LONGREADS

Κλαίμε για σένα Αργεντινή

Κλαίμε για σένα Αργεντινή

Το τελευταίο ταγκό μιας μεγάλης γενιάς που σε 14 χρόνια τα κατέκτησε όλα: μετάλλια και απόλυτο σεβασμό. Τζινόμπιλι, Σκόλα και Νοτσιόνι αποχαιρετούν τα όπλα και εμείς αυτούς.

Λένε ότι την ιστορία την γράφουν οι νικητές. Τα ξημερώματα της Πέμπτης, όμως, την ιστορία την έγραψαν οι χαμένοι. Αυτή η χρυσή φουρνιά της Αργεντινής, που χόρεψε το τελευταίο της τανγκό. Μετά το τελευταίο σφύριγμα του προημιτελικού κόντρα στις Ηνωμένες Πολιτείες ο Μανού Τζινόμπιλι περιπλανιόταν χαμένος. Από τη μια οι τίτλοι τέλους που έτρεχαν στο μυαλό του και από την άλλη ανοιχτά χέρια που περίμεναν να τον υποδεχτούν με τη μορφή μιας αγκαλιάς. Ήταν αγκαλιά αναγνώρισης. Σεβασμού. Όχι λύπης για μια ήττα, ακόμη κι αν αυτή σήμαινε αποκλεισμός.

Αν η αξία του ηττημένου δίνει αξία στον νικητή, ίσως αυτή να ήταν η πιο σπουδαία νίκη της Team USA. Και εκείνος με τον ιδρώτα να κυλάει ακόμη στο ξυρισμένο του κρανίο χανόταν σε σώματα παικτών, ή έκρυβε αντίστοιχα σώματα προπονητών. Αγκαλιά με τη μπάλα του αγώνα, επειδή δεν θα έκανα ξανά το ίδιο λάθος που έκανε το 2004, χάνοντας την αντίστοιχη του τελικού της Αθήνας. Στα 39 του έκλεισε μια λαμπρή καριέρα με τη φανέλα της Αργεντινής, ο μεγαλύτερος - και σπουδαιότερος - αυτής της ομάδας.

Είχε καταφέρει να βρει την ανάσα του, αλλά όχι και την συναισθηματική του ισορροπία.

"Ήταν ένα εκπληκτικό ταξίδι"...

"Είμαι τόσο τυχερός που είχα την ευκαιρία να παίξω σε τέσσερις ολυμπιακούς αγώνες. Όχι πάντα με επιτυχία, αλλά πάντα εκεί παίζοντας στο κορυφαίο επίπεδο"....

"Απολαμβάνοντας τα κατορθώματα της ομάδας. Παίρνοντας πολλά από αυτή τη διαδικασία. Μαθαίνοντας πολλά"...

"Είμαι 20 χρόνια με τη φανέλα της Αργεντινής. Είναι μια συναισθηματική ημέρα"...

"Ξεκίνησα στα 19. Και τώρα είμαι σχεδόν 40. Πολλά πράγματα συνέβησαν. Απίστευτα πράγματα. Αλλά και δύσκολα"...

"Τα περισσότερα όμως με τον ίδιο κορμό, με καλούς φίλους, εκπροσωπώντας τους ανθρώπους που αγαπώ. Μακριά από την οικογένεια μου"...

Η φωνή του είχε ήδη αρχίσει να σπάει. Πρόλαβε να ζητήσει συγγνώμη λέγοντας κάτι σαν "είναι πολύ δύσκολο για μένα" και έφυγε. Ήταν δύσκολο για τον Μανού Τζινόμπιλι. Ήταν δύσκολο για όλους μας.

"Καλωσήρθατε στη μπασκετική οικογένεια του Μανού". Αυτός ήταν ο τίτλος του κορυφαίου μπασκετικού κειμένου για τον Αύγουστο (τουλάχιστον). Γραμμένα από τον Ζακ Λόου υπό τη στέγη του ESPN. Το κείμενο που θα έπρεπε να έχεις διαβάσει ή αυτό που πρέπει να διαβάσεις αμέσως. Η πιο πιστή καταγραφή του τι συμβαίνει στα αποδυτήρια αυτής της ομάδας. Η πιο αναλυτική περιγραφή του τι συμβαίνει στο μυαλό αυτού του αρτίστα του μπάσκετ, του Μανού Τζινόμπιλι.

Η αφήγηση ξεκινά με μια σκηνή από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου. Οι Αργεντίνοι είχαν ηττηθεί στον μικρό τελικό από τη Ρωσία σε ένα δραματικό και έντονο παιχνίδι, το τέλος του οποίου βρήκε τον αριστερόχειρα γκαρντ των Σαν Αντόνιο Σπερς να κυνηγάει τον διαιτητή για ένα αντιαθλητικό φάουλ που τον χρέωσε. Η "κάμερα" του Ζακ Λόου μεταφέρεται στα αποδυτήρια των ηττημένων, εκεί όπου ο Λουίς Σκόλα και ο Μανού Τζινόμπιλι κάνουν ένα βήμα μπροστά. "Προτιμώ να χάνω με όλους εσάς, παρά να νικάω με οποιοσδήποτε άλλους". Και τότε άρχισαν να κλαίνε όλοι, όπως θυμάται ο Αντρές Νοτσιόνι. "Δεν έχω ξαναδεί ποτέ τόσο κλάμα στα αποδυτήρια" θυμάται ο γερό-λυκος της Ρεάλ Μαδρίτης.

Η ιερή παράδοση των μπασκετικών "γκαούτσος" περιλαμβάνει φαγητό. Είτε έχουν χάσει, είτε έχουν κερδίσει θα πάνε για φαγητό. "Είναι νόμος: είτε χάσουμε, είτε κερδίσουμε τρώμε ομαδικά. Για να γιορτάσουμε μαζί, ή να κλάψουμε μαζί", όπως εξήγησε ο Πάμπλο Πριτζιόνι. Σε εκείνο το δείπνο. Έκλεψαν, αλλά και γέλασαν. Είπαν ιστορίες και σήκωσαν τα ποτήρια για να τιμήσουν τον Πριτζιόνι, τον Τζινόμπιλι, τον Σκόλα και τον Νοτσιόνι. Το Λονδίνο κανονικά θα ήταν ο τελευταίος σταθμός για αυτή την ομάδα. Τελικά ήταν μόνο για τον Πριτζιόνι.

"Αυτές οι ιστορίες που είπαμε εκείνο το βράδυ ήταν τα πράγματα που δένουν τους ανθρώπους για πάντα" τόνισε ο Τζινόμπιλι. Θυμήθηκαν το 2002 και την οριακή ήττα από τη Γιουγκοσλαβία στον τελικό. Θυμήθηκαν το 2004 και το χρυσό στην Αθήνα. Και το δείπνο από μνημόσυνο κατέληξε σε πάρτι, όπως παρατήρησε ο Λουίς Σκόλα.

Ένα παρόμοιο δείπνο είχε μείνει χαραγμένο στο μυαλό του Νο2 των Σαν Αντόνιο Σπερς, του Αρ Σι Μπιούφορντ. Ήταν το 2002 στην Ιντιανάπολις. Ο τζένεραλ μάνατζερ των "Σπιρουνιών" έτρωγε λίγα τραπέζια πιο δίπλα. "Απλά τους χάζευα. Δεν είχα δει ποτέ μου καλύτερη ατμόσφαιρα ομάδας".

Μπορούμε να φανταστούμε τι έγινε στο χθεσινό ομαδικό τραπέζι της Αργεντινής...

Κλαίμε για σένα Αργεντινή

Το 2002 είναι η χρονιά ορόσημο. Είναι επί της ουσίας η αφετηρία αυτής της ομάδας. Απούσα από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2000 οι "γκαούτσος" κατέκτησαν το χρυσό μετάλλιο στους Παναμερικανικούς Αγώνες του 2001 και πήγαν με πολλά όνειρα και φιλοδοξίες στην Ιντανάπολις. Εκεί κατάφεραν να γράψουν ιστορία: έγιναν η πρώτη ομάδα που κερδίζει τους NBAers. Η πρώτη! Ο Μπιλ Σίμονς έγραψε στο "Βιβλίο του Μπάσκετ" ότι ο κόσμος θα πρέπει να ευχαριστεί τον Τζον Τόμπσον (σ.σ τον θρυλικό προπονητή του Τζόρτζταουν) γιατί το πολύ καλό recruiting που έκανε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ το 1988 οδήγησε στην αποτυχία και οδήγησε επί της ουσίας τους Αμερικάνους στην απόφαση να στείλουν το βαρύ πυροβολικό. Είτε φταίει ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον που έχασε κατά κράτος τη μάχη από τον Άρβιντας Σαμπόνις, είτε ο άνθρωπος στην άκρη του πάγκου με την πετσέτα στον ώμο, η ουσία είναι ότι τα διεθνή τουρνουά άλλαξαν από το 1992 και τη Βαρκελώνη χάρις σε δύο μαγικές λέξεις: "Dream Team".

Έκτοτε οι Αμερικάνοι είχαν μόνο νίκες. Μοναδική εξαίρεση το καλοκαίρι του 1998. Ήταν το καλοκαίρι που η Ελλάδα διοργάνωνε το Μουντομπάσκετ. Ήταν, όμως και το καλοκαίρι του λοκ-άουτ. Και έτσι την Αμερική εκπροσώπησαν απόφοιτου κολεγίου (Μπραντ Μίλερ, Τράιαν Λάνγκτον) και γυρολόγοι της Ευρώπης, όπως ο Τζίμι Όλιβερ, ο Μάικλ Χόκινς και ο Γουέντελ Αλέξις. Ο βασιλιάς του 1992, του 1994 και του 1996 ήταν γυμνός. Έκτοτε ακολούθησε το οριακό χρυσό στο Σίδνεϊ, το κάζο του 2002, η κατραπακιά του 2004 κι η τελευταία τους ήττα, από τη δική μας Εθνική ομάδα, το 2006.

Αυτοί που έχυσαν το πρώτο αίμα ήταν οι Αργεντίνοι. Αυτοί έδειξαν στον κόσμο ότι οι NBAers είναι θνητοί. Τους νίκησαν στη φάση των ομίλων με 87-80 χάις στους 15 πόντους του ΤζΙνόμπιλι, τους 14 του Νοτσιόνι και τους 13 του Σκόλα. Ναι, του ίδιου Τζινόμπιλι, του ίδιου Νοτσιόνι και του ίδιου Σκόλα που ίδρωναν στα γήπεδα της Βραζιλίας 14 χρόνια μετά. Οι Αμερικάνοι κατέληξαν να αποκλείονται στα προημιτελικά από τη Γιουγκοσλαβία και να χάνουν και στους αγώνες κατάταξης από τους Ισπανούς. Όσο για την Αργεντινή; Έφτασε ως τον τελικό για να χάσει στην παράταση από την Αργεντινή, σε ένα παιχνίδι που συνοδεύτηκε με πολλά παράπονα για τις αποφάσεις του Έλληνα διαιτητή.

Η Ιντιανάπολις, ωστόσο, ήταν η αφετηρία. Ταιριαστό εξάλλου μιας και μιλάμε για την πόλη που έχει συνδέσει το όνομα της με τα ράλι. Το ασημένιο μετάλλιο σήμανε την αρχή μιας χρυσής εποχής. Μανού Τζινόμπιλι, Αντρές Νοτσιόνι, Λουίς Σκόλα, Πέπε Σάντσεζ, Αλεσάντρο Μοντέκια, Φραμπίτσιο Ομπέρτο, Λεάντρο Βικτοριάνο, Γκάμπι Φερνάντες, Ούγκο Σκονοκίνι, Λίο Γκουτιέρες, Λεάντρο Παλαντίνο και Ρούμπεν Βολκοβίσκι. Στην πορεία προστέθηκαν κι άλλοι: ο Ντελφίνο, ο Γκαμπίνι, ο Χέρμαν. Από σήμερα κανείς από αυτούς δεν θα αγωνίζεται με τα χρώματα της Αργεντινής.

Ο Όλυμπος τους; Η Ελλάδα. Το 2004 οι Αργεντίνοι κατέκτησαν το χρυσό μετάλλιο, αφού πρώτα απέκλεισαν την Ελλάδα στους "8" και τις ΗΠΑ στους "4". Ένα ακόμη μετάλλιο στο στήθος τους. Η συλλογή συμπληρώθηκε στο Πεκίνο με το χάλκινο. Και πάλι ενώ βρήκαν και έβγαλαν από το δρόμο τους την Εθνική μας ομάδα. Το 2006 έμειναν 4οι. Για ένα τρίποντο (το άστοχο του Νοτσιόνι) βρέθηκαν εκτός τελικού, δίνοντας τη θέση τους στη μετέπειτα πρωταθλήτρια Ισπανία. Χάνοντας εν συνεχεία στον ημιτελικό από τους ταπεινομένους Αμερικάνους, την LeBronze Team, όπως έγραψε περιπαιχτικά το ESPN συνδέοντας τον under-achieving -σε εκείνο το τουρνουά- LeBron με το χάλκινο μετάλλιο (bronze).

Το 2010 κατέληξαν 5οι. Το 2012 4οι. Το 2014 11οι. Ενδιάμεσα, όμως, είχαν φροντίσει να κυριαρχήσουν στους Παναμερικανικούς αγώνες με δύο χρυσά (2001, 2011), τέσσερα ασημένια (2003, 2005, 2007, 2015) και δύο χάλκινα (2009, 2013), έστω και χωρίς τη βοήθεια όλων των NBAers.

Το 33ωρο ταξίδι μας έκανε την ομάδα που είμαστε τώρα

Αυτή η ομάδα, λοιπόν, που πήρε τη σκυτάλη από τους Μιλανέζιο, Εσπίλ και Νικόλα, αποχαιρέτησε ένα-ένα τα μέλη της και ολοκλήρωσε τη διαδρομή της με το "μυστικό δείπνο" της 17ης Αυγούστου 2016. Ποιος να ξέρει τι συζήτησαν, τι πρόποση βγήκε από το στόμα τους, πριν το γεμίσουν με κρασί. Το σίγουρο, όμως, είναι ότι ταξίδεψαν ξανά στο 2002. Τη χρονιά που ξεκίνησαν όλα. Τη χρονιά που πρωτοπάτησαν στη μεγάλη σκηνή, χορεύοντας ένα τανγκό που θα ζήλευε και ο Αλ Πατσίνο στο Άρωμα Γυναίκας. Τη χρονιά που έζησαν το 33ώρο ταξίδι, αυτό που τους "έκανε ομάδα".

Είναι η αγαπημένη τους ιστορία. Πριν το Μουντομπάσκετ έδωσαν ένα φιλικό παιχνίδι στο Μέξικο Σίτι. Η Ομοσπονδία στην προσπάθεια της να γλιτώσει χρήματα προγραμμάτισε τόσες πολλές αλλαγές πτήσεων που τελικά η αποστολή κατέληξε από το Μπουένος Άιρες στο Μεξικό σε 33 ώρες. Για την ακρίβεια σε 32 ώρες και 40 λεπτά. Φτάνοντας όμως έξω από το ξενοδοχείο μερικοί παίκτες έλεγαν ότι θα ήταν προτιμότερο να κάνουν 33 στρογγυλές ώρες για να έχουν να το λένε. Οπότε ζήτησαν από τον οδηγό του πούλμαν να κάνει βόλτες στην πόλη για ακόμη 20 λεπτά, με τους ίδιους να καταγράφουν φωναχτά την αντίστροφη μέτρηση.

"Όλη η ομάδα γελούσε. Ο Μανού γελούσε περισσότερο από όλους. Και σκεφτόμουν. Τι στο διάολο συμβαίνει μ' αυτόν τον τύπο. Είναι ο καλύτερος μας παίκτης. Είναι σταρ. Θα έπρεπε να ζητάει ειδική μεταχείριση. Αλλά έτσι ήταν η ομάδα μας" θυμάται ο Πέπε Σάντσεζ. "Έχουμε 100 ιστορίες για αυτό το 33ωρο ταξίδι. Αυτό το ταξίδι μας έκανε την ομάδα που είμαστε τώρα" προσθέτει ο Λουίς Σκόλα.

"O Ginobili είναι το μπάσκετ". Αν διάβασες το κείμενο του Λόου, πρέπει να διαβάσεις και αυτό που είχε γράψει πριν τρία χρόνια ο Θοδωρής Δημητρόπουλος στο Oneman.gr. Ποιος να το φανταζόταν; Όταν ήταν 16 ετών ήταν η (μπασκετική) απογοήτευση της οικογένειας, που μεγάλωνε στην μπασκετομάνα Μπάχια Μπλάνκα. Ο πατέρας του, Χόρχε, ήταν προπονητής-θρύλος. Τα μεγαλύτερα αδέρφια του έπαιζαν επαγγελματικά. Ο Τζινόμπιλι ήταν ένας κοκαλιάρης γκαρντ που δεν μπορούσε να καν να μπει στις επίλεκτες ομάδες. "Πρέπει να υπήρχαν τουλάχιστον 15 παιδιά καλύτερα από αυτόν σε όλη την πόλη" μπήγει το μαχαίρι στην πληγή ο Πέπε Σάντσεζ, που το 2002 κατέκτησε την Euroleague με τον Παναθηναϊκό. "Ήταν μικροσκοπικός. Ήταν εύθραυστος" θυμάται.

Δεν είχε το κορμί, αλλά είχε την φαντασία. Και την τεχνική. Από τα 5 του κυκλοφορούσε στο σπίτι με ειδικά γυαλιά που του απαγόρευαν να βλέπει προς τα κάτω (και επομένως τη μπάλα) και ειδικά γάντια που του απαγόρευαν να φέρνει την παλάμη του σε επαφή με τη μπάλα. "Ντρίμπλαρα σε όλο το σπίτι φορώντας αυτά τα πράγματα" εξομολογείται ο Τζινόμπιλι. "Ήμουν ένα πείραμα". Ο Αντρές Νοτσιόνι που τον θυμάται από τότε υπογραμμίζει ότι "δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά μπορούσες να δεις ότι κινείτο διαφορετικά από ότι οι νορμάλ άνθρωποι. Σαν να ήταν φίδι".

Αν για την εθνική Αργεντινής η χρονιά ορόσημο ήταν το 2002, για τον ίδιο τον Τζινόμπιλι ήταν το 1999. Τότε ταξίδεψε στη Μπολόνια. Τότε έγινε ντραφτ και από τους Σπερς. Στο Νο57. Τον είχε εντοπίσει ο Μπιούφορντ το 1997 σε ένα τουρνουά U22. "Έκανε κάποια τρελά πράγματα. Κάποια έβγαζαν νόημα, κάποια όχι". Έχοντας κατακτήσει τον τίτλο το 1999 τα "Σπιρούνια" είχαν ήδη ένα ακριβό ρόστερ και ελάχιστο χώρο στο σάλαρι-καπ. Επομένως έψαχναν να επιλέξουν παίκτες που δεν θα έπαιζαν απευθείας στην ομάδα, αλλά θα πραγματοποιούσαν το μεγάλο ταξίδι λίγα χρόνια μετά. Οπότε ο Τζινόμπιλι έβγαζε νόημα.

Άκουσε το όνομα του από τα χείλη του Ντέιβιντ Στερν και εν συνεχεία μετακόμισε στην Ιταλία. Για να παίξει στην Κίντερ Μπολόνια του Έτορε Μεσίνα, που έλεγε ότι "μπορούσε να κάνει εκπληκτικά πράγματα στην προπόνηση, αλλά δεν ήμασταν σίγουροι ότι μπορεί να κάνει αυτά τα πράγματα και στα παιχνίδια". Ήταν σίγουρος ότι μπορεί να παίξει στο ΝΒΑ, αλλά ούτε ο ίδιος ο "Έκτορας" (που μετά από χρόνια κατέληξε να κοουτσάρει τον Τζινόμπιλι στους Σπερς) δεν περίμενε ότι θα κάνει τόσο σπουδαία καριέρα.

Κλαίμε για σένα Αργεντινή

Ο μόνος που είδε ξεκάθαρα - σαν όραμα - τη λαμπρή διαδρομή ήταν ο Γκρεγκ Πόποβιτς. Ποιος άλλος; "Είχα πει στον Τίμι ότι κανείς στις ΗΠΑ δεν ξέρει πόσο καλός είναι αυτός ο τύπος". Κι ο Ντάνκαν αντέδρασε ως συνήθως: σηκώνοντας τα φρύδια του. Τα υπόλοιπα "Σπιρούνια" κατάλαβαν αυτό που έλεγε ο coach-Pop λίγους μήνες μετά. Το 2002 οι Ευρωπαίοι δεν είχαν καταφέρει ακόμη να κάνουν τη διαφορά στο ΝΒΑ. Ο Μπιούφορντ θυμάται μια προπόνηση στην οποία ο Κέβιν Ουίλις απέφευγε να χτυπήσει τον 37χρονο τότε Στιβ Κερ δυνατά στα σκριν, προκαλώντας την οργή του τότε ασίσταντ κόουτς, Μάικ Μπάντενχολζερ. Οι ομάδες άλλαξαν ρόλους κι ο Ουίλις κατεδαφίζει τον Τζινόμπιλι φωνάζοντας "τώρα μάλιστα, αυτό είναι σκριν. Έτσι δεν είναι ρούκι";

Όλοι έστρεψαν τα μάτια τους στον Τζινόμπιλι για να μετρήσουν την αντίδραση του. "Δεν αντέδρασε καν. Σηκώθηκε και συνέχισε. Έπρεπε να κερδίσει το σεβασμό και όλοι παρατήρησαν την αντίδραση του" θυμάται ο Στιβ Κερ, νυν προπονητής των Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς. Δεν σταμάτησε να δίνει έκτοτε το 100% στις προπονήσεις. Πολλές φορές οι γηραιότεροι τα έβαζαν μαζί του επειδή έπαιζε σαν να είναι το 7ο παιχνίδι των τελικών. Εξ ου και το περιστατικό του Σεπτεμβρίου του 2007 όταν ο Τζινόμπιλι και οι Σπερς αντιμετώπιζαν μια ομάδα free agents στα πλαίσια της προετοιμασίας. Ο Αργεντίνος κάνει μια βουτιά για να πιάσει τη μπάλα και ο Πόποβιτς σφυρίζει τη λήξη του διπλού. Αφού πρώτα εξυμνεί την μαχητικότητα του και εξηγεί στους νεότερους ότι έτσι πρέπει να παίζουν γυρίζει φεύγοντας στον παίκτη του: "Μανού; Είναι Σεπτέμβριος γαμώτο. Μην ξανακάνεις κάτι τέτοιο τον Σεπτέμβριο".

Κάπως έτσι κέρδισε τον σεβασμό. Προπονητών και συμπαικτών, ακόμη κι αυτών που έβλεπαν το χρόνο τους να μειώνεται, όπως ο Μπρους Μπόουεν και ο Στιβ Σμιθ. Οι βετεράνοι των Σπερς λάτρεψαν να βλέπουν τον Πόποβιτς να βγάζει καπνούς από τα αυτιά όταν ο Τζινόμπιλι ξεπερνούσε τα όρια. "Είναι κακός άνθρωπος" φώναζαν με ένα στόμα και μια φωνή από τον πάγκο ο Ουίλις, ο Κερ και ο Ντάνι Φέρι.

Σε ένα παιχνίδι μεταξύ των Σπερς και των Λέικερς ο Κόμπι Μπράιαντ πλησιάζει τον εξολοθρευτή Μπρους Μπόουεν και τον ρωτάει: "πες μου για το white boy". Κι ο "Μάστερ Μπρους" προειδοποιεί: "Α, θα δεις. Δεν είναι white boy, έχει πολύ ψωμί". Σωστό.

Ο Τζινόμπιλι όπως κάθε 25χρονος ένιωθε το αίμα του να βράζει. Ήθελε να νικήσει τους πάντες. Σιγά-σιγά προσαρμόστηκε στο σύστημα των Σπερς, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε ότι θα έπρεπε να ξεκινάει από τον πάγκο. Ο Πόποβιτς ήθελε να έχει πάντα είτε αυτόν, είτε τον Πάρκερ στο παρκέ και μοιραία ο ένας έπρεπε να χάσει την αίγλη του starter. Ο Πόποβιτς αποκάλυψε ότι πριν πάρει αυτή την απόφαση μίλησε κατ' ιδίαν με τον Αργεντίνο, έχοντας στο μυαλό του ότι αν του έλεγε όχι, δεν θα το έκανε. "Δεν το έχω παραδεχτεί ποτέ, ούτε στους συνεργάτες μου, αλλά αν δεν ήθελε να έρχεται από τον πάγκο, δεν θα τον έβαζα στον πάγκο. Θα κάναμε αυτό που ήθελε. Είχε κερδίσει αυτό το δικαίωμα".

Αυτή η κίνηση αποδείχτηκε ματ. Όχι μόνο γιατί βελτίωσε την ισορροπία της ομάδας, αλλά και γιατί λειτούργησε ως κομμάτι της κουλτούρας της ομάδας. Όταν ένας τέτοιος παίκτης δέχεται να είναι ο 6ος παίκτης, τότε όλοι είναι διατεθειμένοι να κάνουν τις απαιτούμενες θυσίες. Ο Τζινόμπιλι είπε "ναι" σ' αυτή τη συνάντηση με τον Πόποβιτς. Έστω κι αν δεν του άρεσε απόλυτα. Ο Μπρους Μπόουεν θυμάται ότι σε ένα δείπνο με τον αριστερόχειρα γκαρντ του είχε εκφράσει τον σεβασμό του για αυτή την απόφαση, αλλά και για την επιτυχία της κίνησης. Ο Τζινόμπιλι όμως τον διέκοψε: "Προφανώς θεωρείς ότι δουλεύει. Αφού εσύ ξεκινάς ακόμη πεντάδα". Ο Μπόουεν δεν ήξερε τι να απαντήσει. Μετά από χρόνια σκέφτηκε ότι έτσι είναι. Παίζεις αυτό το παιχνίδι επειδή θέλεις να ξεκινάς.

Κάτι αντίστοιχο βέβαια είχε γίνει και στην Αργεντινή. Το ρόλο του 6ου παίκτη ανέλαβε τότε ο Αντρές Νοτσιόνι. Δείγμα της αγάπης για την ομάδα και της θέλησης για τη νίκη. Το 2006 θυμάται ότι είχε πει στον προπονητή της ομάδας να σταματήσει να σχεδιάζει plays για τον ίδιο. Δεν είναι κάτι που ακούς συχνά από έναν παίκτη που βρίσκεται στα ντουζένια του και αγωνίζεται στο ΝΒΑ.

Αυτή όμως είναι η εθνική Αργεντινής. Για αυτό και αναγκάζει τους πάντες να κάνουν μια βαθιά υπόκλιση. Αν φορούσαν καπέλο θα το έβγαζαν κιόλας, για να τιμήσουν αυτή τη χρυσή φουρνιά. Να έκαναν ένα τελευταίο standing ovation στον Σκόλα (36), στον Ντελφίνο (34), στον Νοτσιόνι (37) και τον Τζινόμπιλι (39). Για την επιτυχία τους. Και πάνω από όλα την αφοσίωση τους.

Για μια στιγμή, όμως. Κάτι τέτοιο έγινε στο Ρίο.

Δεν χρειάζεται να πάρεις το χρυσό για να είσαι νικητής.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ