LONGREADS

"Πω πω μεγάλε, μας γαμ…ς!"

"Πω πω μεγάλε, μας γαμ…ς!"
INTIME SPORTS

Για πολλούς το γεγονός του μπασκετικού τουρνουά στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα ήταν η πρώτη εμφάνιση της Ντριμ Τιμ (η 3η κατά σειρά μετά την πρώτη ομάδα όνειρο στους αγώνες της Βαρκελώνης το 1992 και αυτήν στο Μουντομπάσκετ του Καναδά το 1994) επί αμερικανικού εδάφους σε Ολυμπιάδα.

Η αρμάδα των Τσάρλς Μπάρκλεϊ, Γκράντ Χιλ,, Χακίμ Ολάζουον, Κάρλ Μαλόουν, Σακίλ Ο' Νιλ και τόσων ακόμα μεγάλων παικτών έκανε περίπατο φτάνοντας σε ένα ακόμα άνετο χρυσό μετάλλιο κόντρα στους εξαιρετικούς Πλάβι οι οποίοι μπορεί να τους κοίταξαν για αρκετή ώρα στα μάτια, αλλά τελικά ηττήθηκαν με 95-69.

Και όμως την ίδια μέρα (Σάββατο) στις 2 Αυγούστου του 1996, στο «Τζόρτζια Ντομ» της Ατλάντα, είχε γραφτεί ένα κομμάτι ιστορίας, λίγο νωρίτερα από τον τελικό αλλά και τον αγώνα του χάλκινου μεταλλίου (το οποίο πήρε άνετα κόντρα στην Αυστραλία, η Λιθουανία).

Στον αγώνα για την 5 θέση (Ελλάδα-Βραζιλία 91-72), δύο «ιερά τέρατα» του Παγκόσμιου Μπάσκετ κρεμούσαν τις φανέλες τους. Ο δικός μας κολοσσός Παναγιώτης Γιαννάκης και ο θεός του νοτιοαμερικάνικου μπάσκετ, ο Βραζιλιάνος Οσκάρ Σμιντ.

Μάλιστα ο εναγκαλισμός τους στο κέντρο του γηπέδου μετά το τέλος του αγώνα, που έφερε και την άκρατη συγκίνηση και στους δύο (οι μόνοι που γνώριζαν εκείνη τη χρονική στιγμή την απόφασή τους, ιδιαίτερα ο Γιαννάκης που θα το ανακοίνωσε λίγα λεπτά αργότερα στους συμπαίκτες του) αποτελεί μια από τις κορυφαίες εικόνες όλων των εποχών στον παγκόσμιο αθλητισμό η οποία δεν έχει αποτυπωθεί στο φωτογραφικό φακό. Και αναφερόμαστε στη στιγμή που οι δύο εμβληματικοί αρχηγοί λυγίζουν και ξεσπούν ουσιαστικά σε λυγμούς.

"Πω πω μεγάλε, μας γαμ…ς!"
INTIME SPORTS

Θα ήταν από τις φωτογραφίες που σαφώς θα άξιζαν πάνω από 1000 λέξεις!

Εκείνο το μεσημέρι λοιπόν τα δάκρυα κυλούσαν ποτάμι τόσο στο παρκέ, όσο και στα αποδυτήρια του «Τζόρτζια Ντομ» όχι τόσο από τους δύο τεράστιους παίκτες, όσο από τον κόσμο αλλά κυρίως τους συμπαίκτες τους.

Οι Βραζιλιάνοι παίκτες είχαν γονατίσει στο παρκέ μπροστά στον Οσκάρ Σμιντ υποκλινόμενοι στο αγωνιστικό του μεγαλείο αποχαιρετώντας τον με όλες τις μπασκετικές και όχι μόνο τιμές. Οι Έλληνες διεθνείς «γονάτισαν» στα αποδυτήρια, ακούγοντας τον – τελευταίο – εμβληματικό λόγο του αξεπέραστου αρχηγού τους, του «Δράκου» του ελληνικού μπάσκετ.

«Θέλω να σας πω ότι ήρθε η ώρα να σταματήσω από την Εθνική. Είναι δύσκολο και το καταλαβαίνετε, αλλά θα μου επιτρέψετε να σας πω δύο λόγια. Φυλάξτε αυτή την ομάδα σαν κόρη οφθαλμού. Η Εθνική είχε, έχει και θα συνεχίσει να έχει επιτυχίες. Πρέπει να αισθάνεστε ότι αυτή η ομάδα είναι η υπερηφάνεια σας, η τιμή σας, ο ίδιος ο εαυτός σας. Πλέον η σκυτάλη περνάει σε εσάς. Να την προσέχετε σαν την ψυχή σας» μίλησε στην καρδιά των συμπαικτών του ο Παναγιώτης Γιαννάκης που δεν είχε προειδοποιήσει κανέναν για το φινάλε. Οι πιο…ψυλλιασμένοι κάτι κατάλαβαν όταν μετά το τέλος του αγώνα, ο αρχηγός ζήτησε από τον ομοσπονδιακό τεχνικό Μάκη Δενδρινό αλλά και όλο το προπονητικό τιμ να βγει λίγο από τα αποδυτήρια για να μιλήσει στους συμπαίκτες του.

Τη βουβή ατμόσφαιρα και τα πρώτα – εκατέρωθεν – δάκρυα έσπασε ο πάντα πλακατζής και ατακαδόρος Φάνης Χριστοδούλου, που επίσης πάντως είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα και πιο πολύ εξέφρασε την έκπληξή του:

«Πω, πω μεγάλε… Τι μας έκανες τώρα; Μας γάμησες!» είπε ο «Μπέμπης» του ελληνικού μπάσκετ για να σκάσουν και τα πρώτα χαμόγελα.

«Δεν κλαίμε επειδή φεύγει ο Γιαννάκης, αλλά επειδή φεύγει ουσιαστικά ο άνθρωπος που είναι το ίδιο το μπάσκετ» παραδέχτηκε ο Γιώργος Σιγάλας βγαίνοντας από τα αποδυτήρια. Ήταν ο πρώτος που δάκρυσε στο άκουσμα της είδησης, για να ακολουθήσει σχεδόν όλη η υπόλοιπη…ενδεκάδα.

«Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ φορτισμένη. Ουδείς μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Τα δάκρυα έτρεχαν από όλους. Κάτι υποπτευόμασταν ότι θα γίνει, αλλά αυτό που συνέβη ήταν μοναδικό. Η διαδικασία μας δυσκόλεψε όλους. Ο Γιαννάκης μας ευχαρίστησε όλους, είπε ποιες θα έπρεπε να είναι οι σκέψεις μας για την Εθνική και μας αποχαιρέτησε» παραδέχτηκε ο Γιώργος Σιγάλας που πέρασε και αυτός αργότερα από το πόστο του αρχηγού και στην εθνική ομάδα.

Ο βενιαμίν (μόλις 19 ετών) εκείνο το απόγευμα στην Ατλάντα ήταν ο Δημήτρης Παπανικολάου που επίσης έχει κρατήσει για πάντα την εικόνα στο μυαλό του:

«Θυμάμαι ότι ήταν μία ημέρα που θα μείνει σε όλους αξέχαστη. Στα αποδυτήρια όλοι κλαίγαμε, από τους μεγαλύτερους, μέχρι τους μικρότερους. Βγάζαμε φωτογραφίες με τον Παναγιώτη. Αυτό που έκανε ακόμα πιο έντονες τις στιγμές, ήταν η αποχώρηση ακριβώς την ίδια ημέρα και του Οσκαρ από την Εθνική Βραζιλίας. Γεγονός που πρόσθεσε έντονη συγκινησιακή φόρτιση στην ατμόσφαιρα» είχε πει παλαιότερα ο Παπανικολάου.

"Πω πω μεγάλε, μας γαμ…ς!"
INTIME SPORTS

Ουσιαστικά εκείνη τη στιγμή οι πιο νέοι παίκτες έβλεπαν το ίνδαλμά τους, που μαζί με τον Νίκο Γκάλη τους είχαν αφίσα στο δωμάτιό τους, να αποχωρεί ως δαφνοστεφανωμένος έφηβος.

Πρώτον διότι και στα 37 του ο «Δράκος» ένοιωθε και έπαιζε ως αιώνιος έφηβος, ενώ οι διοργανωτές στην Ατλάντα πρόσφεραν σε όλους τους συμμετέχοντες ένα δάφνινο στεφάνι και έτσι είχε αποχωρήσει και ο Παναγιώτης Γιαννάκης.

Αργότερα στο τραπέζι στο ξενοδοχείο, η ατμόσφαιρα ήταν ακόμα βαριά για να την ελαφρύνει ο ίδιος ο «Δράκος» δίνοντας το σύνθημα για την επόμενη μέρα.

«Είστε το παρών και το μέλλον αυτής της ομάδας και οι επιτυχείς της δεν πρόκειται να σταματήσουν, αντίθετα θα συνεχίζονται» τους είπε, χωρίς να μπορούσε καν και ο ίδιος να φανταστεί ότι στην πρώτη διοργάνωση της εθνικής μετά από αυτούς τους Ολυμπιακούς Αγώνες, στο Ευρωμπάσκετ της Ισπανίας το 2007 θα ήταν αυτός στο τιμόνι του ομοσπονδιακού τεχνικού στην πρεμιέρα του στον ελληνικό πάγκο, οδηγώντας την Ελλάδα μέχρι την τετράδα και την 4 θέση στην τελική κατάταξη.

Ο «Δράκος» αποχώρησε από την εθνική ομάδα έχοντας φορέσει τη γαλανόλευκη 351 φορές, περισσότερες από οποιονδήποτε άλλο Ευρωπαίο παίκτη και φυσικά Έλληνα. Ήταν επίσης ο πρώτος σκόρερ της Εθνικής με 5.301 πόντους και έχοντας συμμετάσχει σε 8 Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα (1979, 1981, 1983, 1987, 1989, 1991, 1993 και 1995), 3 παγκόσμια πρωταθλήματα (1986, 1990 και 1994) και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996 στην Ατλάντα

Η αυταπάρνηση, το πάθος η καρδιά που έβγαζε στο παρκέ και το γεγονός ότι σε κάθε παιχνίδι αγωνιζόταν σαν να επρόκειτο για το τελευταίο του, ήταν τα χαρακτηριστικά που τον καθιέρωσαν στη συνείδηση όλων των Ελλήνων αλλά και των συμπαικτών του. Είναι σημείο αναφοράς για το άθλημα και κυρίως για την εθνική ομάδα, όπως ο Γιώργος Καραγκούνης στο ποδόσφαιρο, ο Γιώργος Μαυρωτάς στο πόλο και ο Μιχάλης Τριανταφυλλίδης στο βόλεϊ.

Μάλιστα ο Καραγκούνης έζησε εφέτος το καλοκαίρι μια ανάλογη ατμόσφαιρα στα αποδυτήρια της «Αρένα Περναμπούκο» του Ρεσίφε όταν και αυτός έκλεισε τον μνημειώδη κύκλο του στην εθνική ομάδα της καρδιάς του, επίσης με αποχαιρετιστήριο λόγο μπροστά μόνο στους συμπαίκτες του, όμως όχι κατ’ επιλογήν του όπως ο «Δράκος» που είχε παρακαλέσει το τεχνικό τιμ να αποχωρήσει για λίγο.

Ο Καραγκούνης δεν είχε ούτε στο ξενοδοχείο, αλλά ούτε και στο αεροπλάνο της επιστροφής δίπλα του τον Φερνάντο Σάντος και τα υπόλοιπα μέλη του τεχνικού τιμ, τα οποία είχαν αποχωρήσει ξεχωριστά αμέσως μετά το τέλος του ψυχοφθόρου αγώνα με την Κόστα Ρίκα !

Ίσως βέβαια να μιλάγαμε και για τον ποδοσφαιριστή Γιαννάκη, αν δεν τον «άρπαζε» , από την Προοδευτική (όπου ο «Δράκος» δοκίμαζε και έπαιζε ως σέντερ φορ) ο Δάμων Δαμιανίδης, παράγοντας τότε του Ιωνικού Νικαίας, ο οποίος και του έβγαλε μια φωτογραφία ταυτότητας και τον έγραψε στην ομάδα μπάσκετ του συλλόγου με την προτροπή και του πρώτου του προπονητή Βύρωνα Κρίθαρη.

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης λοιπόν είχε πάντα με την εθνική μια σχέση τρέλας και δεν αρνιόταν ποτέ να την υπηρετήσει από οποιοδήποτε πόστο.

Δεν πιστεύουμε ότι υπήρξε (και δύσκολα θα υπάρξει και στο μέλλον) άλλος παίκτης στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ που να «κούμπωνε» τόσο ιδανικά στο κεφάλαιο εθνική ομάδα, είτε ως παίκτης, είτε ως προπονητής.

"Πω πω μεγάλε, μας γαμ…ς!"
INTIME SPORTS

Άλλωστε και με την τελευταία ιδιότητά του έφτασε στον θρίαμβο της κατάκτησης του δεύτερου Ευρωμπάσκετ στην ιστορία μας (το 2005 στο Βελιγράδι) ενώ ήταν αυτός στον πάγκο στο θρίαμβο επί της Ντρίμ Τίμ το 2006 στο Μουντομπάσκετ της Ιαπωνίας, όπου η ελληνική ομάδα έφτασε μέχρι τον τελικό, χάνοντας το τρόπαιο από την Ισπανία.

Ποτέ με εξαίρεση τους Ολυμπιακούς Αγώνες (με δύο χαμένους προημιτελικούς με την Αργεντινή στο σούτ, τόσο το 2004 στην Αθήνα όσο και το 2008 στο Πεκίνο) η εθνική ομάδα υπό τις οδηγίες του Παναγιώτη Γιαννάκη δεν έπεσε κάτω από την τετράδα σε μεγάλη διοργάνωση.

Ο ίδιος φώναζε πάντα παρών, όπως έκανε άλλωστε ανέκαθεν από παίκτης όταν και είχε αγνοήσει συμβουλές γιατρών ή ακόμα και την «φωνή» του σώματός του.

Όπως για παράδειγμα το 1981 σε έναν αγώνα του Ιωνικού Νικαίας με την ΑΕΚ στο γήπεδο του Πλάτωνα. Ο «Δράκος» χτύπησε το χέρι του στο δεύτερο μόλις λεπτό κτύπησε στο χέρι, αλλά συνέχισε να παίζει παρά τους αφόρητους πόνους σημειώνοντας 44 πόντους!

Εντυπωσιάζοντας ακόμα και τον πρόεδρο της Σινουντίντε Μπολόνια, Τζίτζι Μπορέλι, που ήταν στο γήπεδο, καθώς η ομάδα του ενδιαφερόταν για τον Γιαννάκη.

Στο τέλος του αγώνα και όταν το χέρι άρχισε να κρυώνει (καθώς κατά τη διάρκεια του ματς ήταν…καυτό) στο Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας, όπου πήγε για εξετάσεις, του έγινε διάγνωση για κάταγμα του σκαφοειδούς!

Αλλά στο κάταγμα θα κολλούσε ; Εδώ έκανε τέτοια μεγαλειώδη καριέρα αγωνιζόμενος ουσιαστικά χωρίς πρόσθιους χιαστούς αγνοώντας ακόμα και τη συμβουλή του Αμερικανού γιατρού των Μπόστον Σέλτικς δόκτωρ Λιντς.

Επρόκειτο περί ιατρικού φαινομένου το οποίο είχε αποκλείσει ο γιατρός της ομάδας της Βοστώνης όταν είχε εξετάσει τον Παναγιώτη Γιαννάκη (ο οποίος το 1982 είχε πάει να δοκιμαστεί από τους Μπόστον Σέλτικς κυνηγώντας το όνειρο του ΝΒΑ) μετά από ολική ρήξη χιαστών που είχε υποστεί σε μια από τις προπονήσεις στις ΗΠΑ.

«Μετά από 1-2 χειρουργεία να ξαναμιλήσουμε για το πώς θα…περπατήσεις αλλά όχι για μπάσκετ το οποίο το ξεχνάς» του είχε πει τότε ο Αμερικανός γιατρός βλέποντας ουσιαστικά ανύπαρκτους (ατροφικούς) τους πρόσθιους χιαστούς του παίκτη.

Ήταν σαν να του έκοβε το οξυγόνο και ο Γιαννάκης ήταν αδύνατον να το αποδεχτεί. Δυνάμωσε τόσο πολύ όλους τους υπόλοιπους μυς των ποδιών του που όχι μόνο ξαναέπαιξε μπάσκετ, αλλά μεγαλούργησε και μάλιστα χωρίς χιαστούς, αποκαλύπτοντας το μυστικό του σε μια συνέντευξη στον καλό φίλο και συνάδελφο Βασίλη Σκουντή, μετά το τέλος της καριέρας του.

Δύο χρόνια μετά τη Βοστώνη, το μέλλον του Παναγιώτη Γιαννάκη ουσιαστικά σχεδιάστηκε στην Κέρκυρα !

Στο αλήστου μνήμης μπαράζ για τον τίτλο του πρωταθλήματος, το καλοκαίρι του 1984 στην Κέρκυρα ο Παναθηναϊκός (με τον προπονητή του Μιχάλη Κυρίτση να ζητά και να παίρνει χωρίς να το δικαιούται και τρίτο τάιμ άουτ στο φινάλε) επικράτησε του Αρη με 80-76 με τους Θεσσαλονικείς μια εβδομάδα νωρίτερα να έχουν χάσει και το κύπελλο από τον ΠΑΟΚ στον τελικό των «κουρεμένων κεφαλιών» (ο τεχνικός του ΠΑΟΚ Φαίδωνας Ματθαίου είχε βάλει τους παίκτες του πριν τον αγώνα να κουρευτούν με την ψιλή και τους είχε πάει να δουν όλοι μαζί στο σινεμά την ταινία «Αποστολή στη Νικαράγουα»).

Ο Γιάννης Ιωαννίδης, ένοιωθε ότι είχε πιαστεί κορόιδο και κόντευε να σκάσει από το κακό του. Τότε στην Κέρκυρα, έχοντας και την τσαντίλα του για το «κλεμμένο» τάιμ άουτ που του πήρε ο Κυρίτσης, ο «Ξανθός» έριξε την ιστορική ατάκα: «Δεν πρόκειται να ξαναχάσω».

Το 'πε και το κάνε αφού λίγο καιρό αργότερα ο Αρης δημιούργησε το αιώνιο και ακατάρριπτο ρεκόρ των 80 συνεχόμενων νικών (80-0) στο ελληνικό πρωτάθλημα από τις 2 Μαρτίου του 1985 μέχρι και τις 5 Νοεμβρίου του 1988 !

"Πω πω μεγάλε, μας γαμ…ς!"

Για να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα, ο Γιάννης Ιωαννίδης πέρα από τον Δημήτρη Κοκολάκη, που πήρε από τον Παναθηναϊκό το 1984, αποκάλυψε τη μυστική φόρμουλα στη διοίκηση του Άρη.

«Φέρτε μου τον Γιαννάκη στη Θεσσαλονίκη και δεν θα ξαναχάσουμε» τους είπε όπως και έγινε.

Εκείνο το καλοκαίρι ο Αρης νίκησε και τον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ, στην οποία είχα πλησιάσει περισσότερο από ποτέ ο Γιαννάκης (ίσως μετά από χρόνια να τον δούμε πλέον προπονητή στην «Ενωση»).

Οι Κιτρινόμαυροι εκτός από 25 εκατομμύρια δραχμές (σε δόσεις όμως) πρόσφεραν ως αντάλλαγμα και έναν εκ των παικτών θρύλων τους, τον Βασίλη Γκούμα που μάλιστα είχε πάρει οδηγία και είχε φτάσει μέχρι τα γραφεία του Ιωνικού Νικαίας.

Ο Παναθηναϊκός πρόσφερε από την άλλη πλευρά 13 εκατομμύρια, αλλά και οκτώ παίκτες, τέσσερις μπασκετμπολίστες και ισάριθμους ποδοσφαιριστές !

Μάλιστα ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές ήταν και ο Κάβουρας και ο Καραβίδας, τα…θαλασσινά (όπως αποκαλούσαν κάποιοι τότε τους συγκεκριμένους παίκτες του) με τους οποίους όμως ο πανέξυπνος Πολωνός Γιάτσεκ Γκμοχ είχε πάρει το νταμπλ το 1984.

Όμως οι δύο αθηναϊκές ομάδες πρόσφεραν λεφτά και παίκτες (όπως και ο Αρης που έδινε 17 εκατομμύρια και τους Χριστοφάκη και Γεωργιάδη) αλλά σύσσωμη η διοίκηση του Αρη μαζί με τον «Ξανθό» βρίσκονταν στα γραφεία του Ιωνικού Νικαίας. Και πώς να πεις όχι σε Ιωαννίδη, Μιχαηλίδη, Ταρνατώρο, Μπουσβάρο, Μητρούδη και Μαντόπουλο.

Ο Γιαννάκης που πήρε 8 εκατομμύρια ανέβηκε οδικώς στη Θεσσαλονίκη για να υπογράψει το (αργότερα) ηγεμονικό του συμβόλαιο και ο Αρης είχε πλέον στη διάθεσή του το κορυφαίο δίδυμο γκαρντ στην Ευρώπη που άλλαξε όλη την ιστορία του μπάσκετ, σε συλλογικό αλλά και σε εθνικό επίπεδο.

Ο Γιαννάκης είχε πολλές μεγάλες βραδιές στην καριέρα του, αλλά αξέχαστες παραμένουν φυσική η 14 Ιουνίου του 1987 και η 11 Απριλίου του 1996, με την τελευταία να είναι και το ρέκβιεμ στη συλλογική του καριέρα.

Η πρώτη είναι η βραδιά της έκστασης, της έκρηξης του ελληνικού μπάσκετ, της αποθέωσης, του θριάμβου. Ο Γιαννάκης καθηλωμένος με πέντε φάουλ στον πάγκο ζει με απίστευτη αγωνία την παράταση και έχει μπει αρκετές φορές μέσα στο παρκέ για να χειροκροτήσει, να φωνάξει, να διαμαρτυρηθεί, να πανηγυρίσει.

Νωρίτερα είχε δεχτεί μια μη ηθελημένη αγκωνιά από τον Σοβιετικό γίγαντα Βλάντιμιρ Τσατσένκο που θα έβγαζε νοκ άουτ ακόμα και επαγγελματία πυγμάχο. Ο «Δράκος» έλαβε τις πρώτες βοήθειες, με τον γιατρό τότε της εθνικής Κώστα Παρίση να τον εξετάζει ακόμα και για πιθανή διάσειση, αλλά ο Γιαννάκης δεν κρατιόταν.

Στο φινάλε της βραδιάς σήκωσε πρώτος ως αρχηγός το πιο βαρύ τρόπαιο της καριέρας του, αυτό του Ευρωμπάσκετ του 1987 κόντρα στο μεγαθήριο της Σοβιετικής Ενωσης (103-101).

Λίγο νωρίτερα στις βολές του Αργύρη Καμπούρη σχεδόν δεν ήθελε να βλέπει αλλά δεν άντεχε να μην το ζήσει και στην τελευταία επίθεση των Σοβιετικών έπαιξε και αυτός άμυνα (σχεδόν μπήκε στο παρκέ) πάνω στον Γιοβάισα, ο οποίος αστόχησε.

Εννέα χρόνια αργότερα η μοίρα και ο καλός του φίλος Στόγιαν Βράνκοβιτς (που δεν επέτρεψε στον Μοντέρο να ολοκληρώσει την ανατροπή για την Μπαρτσελόνα) τα έφεραν έτσι ώστε ο Παναγιώτης Γιαννάκης και πάλι ως αρχηγός, να γίνει ο πρώτος Έλληνας που θα σηκώσει και αυτό το τρόπαιο, το κύπελλο Πρωταθλητριών που ξεγλιστρούσε την τελευταία στιγμή τόσο από τα δικά του χέρια όσο και όλων των ελληνικών ομάδων από το 1988 και πέρα.

"Πω πω μεγάλε, μας γαμ…ς!"

Στο Παλέ Ντε Μπερσί του Παρισιού λίγο έλειψε πάντως να ζήσει το απόλυτο δράμα, όταν στο τελευταίο λεπτό και με το σκορ στο 67-66 υπέρ του Παναθηναϊκού, του έκλεψαν (με φάουλ που δεν σφυρίχτηκε) τη μπάλα, αλλά ο Βράνκοβιτς πρόλαβε τον Μοντέρο κόβοντας τον, έστω και αντικανονικά, και κρατώντας το τρόπαιο για τον Παναθηναϊκό το οποίο και σήκωσε ψηλά πρώτος ο Γιαννάκης.

Το ίδιο καλοκαίρι ο «Δράκος» είπε το ονειρικό αντίο στο μπάσκετ (ως παίκτης) στο «Τζόρτζια Ντομ» της Ατλάντα. Το είχε αποφασίσει, είχε ουσιαστικά προειδοποιήσει με κάποια λόγια τους συμπαίκτες του, αλλά η στιγμή της αποχώρησης μετά τον αγώνα με τη Βραζιλία ήταν μοναδική για όλους.

«Είμαι ένας απλός στρατιώτης της Εθνικής» ήταν το πιο χαρακτηριστικό του σύνθημα όπως και η υπομονή που ζητούσε πάντα από τους παίκτες του ως προπονητής. Είτε ήταν σε επίπεδο πρωταθλητισμού, είτε ως τεχνικός του Αμαρουσίου (έπαιξε τελικό πρωταθλήματος και κυπέλλου) είτε του Πανιωνίου (άφησε επίσης σημαντικό έργο).

«Τα μεγάλα έργα επιτυγχάνονται όχι μόνο με τη δύναμη, αλλά και με την επιμονή και μόνο όταν είσαι πρόθυμος να περάσεις τα όρια μπορείς να γίνεις νικητής» υποστήριζε και συνεχίζει να το κάνει όλα αυτά τα χρόνια.

Οταν τον ρώτησαν για την κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ του 2005, αρκέστηκε απλά να πει: «Το ταξίδι μόλις ξεκίνησε».

Το 2010 επέστρεψε ως προπονητής στον τόπο του…εγκλήματος και «άγγιξε» ένα μοναδικό επίτευγμα που όμοιό του δεν υπάρχει σε όλη την Ευρώπη.

Στο ίδιο γήπεδο (Παλέ Ντε Μπερσί στο Παρίσι) που το 1996 κατέκτησε ως παίκτης το κύπελλο Πρωταθλητριών, αυτή τη φορά το 2010 το διεκδίκησε ως προπονητής (του Ολυμπιακού).

Αλλά η ομάδα που είχε «πληγώσει» το 1996, η Μπαρτσελόνα πήρε μια άτυπη ρεβάνς από τον «Δράκο» και του στέρησε την ευκαιρία να γίνει ο μοναδικός που θα έχει κατακτήσει τόσο ως παίκτης όσο και ως προπονητής Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Μπάσκετ σε εθνικό (το έκανε με την Εθνική ομάδα το 1987 και το 2005) αλλά και σε συλλογικό επίπεδο (Πρωταθλητής Ευρώπης με Παναθηναϊκό το 1996, φιναλίστ ως προπονητής του Ολυμπιακού το 2010).

Οι τίτλοι (χώρια οι ατομικές διακρίσεις) του προκαλούν δέος και ουσιαστικά έχει κατακτήσει τα πάντα.

Ως παίκτης σε συλλογικό επίπεδο:

* 1 Κύπελλο Πρωταθλητριών (Παναθηναϊκός, 1996)

* 1 Κύπελλο Κυπελλούχων (Αρης, 1993)

* 7 Πρωταθλήματα Ελλάδος (Αρης, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991)

* 7 Κύπελλα Ελλάδος (Αρης, 1985, 1987, 1988, 1989, 1990, 1992 - Παναθηναϊκός, 1996)

* 1 Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Εφήβων (Ιωνικός Νικαίας, 1977)

* Συμμετοχή σε πέντε φάιναλ φορ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών (Αρης, 1988, 1989, 1990 - Παναθηναϊκός, 1995, 1996) και σε έναν ημιτελικό του Κυπέλλου Κόρατς (Αρης, 1985).

ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ:

Πρωταθλητής Ευρώπης (1987)

Ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ (1989)

5η θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες (1996)

4η θέση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (1994),

4η θέση στο Ευρωμπάσκετ (1993, 1995)

6η θέση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (1990)

1η θέση στους Μεσογειακούς (1979)

Ντεμπούτο: 12 Σεπτεμβρίου 1976, Θεσσαλονίκη, τουρνουά «Δημήτρια», Ελλάδα - Τσεχοσλοβακία 82-71 (0 πόντοι)

Φινάλε: 2 Αυγούστου 1996, Ατλάντα, Ολυμπιακοί Αγώνες, Ελλάδα - Βραζιλία 91-72 (3 πόντοι)

Συμμετοχές: 351 (ρεκόρ Ευρώπης)

Πόντοι: 5.301 (ρεκόρ Ελλάδας)

Ατομικό ρεκόρ πόντων: 38 (Ελλάδα - Βραζιλία 94-97, 19 Αυγούστου 1990, Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, Μπουένος Αϊρες).

Ως προπονητής της εθνικής ομάδας

Πρωταθλητής Ευρώπης (2005)

Ασημένιο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (2006)

4η θέση στο Ευρωμπάσκετ (1997, 2007),

4η θέση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Αθήνας (1998)

5η θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες (2004, 2008)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ