη Φενερμπαχτσέ, βάσιμες εκτιμήσεις τοποθετούν το δικό της έσοδο λίγο πάνω από τα 40 εκατ. ευρώ).
Τέλος αποκλειστικά και μόνο το prize money που αποδόθηκαν από την UEFA σε πρωταθλητές Τουρκίας και “καναρίνια” από την περυσινή ευρωπαϊκή συμμετοχή τους (δεν συνυπολογίζεται το market pool από τα τηλεοπτικά δικαιώματα) ήταν 20 εκατ. και 15 εκατ. αντίστοιχα.
Χορηγίες και merchandising
Χορηγικά και εκεί η κατάσταση είναι αρκετά προσοδοφόρα για τους δύο κορυφαίους τουρκικούς συλλόγους. Το ποσό που εισπράττει από τις διάφορες συμφωνίες που έχει συνάψει η Γαλατασαράι ξεπερνάει τα 80 εκατ. ευρώ ετησίως (ενδεικτική η πρόσφατη συμφωνία, δεκαετής, με την Puma, η οποία και θα της αποφέρει 14 εκατ. ευρώ τον χρόνο).
Το αντίστοιχο ποσό για τη Φενερμπαχτσέ υπολογίζεται στα 50 εκατ., εκ των οποίων τουλάχιστον 30 είναι γνωστά και κατατεθειμένα επισήμως, με σημαντικό μέρος να προέρχεται από τον χορηγό ονοματοδοσίας του γηπέδου (15 εκατ. ευρώ, σε συμφωνία που ξεκίνησε φέτος), αλλά και αντίστοιχο deal ένδυσης με την Adidas.
Διόλου ευκαταφρόνητο και άκρως αναπτυσσόμενο – δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι δύο ομάδες απευθύνονται σε μια αγορά +85 εκατoμμυρίων ανθρώπων εντός των τουρκικών συνόρων και +130 παγκοσμίως – το βάρος που δίνεται (και η ανταμοιβή που προκύπτει) στο merchandising. Σημαντική η επένδυση που έχουν κάνει τα αρμόδια επιτελεί της Γαλατασαράι και της Φενερμπαχτσέ, κάθε άλλο παρά αδικαιολόγητη αφού το έσοδο φτάνει τα 40 εκατ. ευρώ και για τις δύο ομάδες.
Μισθοί και συνολικό χρέος
Ανάλογο των εσόδων (αλλά και των δαπανών και του παθητικού προφανώς), το payroll των δύο ομάδων. Ξεπερνάει – με συντηρητικές εκτιμήσεις – τα 100–110 εκατ. ευρώ ετησίως (μεικτά), με τις πληρωμές – και αυτό έχει τη σημασία του – να γίνονται τουλάχιστον για τους μη Τούρκους ποδοσφαιριστές σε “σκληρό” νόμισμα (δολάριο, ευρώ) και όχι την υπερβολικά πληθωριστική τουρκική λίρα.
Διαχρονική – και ακόμη μία βολική για τους συλλόγους ρύθμιση – η ευνοϊκή φορολόγηση, αφού αυτή δεν ξεπερνάει το 10% (στις κορυφαίες λίγκες προσεγγίζει ακόμη και το 50%, στην Ελλάδα, πριν μερικά χρόνια μειώθηκε, αλλά και πάλι παραμένει υπερδιπλάσια, φτάνοντας το 22%).
Ακόμη και έτσι πάντως, το συνολικό χρέος των δύο αυτών ομάδων τρομάζει μόνο και μόνο στο άκουσμά του. Η Γαλατασαράι δήλωσε παθητικό 360 εκατ. ευρώ (τον περασμένο Μάιο, πριν δηλαδή την αποπληρωμή του χρέους στις τράπεζες), ενώ το αντίστοιχο της Φενερμπαχτσέ εκτοξεύεται στα 560 εκατ. ευρώ (επίσης πριν την αποπληρωμή του τραπεζικού κομματιού).
Μετά τη ρύθμιση των οφειλών στις τράπεζες, τα ποσά που απομένουν είναι περίπου 300 εκατ. για τη Γαλατά και 480 εκατ. για τη Φενέρ, με το περισσότερο από το 80% να είναι το λεγόμενο “εμπορικό”, δηλαδή να αφορά δόσεις για πληρωμές παικτών, αντίστοιχες σε μελλοντικό χρόνο πάντα για αγορές και λοιπές, λειτουργικές κυρίως υποχρεώσεις. Χρέος που δεν εξυπηρετείται – προς ώρας – με κάποιο δάνειο, αλλά καλύπτεται αναλογικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών των δύο ομάδων.