ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Πυρά Κοντονή για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004

Πυρά Κοντονή για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004
INTIME SPORTS

Ο Υφυπουργός Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Σταύρος Κοντονής, μίλησε για τα λάθη που έγιναν από τις προηγούμενες Κυβερνήσεις στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.

Ο Υφυπουργός Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων Σταύρος Κοντονής συμμετείχε στην άτυπη Υπουργική συνάντηση που πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία των ευρωπαϊκών αγώνων στο Μπακού.

Βασικό θέμα ήταν: "Πώς θα προωθηθεί η κοινωνική βιωσιμότητα των μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων" και είχαν κληθεί να συμμετάσχουν Υπουργοί 47 κρατών-μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, των κρατών-μελών της EPAS, καθώς και ο Ευρωπαίος Επίτροπος.

Ο Υφυπουργός στην ομιλία του ανέφερε τα ακόλουθα: "Η δυναμική ενός αθλητικού γεγονότος δεν περιορίζεται, ούτε εξαντλείται στο πεδίο της αγωνιστικής δραστηριότητας, καθώς οι αγώνες συνιστούν μία μόνο πτυχή του συγκεκριμένου φαινομένου. Στο υπό συζήτηση ζήτημα, ιδιαίτερα στα δύο πρώτα ερωτήματα, θα τοποθετηθώ πάνω σ’ ένα γεγονός που οι προηγούμενες κυβερνήσεις στη χώρα μου, δεν ακολούθησαν την ενδεδειγμένη πρακτική για την αμοιβαία ωφέλεια αθλητισμού και κοινωνίας.

Αναφέρομαι στη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 δυστυχώς αποτέλεσαν και αποτελούν αρνητικό παράδειγμα αθλητικής διοργάνωσης, αφού μέσω αυτών οξύνθηκαν πάγιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας για παράδειγμα η διαπλοκή και η σπατάλη με τον τρόπο που έγινε η ανάθεση και η εκτέλεση σχεδόν όλων των μεγάλων αθλητικών έργων. Σήμερα σχεδόν όλοι στην Ελλάδα παραδέχονται, ότι ένα μέρος των οικονομικών αδιεξόδων της πατρίδας μου, μπορεί να ανιχνευτεί στον τρόπο που εκτελέστηκαν τα μεγάλα έργα στην Ελλάδα και στο συνολικό κόστος των Αγώνων. Περαιτέρω αγνοήθηκε η ανάγκη περιφερειακής ανάπτυξης, ενώ υπονομεύθηκε η προώθηση ενός διαφορετικού μοντέλου οικιστικής και περιβαλλοντικής πολιτικής στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Από το 1997 έως το 2000 οι ελληνικές κυβερνήσεις μπροστά στο τιτάνιο έργο της ανάληψης των Αγώνων από τη μικρότερη χώρα που έλαβε ποτέ την εντολή, προχώρησαν σε μια σειρά από καθυστερημένες κατασκευές, υψηλού κόστους, χαμηλής προσαρμοστικότητας, χωρίς τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ορισμένες φορές για αθλήματα με χαμηλή ή ανύπαρκτη διάδοση. Ο αρχικός προϋπολογισμός εκτοξεύθηκε σύμφωνα με ένα πρώτο απολογισμό στα 11,27 δις ευρώ, ποσό που ανερχόταν στο 6% του ΑΕΠ. Σήμερα εκτιμήσεις που έχουν μεγαλύτερη σχέση με την πραγματικότητα ανεβάζουν το κόστος σε ένα ποσό πάνω από 20 δις.

Από την επόμενη μέρα των Αγώνων αναδείχθηκε η αποτυχία της λανθασμένης πολιτικής στο επίπεδο της κοινωνικής βιωσιμότητας. Οι εγκαταστάσεις, οι δύσχρηστες υποδομές, τα φαραωνικά έργα, αποδείχθηκε ότι δεν εξυπηρετούσαν ούτε το κοινωνικό σύνολο, ούτε τους αθλούμενους. Η αλλαγή χρήσης των εγκαταστάσεων, ώστε να καλυφθεί το υψηλό κόστος συντήρησης, σε ελάχιστες περιπτώσεις κατέστη δυνατή και όπου αυτό έγινε πραγματοποιήθηκε σε μικρή κλίμακα. Το σημερινό αποτέλεσμα είναι το εξής: Ερήμωση και λεηλασία των εγκαταστάσεων, μερική ή ολική αχρηστία των υποδομών, ενεργοβόρα κτίρια, ελάχιστη αθλητική χρήση, σοβαρά ζητήματα ασφάλειας και φύλαξης της δημόσιας περιουσίας και συνολικά μια κατάσταση που δεν προσιδιάζει σε μία στοχευμένη και μακροπρόθεσμη κρατική πολιτική για τον αθλητισμό.

Δεν θέλω να ισχυριστώ ότι η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων είχε μόνο προβληματικά στοιχεία. Η σύνδεση με τους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες πάντα θα συνεπαίρνει τους φιλάθλους και τους αθλητές σε όλο τον κόσμο, ενώ ταυτόχρονα η πολιτιστική προβολή της Ελλάδας συνεχίζει να κεφαλαιοποιείται σε μεγάλο βαθμό. Όμως θεωρώ ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση οι κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν τη διοργάνωση των Αγώνων απέτυχαν να συνδέσουν το αθλητικό γεγονός με την κοινωνική ανταποδοτικότητα, συγκροτώντας ένα αντιπαράδειγμα αθλητικού σχεδιασμού. Ο καλύτερος τρόπος δεν είναι άλλος παρά η ειλικρινής και με στοιχεία αποτύπωση της πραγματικότητας σε βάθος χρόνου για να μπορούμε να διαπιστώσουμε τις επιπτώσεις, θετικές ή αρνητικές.

Τέλος πρέπει να γίνει προσπάθεια από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για τον μετριασμό των πιέσεων και των υπερβολικών απαιτήσεων από τις διοργανώτριες αρχές και τις διεθνείς ομοσπονδίες, απαιτήσεις που οδηγούν σε μεγάλο οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος για τις χώρες ανάληψης".

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ