ΣΤΗΛΕΣ

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Πέντε εκπρόσωποι του εξαγώγιμου προϊόντος που ακούει στο όνομα "Έλληνας προπονητής" παίρνουν το λόγο και εξηγούν πόσο δύσκολο είναι τελικά να γίνεσαι οικονομικός μετανάστης. Μεταφέρουν τις εμπειρίες τους από διαφορετικές κουλτούρες, εικόνες από την άκρη του κόσμου και αναλύουν τους κινδύνους του επαγγέλματος: ναρκοσυμμορίες, βομβιστικές επιθέσεις και εμπόριο οργάνων.

Η ελληνική σχολή προπονητών μπάσκετ θυμίζει την αντίστοιχη της Σερβίας τη δεκαετία του '90, ή την πορτογαλική στο ποδόσφαιρο. Οι Έλληνες προπονητές, έχουν εξελιχθεί σε εξαγώγιμο αθλητικό προϊόν και πρωταγωνιστούν σε πρωταθλήματα του εξωτερικού. Φέτος για παράδειγμα η χώρα μας αριθμεί τους περισσότερους εκπροσώπους στην EuroLeague με τους Γιώργο Μπαρτζώκα, Δημήτρη Ιτούδη και Γιάννη Σφαιρόπουλο. Οι τρεις ξεκίνησαν τέσσερις, αλλά ο Αργύρης Πεδουλάκης αντικαταστάθηκε στον Παναθηναϊκό από τον Ισπανό συνάδελφο του, Τσάβι Πασκουάλ.

Και δεν είναι μόνο ότι το περσινό τρόπαιο σήκωσαν στον ουρανό του Βερολίνου ελληνικά χέρια (αυτά του Δημήτρη Ιτούδη), ή ότι υπήρχε διπλή εκπροσώπηση με την Λοκομοτίβ του Μπαρτζώκα, αλλά περισσότερο το γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι Έλληνες προπονητές βγαίνουν, δουλεύουν και επιτυγχάνουν εκτός των τειχών. Σε προηγμένα πρωταθλήματα (Μπαρτζώκας, Κατσικάρης, Παπαθεοδώρου, Δικαιουλάκος, Ζούρος), σε εθνικές ομάδες (Φραγκιάς στο Κατάρ, Αλεξανδρής στην Ιορδανία, Γιαννάκης στην Κίνα) και σε λιγότερο εμπορικούς προορισμούς (ο Δημήτρης Παπαδόπουλος στο Κόσοβο). Ολοένα και περισσότεροι προπονητές κλείνουν την πόρτα στο ελληνικό πρωτάθλημα της κρίσης και διαβαίνουν το κατώφλι της ξενιτιάς. Σύγχρονοι οικονομικοί μετανάστες που ανακαλύπτουν καινούργιους κόσμους. Ο ΣΕΠΚ (Σύνδεσμος Ελλήνων Προπονητών Καλαθοσφαίρισης) μπορεί να καυχιέται ότι τα μέλη του έχουν προπονήσεις σε όλες τις ηπείρους. Ευρώπη, Αφρική, Ασία, Αμερική και Ωκεανία.

Πίσω, όμως, από τα φλας της ΤΣΣΚΑ Μόσχας και της Μπαρτσελόνα υπάρχουν Έλληνες που εργάζονται σε υποδεέστερα πρωταθλήματα, αλλά και σε μακρινές χώρες με εντελώς διαφορετική κουλτούρα. Προπονητές που γύρισαν την υδρόγειο για να βρουν τον επόμενο προορισμό τους, έκαναν θυσίες και δουλεύοντας σκληρά διαφήμισαν την "σχολή" τους ακόμη περισσότερο. Είναι η ώρα οι συγκεκριμένοι να πάρουν το λόγο, να μιλήσουν για την εμπειρία της ξενιτιάς και για το μπάσκετ σε μέρη μακρινά και απίθανα.

Ο Γιώργος Μπιτζάνης περιγράφει την εμπειρία του από την Ουκρανία και το Κατάρ, ο Στράτος Κουκουλεκίδης περιγράφει τη θητεία του στην Κίνα και στην Τυνησία, ο Κρις Χουγκάζ για το πως ζει το μπάσκετ στην Αυστρία και πως το έζησε στο Μεξικό, ο Μιχάλης Καλαβρός θυμάται ιστορίες από την Κίνα και τη Νέα Ζηλανδία και ο Γιάννης Τσιρογιάννης γυρνάει το χρόνο στους μήνες που ήταν ο "Έλληνας προπονητής στο Ιράκ".

Οι συνθήκες που είχαν οπλίσει χιλιάδες συμπατριώτες μας να μπουν στο καράβι της μεγάλης φυγής για τις Ηνωμένες Πολιτείες και στο τρένο για τη Γερμανία με διαφορά μισού αιώνα περίπου, είναι οι ίδιες που οδηγούν τους Έλληνες του σήμερα να ξενιτεύονται. Σύγχρονοι "γκασταρμπάιτερ" του αθλητισμού. Παραδέχονται ότι δεν είναι εύκολο και πριν τελειώσουν την πρόταση προσθέτουν το μεγάλο "αλλά". Δεν είναι εύκολο, αλλά είναι απαραίτητο.

Ας τους συνοδεύσουμε, λοιπόν, σ' αυτό το ταξίδι στο άγνωστο.

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Μακριά από την Ελλάδα συνάντησαν άλλους κόσμους, τόσο μέσα, όσο και έξω από τις γραμμές. Συνάντησαν, όμως και στερεότυπα να καταρρίπτονται και εκπλήξεις. Ο Κρις Χουγκάζ, για παράδειγμα, στην Αυστρία αντιμετώπισε από τη μια το χαμηλότερο επίπεδο των παικτών, αλλά από την άλλη το πλεονέκτημα της συνεργασίας με έναν λαό οργανωμένο και μεθοδικό. "Όλα λειτουργούν άκρως επαγγελματικά και η οργάνωση είναι καλύτερη από πολλές ελληνικές ομάδες, τουλάχιστον σε σχέση μ' αυτές που έχω δουλέψει εγώ. Στο γραφείο της ομάδας υπάρχουν γραμματείς, υπάλληλοι και όλα λειτουργούν στην εντέλεια. Το γήπεδο έχει χωρητικότητα 2.5000 θέσεων και υπάρχει ακριβώς δίπλα βοηθητικό για τα τμήματα υποδομής, καθώς και γυμναστήριο. Και μιλάμε για ένα χωριό 8.000 κατοίκων. Εδώ κάθε παιχνίδι είναι σημαντικό για την κοινότητα" εξηγεί ο έμπειρος τεχνικός που έχει δουλέψει σε τρεις ελληνικές ομάδες (Ηρακλή, Καβάλα, Πανιώνιο). Παράλληλα το επίπεδο των γηγενών βελτιώνεται διαρκώς, όπως φαίνεται και από το γεγονός ότι γίνεται παραγωγή παικτών προς ξένα πρωταθλήματα (Γερμανία, Ισπανία), αλλά και το ΝΒΑ με τη συμμετοχή του Τζέικομπ Περτλ, του πρώτου Αυστριακού που έγινε ντραφτ και πλέον αγωνίζεται στους Ράπτορς.

Από τη μεριά του ο Μιχάλης Καλαβρός εντυπωσιάστηκε από το επίπεδο και την αθλητική κουλτούρα των Νεοζηλανδών, στην τελευταία του δουλειά ως head-coach όταν ανέλαβε την τεχνική ηγεσία των Μαναγουάτου Τζετς το 2013. "Το επίπεδο εντός των γραμμών είναι πολύ καλό. Ακριβώς επειδή όσοι εμπλέκονται έχουν θητεύσει στην Αμερική. Έχουν καλή παιδεία. Προπονητές είναι παλιοί παίκτες όπως ο Πέρο Κάμερον, που είναι σημαία για αυτούς, αλλά και ο Μαρκ Ντίκελ που είχε παίξει στο Νεβάδα Λας Βέγκας και στην Ελλάδα. Οι περισσότεροι έχουν αγωνιστεί σε αμερικάνικο κολέγιο. Έχουν μπασκετική παιδεία και τους αρέσει το physical παιχνίδι, λόγω της ενασχόλησης τους με το ράγκμπι. Είναι δυνατοί και βάζουν τα κορμιά τους. Εκεί να δεις σκριν και box-out. Μες στο γήπεδο έχουν τακτική σκέψη, αν και το μπάσκετ δεν πλησιάζει το ράγκμπι, το οποίο είναι θρησκεία για τους Νεοζηλανδούς" τόνισε ο Έλληνας προπονητής, που θεωρείται ειδικός στην ατομική βελτίωση των παικτών. Η διαφορά με τα άλλα πρωταθλήματα ήταν "η οργάνωση τους, ωστόσο, είναι ημι-ερασιτεχνική. Όσοι δουλεύουν στις ομάδες είναι εθελοντές. Δεν σου λείπει κάτι, αλλά για παράδειγμα τα ταξίδια γίνονται με δύο βανάκια και ο καθένας τρώει όπου θέλει".

Αντίθετα στη Μέση Ανατολή οι ομάδες αν και υπολείπονται σε οργάνωση, προσφέρουν καλές συνθήκες εργασίες χάρις στο υψηλό μπάτζετ των πετροδολαρίων. Πρόκειται, όμως, για λίγκες που χαρακτηρίζονται από τους ξένους παίκτες, αυτοί κάνουν τη διαφορά, καθώς δεν υπάρχει θέμα σύγκρισης με το χαμηλό επίπεδο των γηγενών. "Οι γηγενείς παίκτες είναι ψηλοί και άτεχνοι. Αλλά οι ξένοι είναι ακριβοί. Παίρνουν καλά χρήματα. Υπάρχουν τρεις Αμερικάνοι οπότε η 5άδα έχει καλό επίπεδο. Οι ξένοι καθορίζουν τα πάντα" αναφέρει ο Γιάννης Τσιρογιάννης που πέρσι δούλεψε στο Ιράκ και στην Αλ Τανταμούν. Και προσθέτει: "Τα σωματεία έχουν πολλά χρήματα λόγω πετρελαίου. Ότι ονειρεύεσαι την άλλη ημέρα το έχεις. Όλα αγορασμένα με "κανονικά" λεφτά. Κάνεις τη δουλειά σου και έχεις ότι επιθυμείς. Θέλεις πέντε γιατρούς; Τους έχεις. Θέλεις πέντε βοηθούς; Τους έχει. Τα γήπεδα επίσης είναι εξαιρετικά".

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Δεν ισχύει, όμως, ότι πέρα από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ οι υπόλοιποι λαοί ανταλλάσσουν μπάλες μπάσκετ για καθρεφτάκια και τσακμάκια λες και είναι ιθαγενείς του αθλήματος. Τα χρήματα φέρνουν καλούς ξένους και οι καλοί ξένοι ανεβάζουν το επίπεδο. "Στο Ιράκ έπαιζε για παράδειγμα ο Μπολντς, που ήταν από τους καλύτερους σκόρερ στο ελληνικό πρωτάθλημα. Στην Ελλάδα έπαιρνε 2.000 το μήνα και εδώ παίρνει 20.000" εξηγεί ο Γιάννης Τσιρογιάννης. Αντίστοιχο υψηλό επίπεδο λόγω ξένων είχε συναντήσει ο Γιώργος Μπιτζάνης στην Ουκρανία, το φεγγάρι που εργάστηκε στη Ντνίπρο. "Έπαιζαν για παράδειγμα τότε ο Ραντούλιτσα, ο Ντραγκίσεβιτς που παίζει στον Άρη, ο Λιν Γκριρ...".

Πλούσιο εγχώριο ταλέντο διαθέτει η Κίνα, μια χώρα δισεκατομμυρίων. "Έχουν πολύ ταλέντο. Με εντυπωσίασαν τα απίστευτα κορμιά τους. Από 2.04 ως 2.15 με φοβερή πλαστικότητα. Όπως είναι ο Γι, δηλαδή. Τι γίνεται μ' αυτά τα ταλέντα και δεν παίζουν, δεν το ξέρω" υπογραμμίζει ο Μιχάλης Καλαβρός που πριν την Νέα Ζηλανδία δούλεψε στους Σανγκάι Σαρκς. Το ίδιο υποστηρίζει κι ο Στράτος Κουκουλεκίδης που το καλοκαίρι του 2013 είχε οδηγήσει την Σίτσουαν στην κατάκτηση του πρωταθλήματος της NBL, της καλοκαιρινής κινέζικης λίγκας. "Έχει υψηλό επίπεδο, πολύ μεγάλα κασέ και εξαιρετικούς ξένους παίκτες. Στην ομάδα μου για παράδειγμα είχα επιλέξει τον Χασάν Ουάιτσαϊντ, που μετά το πρωτάθλημα υπέγραψε στους Μαϊάμι Χιτ και τώρα παίζει πεντάδα. Εκεί έπαιζε το καλοκαίρι κι ο Κρις Σίνγκλετον που αγωνίζεται στον Παναθηναϊκό τώρα" εξηγεί και αναφερόμενος στην οργάνωση των ομάδων παραδέχεται ότι "έπαθα πολιτισμικό σοκ. "Είναι απίστευτες οι συνθήκες διαβίωσης. Ειδικά για έναν ξένο οι παροχές είναι εκπληκτικές, ενώ οι μετακινήσεις γίνονται με τζιπ, οδηγό, ενώ παράλληλα η ομάδα μου είχε αναθέσει και διερμηνέα".

Είναι εκατό χρόνια πίσω. Παρωχημένη νοοτροπία, μπουνιές στο μέτωπο και λαγουδάκια

Ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος. Εν αντιθέσει με τις άλλες περιπτώσεις οι Κινέζοι έχουν έντονη αθλητική κουλτούρα, όπως συμβαίνει στα περισσότερα κράτη αποκυήματα κομμουνιστικών καθεστώτων, έχουν όμως και κατάλοιπα παλαιών ετών. "Εκεί αν δεν δουλέψεις οκτώ ώρες, νομίζουν ότι δεν δουλεύεις καλά. Έχουν τέτοια νοοτροπία. Προπονητικά έχουν παρωχημένη νοοτροπία. Είναι 100 χρόνια πίσω. Οι τιμωρίες τους για παράδειγμα είναι αναχρονιστικές. Συνήθως κάνουν μπουνιά με το μεσαίο δάχτυλο να προεξέχει και χτυπούν τον παίκτη στο μέτωπο. Τους έβαζαν να κάνουν καμικάζι, αλλά εκεί τα λένε "λαγουδάκια" και πρέπει να λυγίσεις ώστε η φτέρνα να ακουμπάει στον πισινό και κάνουν έτσι τις γραμμές. Και οι δύο τελευταίοι το ξανακάνουν" λέει από τη μεριά του ο Μιχάλης Καλαβρός, δίνοντας τη σκυτάλη στον Στράτο Κουκουλεκίδη: "Αγαπούν τον αθλητισμό. Είναι στρατιωτάκια. Ο προπονητής τους κάνει ότι θέλει. Έχουν όμως μάθει να δουλεύουν στο 100%. Σε οποιαδήποτε προπόνηση. Ακόμη και βάσει πλάνου αν θέλεις να ρίξεις τον ρυθμό, δεν υπάρχει περίπτωση να μην τα δώσουν όλα.

Το οικονομικό παίζει μεγάλο ρόλο, γιατί οι αθλητές θεωρούνται προύχοντες της κοινωνικής ζωής. Το σύνολο του πληθυσμού για παράδειγμα ζει με 300 ευρώ το μήνα. Οι αθλητές χαίρουν σεβασμού. Κάθε παγκόσμιος πρωταθλητής, κάθε ολυμπιονίκης έχει αναγνωρισιμότητα και οι περισσότεροι αναλαμβάνουν στη συνέχεια και πολιτικά αξιώματα" συμπληρώνει ο Στράτος Κουκουλεκίδης, ο οποίος παράλληλα εντυπωσιάστηκε από τα ήθη και τα έθιμα του κινεζικού μπάσκετ. "Οι Κινέζοι είναι πολύ καλοί σουτέρ. Είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που οι παίκτες δίνουν εξετάσεις κάθε χρόνο πριν την έναρξη της σεζόν. Όποιος δεν περάσει, δεν έχει δικαίωμα να παίξει. Οι κοντοί για παράδειγμα σουτάρουν για 2 λεπτά σουτάρουν και πρέπει να βάλουν πάνω από 15/25 τρίποντα. Οι ψηλοί σουτάρουν 31 φορές και πρέπει να ευστοχήσουν τις 22 μέσα από το τρίποντο. Έχουν επίσης τρέξιμο από sideline σε sideline, το οποίο πρέπει να κάνουν 17 φορές σε 1.30 λεπτό ή περισσότερο ανάλογα με το πόσο ψηλός είναι ο παίκτης. Σαν τους διαιτητές. Στη σύσκεψη των προπονητών προσπάθησε να συζητήσει το αυτονόητο. "Οι 11 από τους 12 προπονητές είχαν την ίδια άποψη με μένα, αλλά ο διερμηνέας μου τότε μου είπε "κόουτς μην ασχοληθείς. Ισχύει από το 1950 και δεν θα καταφέρεις να το αλλάξεις ποτέ".

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Οι προπονητές που κλήθηκαν να κοουτσάρουν σε άλλη χώρα, σε άλλη ήπειρο, λαούς με διαφορετική κουλτούρα και θρησκεία, έπρεπε να προσαρμοστούν και να διαχειριστούν αυτή τη διαφορετικότητα. Τις πιο σκληρές συνθήκες συνάντησε ο Γιάννης Τσιρογιάννης που βρέθηκε σε ένα βαθιά ισλαμικό κράτος. "Από εκεί φαίνεται πόσο επαγγελματίας είσαι. Δεν είναι μόνο το τι κάνεις στο γήπεδο. Μια χώρα σε πληρώνει και πρέπει να την καταλάβεις, γιατί ο προπονητής είναι δημόσιο πρόσωπο" εξηγεί και δίνει μια άλλη διάσταση στο ζήτημα: "Σαν Ευρωπαίος είσαι σαν τη μύγα μες στο γάλα. Δεν είσαι στην Ευρώπη. Ένα λάθος να κάνεις και θα το καταλάβουν όλοι. Θα σε αρπάξουν. Εκεί καταλαβαίνεις την έννοια του ρατσισμού, γιατί είσαι εσύ αυτός που τον βιώνει".

Καταλαβαίνεις τι θα πει ρατσισμός. Γιατί τον βιώνεις εσύ

Και συνεχίζει: "Δεν υπάρχει ούτε αλκοόλ, ούτε χοιρινό, ούτε καν μια μπύρα. Πρέπει να το σεβαστείς. Και πρέπει να είσαι αποφασισμένος να νικήσεις τον εαυτό σου. Τρως με τα χέρια στο πάτωμα. Και είναι ύψιστη προσβολή να μη φας μαζί τους αν σου το ζητήσουν. Πρέπει να μάθεις για την κουλτούρα τους και να τους σεβαστείς". Μέρος της ισλαμικής κουλτούρας είναι η προσευχή. "Προσεύχονται πολλές φορές στην ημέρα" προσυπογράφει ο Γιώργος Μπιτζάνης και συμπληρώνει: "Αν έχουμε προπόνηση και πάει η ώρα 18.30 θα πρέπει να διακόψουμε για να προσευχηθούν. Θα προσευχηθούν και πριν τα παιχνίδια ή στο ημίχρονο. Το κλειδί είναι να σεβαστείς την κουλτούρα και τη νοοτροπία τους".

Το ίδιο και στην Τυνησία σύμφωνα με τον Στράτο Κουκουλεκίδη: "Είναι πολύ πιστοί. Είχα παίκτες που θα έκαναν πάντα την προσευχή τους πριν την προπόνηση. Αν τους σεβαστείς, θα σε σεβαστούν και αυτοί. Ειδικά τα νέα τα παιδιά το έχουν δεχθεί: εσύ είσαι χριστιανός, εγώ είμαι μουσουλμάνος. Και έχει στο μυαλό του ότι θα κάνει αυτά που πρέπει να κάνει για να αισθάνεται καλός μουσουλμάνος. Θα πρέπει να είσαι χαζός, για να μην το δεχθείς. Μου στέλνουν ακόμη καλά Χριστούγεννα και εγώ ευχές για το Ραμαζάνι. Έτσι γίνονται οι φιλίες μεταξύ των λαών. Ο αθλητικός ενώνει, δεν διαιρεί. Ο αθλητισμός είναι πολιτισμός".

Ιδιαίτερο προπονητικό προγραμματισμό απαιτεί και η Κίνα. "Οι απογευματινές προπονήσεις είναι οι δύσκολες γιατί οι Κινέζοι τρώνε μεσημεριανό στις 12.00 και βραδινό στις 18.00, οπότε πρέπει είτε να κάνεις προπόνηση ως τις 11.30, είτε 16.30 με 18.00. Μια φορά θυμάμαι ξεχάστηκα και ήρθε ο μάνατζερ της ομάδας και μου είπε "διάλειμμα για φαγητό". Λένε εξάλλου ότι οι Κινέζοι πάνε στον πόλεμο και παίρνουν πρώτα με κατσαρόλα και μετά με τουφέκι".

Στην Τυνησία, δε, οι προπονήσεις γινόντουσαν παρουσία κόσμου. "Κάθε μέρα δίνουν το παρών 150 άτομα. Εγώ τους χρησιμοποιούσα κιόλας. Όταν παίζαμε εκτός έδρας τους έβαζα στο διπλό να φωνάζουν, να χτυπούν τύμπανα. Τους πήρα με το μέρος μου και νόμιζαν ότι έκαναν κάποια δουλειά. Και ήταν εκεί. Βρέξει-χιονίσει. Πρωί και απόγευμα. Υπάρχει μεγάλη ανεργία για αυτό" δηλώνει ο Στράτος Κουκουλεκίδης, που έζησε από κοντά ένα από τα πιο φανατικά πρωταθλήματα. "Κάθε πόλη έχει τη δική της ομάδα. Είναι εθνικό γεγονός όταν η Ράντες αντιμετωπίζει τη Μόναστιρ. Μιλάμε για αντιπαλότητα επιπέδου Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού και Άρη-ΠΑΟΚ. Υπάρχει φανατισμός, αλλά απαγορεύονται οι μετακινήσεις οπαδών. Δεν είχα συναντήσει φαινόμενα βίας, αλλά η αλήθεια είναι ότι αγαπούν πολύ τη νίκη, με ότι συνεπάγεται αυτό.

Οι έντονες αντιδράσεις αφορούν κυρίως τους διαιτητές. Τόσο από τον κόσμο, όσο και από τους ίδιους τους παίκτες. Η αλήθεια είναι ότι τα σφυρίγματα δεν είναι καλά. Ο δυνατός εκεί, είναι πραγματικά δυνατός. Προσπάθησα από την πρώτη ημέρα να τους πείσω να μην διαμαρτύρονται. Όποιος γκρίνιαζε δεν έπαιζε. Ήταν ένας τρόπος να σταματήσει όλο αυτό. Όταν έφυγα, λοιπόν, ο σύνδεσμος των διαιτητών μου έστειλε επιστολή ότι πρέπει να ξαναγυρίσω, γιατί έδωσα κάτι διαφορετικό στο πρωτάθλημα. Έχει περάσει η εποχή των διαιτητών. Είσαι καλός κερδίζεις. Δεν είσαι καλός; Δίνεις το χέρι στο αντίπαλο και προχωράς στο επόμενο".

Τουλάχιστον η νέα γενιά εκπαιδεύεται διαφορετικά. "Έχουν διαφορετικές παραστάσεις. Οι 35χρονοι κουβαλούν άλλα απωθημένα. Είχα την τύχη στη Ράντες να συνεργαστώ με τρεις διεθνείς ηλικίας 19-21 ετών. Είναι παιδιά πανεπιστημίου που βλέπουν πολύ ΝΒΑ και Ευρωλίγκα και τους πονάει όταν βλέπουν για παράδειγμα ακρότητες στα γήπεδα. Φέτος έπαιξαν με την Ιταλία και την Κροατία, οπότε μαθαίνουν πως είναι το αληθινό μπάσκετ" καταλήγει ο Στράτος Κουκουλεκίδης.

Και στο Ιράκ επικρατεί φανατισμός. Εν αντιθέσει με το Κατάρ που τα γήπεδα είναι άδεια με εξαίρεση τους τελικούς και το κύπελλο του Εμίρη, εκεί γεμίζουν. Αποκλειστικά από άνδρες. Γυναίκες στο γήπεδο; "Αστειεύεσαι; Μιλάμε για βαθύ Ισλάμ. Οι γυναίκες είναι με μπούρκα". Ο φανατισμός στο Ιράκ, όμως, δεν οδηγεί σε επεισόδια. "Αν κάποιος κάνει κάτι, θα τον συλλάβουν και θα πεθάνει στη φυλακή. Κανείς δεν κάνει τίποτα".

Στη Νέα Ζηλανδία η προσέγγιση του κοινού είναι εντελώς διαφορετική και σύμφωνα με τον Μιχάλη Καλαβρό: "Ο κόσμος στη Νέα Ζηλανδία είναι λες και πηγαίνει στο θέατρο. Χειροκροτούν την προσπάθεια και την ομάδα. Αν χάσουν λένε "δεν πειράζει, το επόμενο". Ενώ ο Έλληνας χάνει και βλέπει φαντάσματα ότι τον λένε όλοι άσχετο". Όσο για την Αυστρία; Ο Κρις Χουγκάζ ζει κάτι πρωτόγνωρο: "Το κοινό είναι καταπληκτικό, δεν περίμενα ποτέ τέτοιο ενθουσιασμό. Ξεφεύγουν από τα αυστριακά στερεότυπα. Φέτος μας ακολούθησαν και εκτός έδρας, όταν παίξαμε στην Γερμανία. Δεν τους ενδιαφέρει το αποτέλεσμα, αλλά να είναι πιστοί στην ομάδα. Συμμετέχουν ενεργά στην ομάδα και φορούν τα μπλε και άσπρα μπλουζάκια, κάνοντας το κάθε παιχνίδι να μοιάζει με γιορτή".

Εύλογη επομένως η απορία του Γιάννη Τσιρογιάννη. "Το επίπεδο του πρωταθλήματος στο Ιράκ είναι μικρότερο, αλλά από ότι τελικά καθορίζεται το επίπεδο; Στο ελληνικό πρωτάθλημα ναι μεν έχυμε καλύτερους παίκτες, αλλά γίνονται επεισόδια, χίλιες και δύο ασχήμιες. Έχουμε τραγικά γήπεδα, επεισόδια και σιφόνια στο παρκέ".

Σωστό κι αυτό.

The Greek way : το σκεπτόμενο μπάσκετ

Η ελληνική προπονητική σχολή έχει συνδεθεί με τον αμυντικογενή προσανατολισμό και την τακτική σκέψη. Οι προπονητές στη χώρα μας έχουν μπολιαστεί από την πίεση του αποτελέσματος και ένα στυλ μπάσκετ το οποίο ο Αργύρης Πεδουλάκης είχε βαφτίσει -εύστοχα- προ ετών "σκεπτόμενο". Αυτά είναι τα δύο μεγάλα όπλα, τα οποία τους βοηθά να επιβιώσουν και να διακριθούν στο εξωτερικό. Ο Μιχάλης Καλαβρός παραδέχεται ότι στη Νέα Ζηλανδία "το επίπεδο των προπονητών είναι καλό, στο τι κάνουν μετά τα τάιμ-άουτ, στο σκάουτινγκ" και ότι δυσκολεύτηκε αρκετά από τους αμερικανοθρεμμένους προπονητές. Επί το πλείστον, όμως, στις χώρες της άγονης γραμμής το επίπεδο είναι χαμηλό. Η Τυνησία έχει αρκετούς ξένους προπονητές (όπως ο βετεράνος Πορτογάλος Πάλμα που ανέλαβε και την εθνική ομάδα), ενώ σύμφωνα με τον Γιάννη Τσιρογιάννη στο Ιράκ "προπονητικά δεν υπάρχει τεχνογνωσία. Καμία σχέση με το ελληνικό πρωτάθλημα που έχει υψηλό τακτικό επίπεδο. Εκεί επικρατεί το run-n-gun παιχνίδι. Όλο το παιχνίδι γίνεται από τους ξένους. Και πρωταθλήτρια είναι η ομάδα που θα έχει τους ακριβότερους και καλύτερους Αμερικάνους".

Η μπασκετική νοοτροπία των περισσότερων χωρών είναι συνδεδεμένη με την επίθεση και οι Έλληνες προπονητές χρειάστηκε να μοχθήσουν για να φέρουν το παιχνίδι στα δικά τους μέτρα. "Στην Ασία έχουν τελείως διαφορετικό τρόπο σκέψης. Οι προπονητές δίνουν έμφαση στην επίθεση και όχι στην άμυνα. Την πρώτη χρονιά που παίξαμε στο Πανασιατικό και τερματίσαμε 6οι είχαμε την καλύτερη άμυνα (66 πόντους). Από εκεί κερδίσαμε, κατεβάζοντας τον ρυθμό. Δίνουμε έμφαση στην άμυνα. ο Φραγκιάς, που είναι ο head coach, από την πρώτη χρονιά προσπάθησε να δώσει μια διαφορετική νότα. Δεν ήταν εύκολο, αλλά οι παίκτες ανταποκρίθηκαν. Είδαν σκάουτινγκ για πρώτη φορά. Δεν ήξεραν τι είναι. Οι παλαιότεροι το πολύ-πολύ να έβλεπαν κάποιο παιχνίδι - ολόκληρο - μια φορά στο τόσο. Μόλις εκπαιδεύτηκαν, όμως, το ζητούσαν από μόνοι τους" υπογραμμίζει ο Γιώργος Μπιτζάνης, που με την εθνική ομάδα του Κατάρ έχει κατακτήσει τρία αραβικά κύπελλα και έχει πανηγυρίσει τρεις παρουσίες στην 8άδα του Πανασιατικού. "Είχαμε την ευκαιρία να δούμε διαφορετικά στυλ μπάσκετ. Οι Κορεάτες για παράδειγμα σουτάρουν κατά 60-70% με ταμπλό τις βολές. Είναι το σύστημα τους. Οι Φιλιππίνες για παράδειγμα παίζουν ένα δικό τους μπάσκετ. Οι Φιλιππινέζοι που λατρεύουν το μπάσκετ είναι κοντοί, γρήγοροι και βρώμικοι. Βλέπεις διαφορετικά πράγματα" πρόσθεσε ο άμεσος συνεργάτης του Βασίλη Φραγκιά.

Τα ίδια είχε αντιμετωπίσει ο Κρις Χουγκάζ στο Μεξικό. "Άλλο το στυλ παιχνιδιού εκεί. Δεν είχε καθοδήγηση. Δεν μπαίνουν εύκολα σε καλούπια. Δεν είναι μαθημένοι σε τέτοιο παιχνίδι. Ευτυχώς πρόεδρος στη δική μου ομάδα, ήταν ο Μανουέλ Ράγκα, που είχε κατακτήσει το ευρωπαϊκό με τη Βαρέζε και είχε ευρωπαϊκή νοοτροπία".

Βασικός πρεσβευτής του σπορ στις άκρες της Γης είναι το ΝΒΑ. Οπότε οι παίκτες και οι λίγκες μεγαλώνουν με αυτό το πρότυπο, το οποίο όμως δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υπηρετήσουν πιστά. "Οι Κινέζοι - δυστυχώς- προσπαθούν να μοιάσουν με τους Αμερικανούς, παρότι είναι εντελώς διαφορετικές φυλές. Λατρεύουν το μπάσκετ και έχουν κάνει τα πάντα NBA-like. Τις παρουσιάσεις, τα τάιμ-άουτ, το χρόνο του παιχνιδιού, ακόμη και τις αντιδράσεις που έχουν.

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Η Τυνησία από την άλλη λατρεύει την EuroLeague, περισσότερο από το ΝΒΑ. "Βλέπουν περισσότερο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Είναι επίσης τρελαμένοι με τις ισπανικές ομάδες, τη Ρεάλ και τη Μπαρτσελόνα. Είναι λογικό αφού βρίσκεται κοντά στην Ισπανία. Είναι πλήρως ενημερωμένοι για το ευρωπαϊκό μπάσκετ" καταλήγει ο Στράτος Κουκουλεκίδης που άνοιξε την πόρτα της Τυνησίας για τους Έλληνες προπονητές που ακολούθησαν. όπως ο Δημήτρης Βαρβούνης, Δημήτρης Παπαδόπουλος και Γιώργος Κετσελίδης.

Δεν λένε Greece, ούτε Hellas, αλλά Χila

Οι επιτυχίες της Εθνικής ομάδας το 2005 και το 2006, η αναγνωρισιμότητα του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού ως κραταιές δυνάμεις του ευρωπαϊκού μπάσκετ, η διαρκώς αυξανόμενη παρουσία Ελλήνων παικτών στο ΝΒΑ και η καθιέρωση των Ελλήνων στην προπονητική ελίτ έχουν ισχυροποιήσει τη λεγόμενη "ελληνική σχολή". Κι όταν οι ίδιοι οι προπονητές έγιναν "gringos" (κυριολεκτικά στην περίπτωση του Κρις Χουγκάζ), ένιωσαν τον απόλυτο σεβασμό. "Μας έχουν αγκαλιάσει. Μέχρι πρότινος η αγορά στο Κατάρ ήταν αμερικάνικη. Η στροφή στο ελληνικό μοντέλο, όμως, έφερε επιτυχίες. Εκτιμούν τον τρόπο που δουλεύουμε" αναφέρει ο Γιώργος Μπιτζάνης, που συνυπήρξε το ίδιο διάστημα με τον Στέργιο Κουφό που επίσης κατέκτησε τίτλους με την Αλ Ραγιάν, όπως είχε κάνει στο παρελθόν στο Λίβανο, ο Ηλίας Ζούρος.

Και συνεχίζει λέγοντας: "Ο Έλληνας προπονητής χαίρει εκτίμησης. Και δεν είναι μόνο οι Έλληνες στο μεγαλύτερο επίπεδο, ο Μπαρτζώκας, ο Ιτούδης, ο Κατσικάρης που έχουν επιτυχίες, αλλά και προπονητές σε άλλα πρωταθλήματα. Αυτό είναι καλό. Είναι καλό να πηγαίνει ο Έλληνας προπονητής στο εξωτερικό για να ανοίξουν και άλλες δουλειές, που είναι απαραίτητο λόγω της οικονομικής δυσχέρειας που επικρατεί στη χώρα".

Ο Μιχάλης Καλαβρός βρέθηκε στη Νέα Ζηλανδία μέσω του Ταμπ Μπάλντγουιν, του άλλοτε προπονητή των "Tall Blacks" που είχε περάσει από τον ΠΑΟΚ το 2008. "Έπαιξε ρόλο ότι ήμουν Έλληνας. Είχαν σεβασμό για το μπάσκετ μας". Το ίδιο και οι Κινέζοι. "Ήξεραν τον Παναγιώτη Γιαννάκη, πριν καν αναλάβει την εθνική τους ομάδα. Ήμουν στην ομάδα του Γιάο Μινγκ και σε συζητήσεις που είχα μαζί του μιλούσαμε για τον Γιαννάκη, τον Σπανούλη, τον Ζήση. Με ρωτούσε για όλο αυτό που είχε γίνει με τον Βαρεζάο για παράδειγμα. Οι Κινέζοι έχουν πολύ ψηλά τους Ολυμπιακούς Αγώνες και η νίκη μας απέναντι τους το 2008, έφτιαξε πολύ την εικόνα της Ελλάδας. Συνεργάστηκε με τον Λιου Ουέι, που ήταν επίσης ένα μεγάλο όνομα εκείνης της ομάδας και είχε απεριόριστο σεβασμό για μας" αναφέρει.

Ο Στράτος Κουκουλεκίδης επικυρώνει τα παραπάνω με τα λεγόμενα του: "Ξέρουν πολλά για τον αθλητισμό μας. Ο Σπανούλης είναι μεγάλη φίρμα. Λόγω της παρουσίας του στους Ρόκετς. Το ίδιο και ο Διαμαντίδης. Τους έχει μείνει η μεγάλη νίκη που είχαμε πετύχει στη Σαϊτάμα απέναντι στους Αμερικάνους. Μεγάλη απήχηση είχε και ο Σχορτσιανίτης και δεν σου κρύβω ότι του είχαμε κάνει πρόταση όταν ήμουν στην Κίνα, αλλά νομίζω ότι τότε είχε κλείσει στη Μακάμπι". Θεωρεί, όμως, ότι ο σεβασμός δεν περιορίζεται στο αθλητικό κομμάτι. "Έχουν μεγάλο σεβασμό για μας ως λαό. Ξέρουν πολλά για μας, ότι για παράδειγμα η COSCO κάνει επενδύσεις. Επίσης είναι η μοναδική χώρα που δεν μας λέει ούτε "Hellas", ούτε "Greece". Αποκαλούν την Ελλάδα "Χila" (Σιλά). "Xi" σημαίνει ανώτερος και "La" είναι ο ιερός μήνας Φεβρουάριος, που περιλαμβάνει και τη δική τους πρωτοχρονιά. Θεωρούν ότι είμαστε οι δύο αρχαιότεροι πολιτισμοί. Και έτσι είναι. Αυτοί μετρούν 6.000 χρόνια ιστορίας και εμείς 3.000".

Μια εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση βίωσε και ο Γιάννης Τσιρογιάννης, όπου κι αν δούλεψε. Είτε στο Ιράκ, είτε στην Ισπανία όπου καθοδήγησε στην γυναικεία ομάδα της Χιρόνα στην EuroLeague, είτε στην Ρουμανία όπου εργάζεται τώρα. "Υπάρχει μεγάλος σεβασμός. Όπου και αν δούλεψα τον αισθάνθηκα. Οι Έλληνες πετυχαίνουν όπου κι αν δουλέψουν. Οι ξένοι γνωρίζουν τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό που είναι brand names επιπέδου Μπαρτσελόνα και Ρεάλ, αλλά περισσότερο μετράει ότι οι Έλληνες προπονητές έχουν έναν συγκεκριμένο τρόπο δουλειάς. Είμαστε μαθημένοι στην πίεση της Ελλάδας και έξω μας φαίνεται παιχνιδάκι". Στο Ιράκ, δε, "έχουν μεγάλη αγάπη για τους Έλληνες. Η Βαβυλώνα, που βρίσκεται στο Ιράκ, είναι πόλη του Μέγα Αλέξανδρου. Συνδέονται οι λαοί μέσω της ιστορίας. Έχουν σεβασμό οπότε για μας".

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Αν έπαιρνες ταξί, μπορεί να σου έπαιρναν τα νεφρά

Δεν είναι όλα ρόδινα, όμως. Υπάρχει και ο κίνδυνος, ένα ρίσκο που παίρνει ένας ξένος προπονητής και το οποίο εξαργυρώνονται σε μηδενικά στο κασέ του. Ο Γιώργος Μπιτζάνης για παράδειγμα είχε ζήσει μια δύσκολη εμπειρία στην Ουκρανία, στην πρώτη του απόπειρα στο εξωτερικό, το 2012, ακολουθώντας τον Βασίλη Φραγκιά στην Ντνίπρο. "Στο σούπερ-μάρκετ ο μάνατζερ μας έκανε νόημα να κρύψουμε τα χρήματα. Υπάρχει μεγάλη φτώχεια. Εκεί ο βασικός μισθός είναι 100 δολάρια. Είναι ένα κομμουνιστικό κράτος, ειδικά όσο πηγαίνεις ανατολικά. Ο μάνατζερ της ομάδας μου είχε πει όταν θέλεις ταξί θα με παίρνεις τηλέφωνο και σου στέλνω εγώ. Θα μπαίνεις μόνο σ' αυτό που έχει συγκεκριμένη πινακίδα και οδηγό, γιατί αν μπεις σε τυχαίο ταξίδι μπορεί να βρεθείς στα σύνορα και να σου έχουν πάρει τα νεφρά" εξιστορεί γελώντας.

Δύσκολες συνθήκες συνάντησε κι ο Γιάννης Τσιρογιάννης στο Ιράκ. "Ήταν πολύ επικίνδυνα. Εκεί πραγματικά είσαι σε κίνδυνο. Αν είσαι απρόσεκτος και δεν καταλάβεις πως έχουν τα πράγματα, μπορεί να μην ξαναγυρίσεις. Είναι μια χώρα σε εμπόλεμη κατάσταση, υπό καθεστώς τρομοκρατίας λόγω ISIS. Μιλάμε για πόλεμο. Υπαρκτό, έστω κι αν είναι χιλιόμετρα μακριά από τη Βαγδάτη. Δεν μπορείς ούτε να μετακινηθείς. Έχει οδηγό και είσαι συνεχώς με δύο ανθρώπους δίπλα". Μάλιστα είχε γίνει αυτόπτης μάρτυρας περιστατικών από αυτές που γίνονται θέματα στα δελτία ειδήσεων. "Έχει τύχει να έχουμε αγώνα την Παρασκευή και την Πέμπτη το βράδυ να σκάει βόμβα στο λόμπι του ξενοδοχείου. Έχει γίνει τρεις φορές αυτό". Πως παίρνει οπότε απόφαση κάποιος να ρισκάρει τη ζωή του για ένα συμβόλαιο; "Απλά δεν το σκέφτεσαι. Είναι μεγάλοι οι μισθοί. Τα χρήματα είναι περισσότερα από αυτά που θα πάρει ο πιο ακριβοπληρωμένος προπονητής πλην Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού στο ελληνικό πρωτάθλημα.

Μια πολύ ιδιαίτερη κατάσταση συνάντησε και ο Κρις Χουγκάζ στο Μεξικό."Η εμπειρία μου εκεί δεν ήταν καλή, λόγω της πόλης που έμενα, Η Βικτόρια ήταν άνδρο συμμοριών. Γινόντουσαν δολοφονίες κάθε μέρα. Ακριβώς όπως στις ταινίες. Από τις 21.00 ήμουν μέσα. Δεν είχε τύχει να δω πτώματα στο δρόμο, ωστόσο άκουγα πυροβολισμούς, ενώ είχα και μια άσχημη εμπειρία όταν με λήστεψαν. Ο κόσμος συνολικά ήταν πολύ φιλικός και ζεστός, ζούσε όμως και αυτός μες στον φόβο και τον τρόπο λόγω των ναρκο-συμμοριών". Πως το διαχειρίστηκε όλο αυτό; "Έφυγα..."

Δεν παύει να είναι ξενιτιά

Πέρα από τις αντίξοες συνθήκες υπάρχει και ο νόστος του ξενιτεμένου. "Είσαι οικονομικός μετανάστης" όπως εξηγεί ο Στράτος Κουκουλεκίδης. "Ας μην κρυβόμαστε: είναι δύσκολο να είσαι μόνος". Ο ίδιος ήταν περισσότερο άνετος, γιατί τα δικά του παιδιά είναι μεγάλα σε ηλικία. "Δεν παύει, όμως, να είναι ξενιτιά. Είσαι εκεί για δουλειά. Όσο έχεις το μπάσκετ, η ώρα φεύγει. Στο ρεπό όμως";

Ο Γιώργος Μπιτζάνης βρίσκεται τρίτο χρόνο στο Κατάρ, με την οικογένεια του και λέει πως "πλέον νιώθουμε σαν το σπίτι μας. Αν εξαιρέσεις τη ζέστη η Ντόχα είναι μια πολύ όμορφη πόλη, με ήσυχους ανθρώπους. Στην χώρα επικρατεί ηρεμία. Ούτε πίεση, ούτε νευρικότητα, ούτε τίποτα. Είναι από τα πιο ασφαλή μέρη στον πλανήτη. Αν αφήσεις τα χρήματα ή το κινητό σου κάπου, μετά από μισή ώρα θα τα βρεις εκεί". Ο καλύτερος σύμμαχος σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι το ίντερνετ και η τηλεόραση. "Στην Ουκρανία παίζαμε και ταξιδεύαμε συνέχεια" θυμάται ο Γιώργος Μπιτζάνης, που έχει να λέει για το 18ώρο ταξίδι που έκανε με ένα παλιό τρένο "σαν το Όριαν Εξπρές, ούτε εστιατόριο δεν είχε" για να πάει από το Ντνιπροπετρόφσκ στο Λβιβ.

Η καθημερινότητα του προπονητή στο εξωτερικό έχει μόνο μπάσκετ σύμφωνα με τον Γιάννη Τσιρογιάννη. "Κατά τα άλλα είσαι κλεισμένος σε ένα ξενοδοχείο. Στην περίπτωση μου φρουρούμενο. Δύο προπονήσεις την ημέρα, ίντερνετ, δορυφορική τηλεόραση και παρέα με τους ξένους. Λες και είσαι σε στρατόπεδο". Συχνά οι προπονητές του εξωτερικού παρομοιάζουν την εμπειρία τους με τη στρατιωτική θητεία, κάνοντας υπομονή μέχρι να τελειώσει.

Ο Μιχάλης Καλαβρός δίνει μια άλλη διάσταση στο θέμα λέγοντας ότι "έξω είναι καλύτερα για πολλούς λόγους. Συγκεντρώνεσαι αποκλειστικά στο μπάσκετ. Δεν είχα την οικογένεια μου μαζί και ήμουν αφοσιωμένος σ' αυτό που έκανα. Δεν είχα την έννοια πότε θα πληρωθώ, ή αν θα πληρωθώ. Στη Νέα Ζηλανδία δεν ξέρουν τι σημαίνει "χρωστάω". Η μόνη έννοια είναι το αντικείμενο σου. Έχεις το χώρο και το χρόνο να δουλέψεις καλά και να μορφωθείς, να βλέπεις για παράδειγμα δύο ματς την ημέρα". Αναφερόμενος στην καθημερινότητα του προπονητή λέει ότι "έχει πολύ προπόνηση, αλλά και χρόνο για γυμναστική. Εγώ έτρεχα πολύ. Έχεις άπλετο χρόνο και δεν έχεις από την άλλη έννοιες. Είναι όλα πληρωμένα, δεν έχεις στο μυαλό σου να πληρώσεις λογαριασμούς. Ειδικά αν ζεις σε μια οργανωμένη κοινωνία".

Η Νέα Ζηλανδία ήταν ένας όμορφος προορισμός. "Ίσως είναι η ωραιότερη χώρα στον κόσμο. Έχει απίστευτο τοπίο. Ζούσα έξω από την πρωτεύουσα σε μια ήσυχη πόλη. Οι άνθρωποι εκεί ξυπνούν στις 05.00 και κοιμούνται από τις 22.00. Αυτό που δεν συνηθίζεται με τίποτα είναι πως το δικό μας καλοκαίρι είναι για αυτούς χειμώνας. Εγώ ήμουν εκεί Μάρτιο με Ιούλιο και είναι περίεργο να βλέπεις για παράδειγμα χιονιά τον Ιούνιο" θυμάται ο Μιχάλης Καλαβρός, ο οποίος έμεινε εντυπωσιασμένος και από τη Σανγκάη. "Είναι σαν να μένεις στη Νέα Υόρκη, είναι μια δυτική πόλη. Το μοναδικό πρόβλημα είναι ότι δεν μιλούσαν αγγλικά. Είχαμε όλες τις διευθύνσεις σε ένα μήνυμα για να φτάσουμε στον προορισμό μας".

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Για τον Κρις Χουγκάζ το αποκούμπι σε μια μικρή πόλη 8.000 κατοίκων στην Αυστρία είναι το μεγάλο εμπορικό κέντρο. "Δεν έχουμε πολλά να κάνουμε. Πάμε στο mall για να φάμε, τόσο εγώ, όσο και οι ξένοι. Υπάρχουν και 2-3 Έλληνες στην πόλη και πολλοί περισσότεροι στη Βιέννη, με τους οποίους είμαστε σε επικοινωνία. Κατά τα άλλα ίντερνετ και πολύ τηλεόραση".

Ο Στράτος Κουκουλεκίδης από τη μεριά του φρόντισε να συνδυάσει τη δουλειά με την εξερεύνηση νέων πολιτισμών. "Μου αρέσει να περνάω χρόνο στα αξιοθέατα και στην αγορά, να ψάχνω καινούργια πράγματα που με ενδιαφέρουν και να εμπλουτίσω τις γνώσεις μου. Οι πόλεις ήταν το βάλσαμο μου, έκανα βόλτες στα μαγαζιά. Μια βόλτα, ένας καφές, περνούσε η ώρα". Και συνέχισε λέγοντας: "Είναι ένα κράτος που σου δίνει καθημερινά τη δυνατότητα να το ψάξεις, να γυρίσεις, να διαπιστώσεις από πρώτο χέρι τις διαφορές με την Ευρώπη. Έχουν εξαιρετικά Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, όλα σε άριστη κατάσταση, όπως τα υπέργεια τρένα, που είναι πολύ εντυπωσιακά. Μου άρεσαν επίσης και τα τρίκυκλα που χρησιμοποιούν για τις μετακινήσεις".

Τι του έμεινε; "Στην Κίνα μπορώ να πω ότι έμαθα να πίνω τσάι. Εκεί που δυσκολεύτηκα ήταν στο φαγητό. Δεν τρώγεται με τίποτα. Δεν μπορούσα να το συνηθίσω και την έβγαλα στην αρχή με McDonalds και KFC. Μετά ανακάλυψα ένα ιταλικό με μακαρόνια και πίτσα. Μου έκανε τρομερή εντύπωση πως όπου και να πας, να πιεις καφέ ή να φας σου φέρνουν ζεστό νερό. Δεν πίνουν κρύο. Αντίθετα στο ζεστό βάζουν λεμόνι. Ούτε αλάτι τρώνε και αυτό είχε ως αποτέλεσμα στην Κίνα να χάσω 22 κιλά. Επίσης ένα δικό τους έθιμο είναι ότι κάθε απόγευμα, χειμώνα - καλοκαίρι, χορεύουν στις γειτονιές. Μαζεύονται σε μια διασταύρωση, ο δήμος έχει μικροφωνικές εγκαταστάσεις και όλοι μαζί χορεύουν. Αυτή είναι η βόλτα τους. Και μιλάμε για περισσότερο από 30.000 κόσμο να μαζεύεται στις πλατείες".

Είχε παράλληλα την ευκαιρία να ανακαλύψει νέους κόσμους στην Τυνησία. "Για τους Έλληνες είναι οικεία τοπία. Ιδίως τα παράλια. Η Σιρμπυσαΐν για παράδειγμα είναι κάτι σαν τη Σαντορίνη της Τυνησίας. Με μπλε-άσπρα σπίτια. Όλη η Τυνησία βρέχεται από θάλασσα. Υπάρχει και η Χαμαμέτ που έχει αξιοθέατα ρωμαϊκών εποχών. Επίσης είναι πάμφθηνη. Είναι το 1/6 ή το 1/7 του κόστους στην Ελλάδα".

Μακάρι να το ζήσουν όλοι

Ο Γιώργος Μπιτζάνης συνεχίζει στο Κατάρ. Ο Μιχάλης Καλαβρός επέστρεψε στην Αθήνα όπου έχει επικεντρωθεί στις ατομικές προπονήσεις. Ο Στράτος Κουκουλεκίδης επαναπατρίστηκε προσωρινά λόγω οικογενειακού προβλήματος. Οι Κρις Χουγκάζ και Γιάννης Τσιρογιάννης είναι αποφασισμένοι να ακολουθούν διεθνή καριέρα. Όλοι τους, όμως, παραδέχτηκαν ότι το ταξίδι άξιζε, όπως θα έγραφε και ο Καβάφης. Όσο καλή ή κακή ήταν η εμπειρία τους.

"Αν σ' αρέσει η περιπέτεια και το ταξίδι τότε είναι εύκολο. Είναι πως το βλέπει ο καθένας. Εμένα μου αρέσει να γνωρίζω νέους κόσμους, οπότε είναι τεράστια εμπειρία" σχολίασε ο Γιώργος Μπιτζάνης, που νιώθει γεμάτος από την ευκαιρία να γνωρίσει διαφορετικούς κόσμους εντός και εκτός των γραμμών. Και για αυτό ευχαριστεί τον συνεργάτη του, Βασίλη Φραγκιά για την ευκαιρία, αλλά και τις εμπειρίες που του χάρισε σε ότι αφορά την προπονητική και κυρίως την διαχείριση των ομάδων.

"Θα το κυνηγούσα ξανά" παραδέχεται ο Μιχάλης Καλαβρός και προσθέτει: "Μακάρι όλοι οι προπονητές να το ζήσουν". Στέκεται μάλιστα στην διαφορετική αντιμετώπιση που έχει εκεί ο θεσμός του προπονητή. "Στη Νέα Ζηλανδία δεν είχαμε ξεκινήσει καλά. Είχαμε 0-3, χάνοντας με 30 πόντους από τον πρώτο. Με έβγαλε τότε για καφέ ο πρόεδρος και μου είπε χαρακτηριστικά: "μπορούμε να σου δώσουμε τώρα 20 χρόνια συμβόλαιο γιατί αγαπάς αυτό που κάνεις, δουλεύεις καλά και είμαστε ευχαριστημένοι".

Η φωνή του Στράτου Κουκουλεκίδη ζεσταίνεται καθώς στα μάτια του περνούν εικόνες από την Κίνα, σαν καρτ-ποστάλ. "Θυμάμαι τους δρόμους για παράδειγμα, τις εθνικές οδούς, που στη μέση ήταν γεμάτες λουλούδια. Κάθε δέκα χιλιόμετρα υπήρχε ένα συνεργείο από εθελοντές που τα προσέχουν, τα ποτίζουν, τα περιποιούνται. Και εσύ ταξιδεύεις σε μια διαδρομή γεμάτη γιούλια" θυμάται και προσθέτει ψιθυριστά σαν να βλέπει τα χρωματιστά διαζώματα ξανά μπροστά στα μάτια του: "φοβερές εικόνες". Το λέει και το εννοεί πως "τέτοια ταξίδια είναι όνειρο ζωής. Ειδικά σε προορισμούς που δύσκολα θα πηγαίναμε διαφορετικά. Ήταν η ωραιότερη εμπειρία μου, μέχρι την επόμενη. Με σημάδεψε και θα την κουβαλάω σε όλη μου τη ζωή. Όχι μόνο για το αθλητικό κομμάτι, αλλά συνολικά ως εμπειρία, για όλες αυτές τις εικόνες".

Μπασκετικοί μετανάστες στην άκρη του κόσμου

Με σκληρά, αλλά αληθινά λόγια εξηγεί ότι "πρέπει να τελειώνει το παραμύθι. Όλοι κρίνουν τους πάντες. Και οι διοικήσεις αλλάζουν τους προπονητές σαν τα πουκάμισα. Όλοι είναι κακοί τη μια ημέρα και Θεοί την άλλη. Είμαστε επαγγελματίες όμως. Σαν άνθρωπος μιλάω, δεν παριστάνω τον σπουδαίο. Είμαι απλά εργαζόμενος με οικογένεια. Γιατί με πετάς στο δρόμο επειδή χάσαμε δύο ματς; Εδώ παίρνω τα λεφτά στην ώρα μου και με σέβονται. Μου μιλούν στον πληθυντικό. Η οικογένεια μου δεν θα σκέφτεται που δουλεύω. Απλά εμείς θέλουμε να ζούμε και να νομίζουμε ότι είμαστε οι καλύτεροι στη γη".

Κι αν ο Κρις Χουγκάζ στάζει μέλι μιλώντας για την εμπειρία του στην Αυστρία, δηλώντας πολύ ευχαριστημένος από την διοίκηση, την οργάνωση και την ίδια του την ομάδα, δεν κλείνει την πόρτα ούτε σε πρωταθλήματα της Κεντρικής και της Λατινικής Αμερικής, παρά την κακή εμπειρία που είχε στο Μεξικό. "Δεν θα έλεγα όχι, απλά θα κοιτούσα καλύτερα τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης". Εξάλλου, όπως, λέει προτιμά το Μεξικό, παρά την Ελλάδα. "Δεν ξέρω όμως ποια είναι η χειρότερη τρομοκρατία. Αυτή στο Μεξικό ή τα όσα έζησα το 2012 όταν έκανα το λάθος και επέστρεψα στην Ελλάδα στην ομάδα που νόμιζα ότι είναι Πανιώνιος. Είναι, λοιπόν, μεγαλύτερη τρομοκρατία στο Μεξικό, την οποία την ελέγχω και μπορώ να προφυλαχθώ, ή η "τρομοκρατία" που βιώνει ο Έλληνας προπονητής σε κακές συνθήκες κάποιων ομάδων, που δεν είναι καν ομάδες, αλλά ταλαιπωρούν επαγγελματίες. Στις τελευταίες μου ομάδες στην Ελλάδα δεν πληρώθηκα ποτέ στο ακέραιο, με αποκορύφωμα τον Πανιώνιο που δεν πήρα ούτε ένα ευρώ. Πλήρωσα μάλιστα και από την τσέπη μου".

Ανάγκα και θεοί πείθονται. Η ανάγκη, λοιπόν, όπως πλάστηκε από την οικονομική κρίση που χτύπησε την Ελλάδα και την κρίση παραγόντων και αθλητικής κουλτούρας που ταλανίζει τον ελληνικό αθλητισμό, έδειξε την φωτεινή ταμπέλα που αναγράφει "έξοδος" για τους Έλληνες προπονητές. Έφυγαν και πέτυχαν. Είναι αυτό που έγραψε ο Άλκης Αλκαίος, τραγούδησε ο Δημήτρης Μητροπάνος και επιβεβαίωσαν οι ίδιοι οι Έλληνες προπονητές μπάσκετ: "Πως η ανάγκη γίνεται ιστορία". Τουλάχιστον να μην αφήσουμε την ιστορία να γίνει σιωπή.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ