LONGREADS

Ο οικονομικός στραγγαλισμός της Ντόρτμουντ από την Μπάγερν και το δάνειο του 2004

Ο οικονομικός στραγγαλισμός της Ντόρτμουντ από την Μπάγερν και το δάνειο του 2004
2013 GETTY IMAGES

Η Μπάγερν έχασε ορισμένες μάχες, αλλά δεν ήταν δυνατόν να χάσει ποτέ τον πόλεμο από την Ντόρτμουντ. Ακόμα κι όταν της χορήγησε δάνειο για να μην καταστραφεί, ήξερε ότι είχε το πάνω χέρι για εκατομμύρια λόγους.

Τα τελευταία χρόνια, η αναμέτρηση απέκτησε μέχρι και προσωνύμιο, έστω κι αν απουσιάζει η εφευρετικότητα: Der Klassiker. Μπάγερν Μονάχου και Μπορούσια Ντόρτμουντ αποτελούν τους δύο συλλόγους που έχουν σημαδέψει τις τελευταίες τρεις δεκαετίες στο γερμανικό ποδόσφαιρο, χωρίς η κόντρα τους να διαθέτει τόσο μεγάλη ιστορική υπόσταση.

Η Ντόρτμουντ, εξάλλου, εδρεύει σε μία πόλη μόλις 600.000 κατοίκων και από το 1968 μέχρι το 1992 δεν είχε καταφέρει να τερματίσει μέσα στην πρώτη τριάδα της Bundesliga. Οι παραδοσιακοί αντίπαλοι των Βαυαρών υπήρξαν η Γκλάντμπαχ, το Αμβούργο και η Βέρντερ, μέχρι που στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, ο Χορστ Κέπελ με το κύπελλο του 1988 και -κυρίως- ο Ότμαρ Χίτσφελντ οδήγησαν την Μπορούσια στην ελίτ της χώρας.

Η απόκτηση του ταλέντου της Άιντραχτ Φρανκφούρτης, Αντρέας Μέλερ, και του Μίχαελ Ρουμενίγκε (αδερφού του Καρλ Χάιντς) από την Μπάγερν έναντι περίπου 500.000 σημερινών ευρώ ουσιαστικά δήλωσαν τις διαθέσεις της Ντόρτμουντ στα τέλη του '80. Ο τελευταίος ήταν και ο μόλις δεύτερος παίκτης στην ιστορία που έκανε απευθείας το δρομολόγιο Μόναχο - Ντόρτμουντ, αφού μέχρι εκείνη την περίοδο, η Μπορούσια δεν διέθετε το πορτοφόλι ώστε να "αγγίξει" ακόμα και τους αναπληρωματικούς της Μπάγερν.

Περίπου μία δεκαετία μετά, τα πάντα ήταν διαφορετικά. Από το 1984-1985 δεν υπήρχε περίοδος μεγαλύτερη των δύο ετών δίχως κάποιο πρωτάθλημα να καταλήξει στην Μπάγερν Μονάχου. Παρ' όλα αυτά, η Ντόρτμουντ κατόρθωσε να πανηγυρίσει κι αυτή δύο πρωταθλήματα και να κάνει ότι δεν μπόρεσαν οι Βαυαροί μέχρι το 2001, να κατακτήσει το Champions League.

Η διοίκηση της Μπάγερν εντόπισε γρήγορα τον... στόχο, τον βασικό αντίπαλο της νέας εποχής, και προσπάθησε να τον εξουδετερώσει προτού γιγαντωθεί. Η προσέλκυση του Τόμας Χέλμερ, στις αρχές της δεκαετίας του '90, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της μεταγραφικής δραστηριότητας της Μπάγερν, η οποία αυθυποβάλλεται από την ανάγκη για απόλυτη κυριαρχία στο πρωτάθλημα, με συνέπεια να απομυζεί ό,τι καλύτερο από τους εν δυνάμει αντιπάλους.

Κι αν αυτό φαντάζει λογικό σε κάθε ποδοσφαιρόφιλο ή παράγοντα, η κίνηση της Μπάγερν το 2004 θα προκαλούσε πολλά ερωτήματα, εάν γινόταν γνωστή εκείνη τη στιγμή και όχι οκτώ χρόνια μετά.

Α. Ο δανεισμός των 2.000.000 ευρώ

Μετά από τρία πρωταθλήματα, ένα Champions League και έναν τελικό Κυπέλλου UEFA τα προηγούμενα δέκα χρόνια, η Ντόρτμουντ "ζαλίστηκε" από την αναρρίχησή της στο Έβερεστ του ποδοσφαίρου και δεν κατάφερε να διαχειριστεί σωστά τις ανάσες της.

Ο σύλλογος βρέθηκε με συσσωρευμένα χρέη σχεδόν 150.000.000 ευρώ, εκτός Champions League λόγω αποκλεισμού από την Μπριζ στα πέναλτι και η οικονομική καταστροφή έμοιαζε πιο βέβαιη και από πρωτάθλημα της Μπάγερν. Η κατάσταση ήταν τόσο τραγική, που ο νυν εκτελεστικός διευθυντής και τότε ταμίας, Χανς Γιόαχιμ Βάτσκε, αναγκαζόταν να υπογράψει έγγραφα δανεισμού 2.000.000 ευρώ από την Μπάγερν!

Ήταν Σεπτέμβριος του 2004 όταν η Ντόρτμουντ δήλωσε αδυναμία ακόμα και να πληρώσει τις δόσεις των συμβολαίων των ποδοσφαιριστών. Η μηδαμινή ρευστότητα στην αρχή της σεζόν "εγκυμονούσε" αδιανόητες εξελίξεις και γι' αυτό απευθύνθηκε σε τοπικούς πιστωτές, τράπεζες και στον κόσμο του ποδοσφαίρου. Ένας οργανισμός εξ αυτών (των πολλών) που ανταποκρίθηκαν, ήταν και οι Βαυαροί, όπως επιβεβαίωσε τον Φεβρουάριο του 2012 σε συνάντηση με τους φιλάθλους στο Αμβούργο, ο τότε πρόεδρος Ούλι Χένες.

"Όταν αντιλήφθηκαν ότι δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν τους μισθούς, τους δώσαμε 2.000.000 ευρώ χωρίς εγγύηση για μερικούς μήνες", δήλωσε ο επί χρόνια διοικητικός ηγέτης της Μπάγερν, για κάτι που κινούταν στη "σφαίρα" της φημολογίας όλα αυτά τα χρόνια.

Επρόκειτο για την περίοδο που η Ντόρτμουντ ήταν στα πάνω της, αφού ετοιμαζόταν να κατακτήσει το δεύτερο σερί πρωτάθλημα, αφήνοντας αρκετά πίσω τη rekordmeister. Ο Χένες βρήκε τον τρόπο να υπενθυμίσει, ακόμα κι έτσι, ποιος είναι το αφεντικό στη χώρα.

Ο οικονομικός διευθυντής της Μπορούσια, Τόμας Τρες, επιβεβαίωσε το δάνειο με συνέντευξή του στο SportsPro: "Η Μπάγερν δάνεισε στην προηγούμενη διοίκηση 2.000.000 ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2004 και μέχρι τον Οκτώβριο του 2004 είχαν επιστραφεί 1.500.000 ευρώ. Θεωρώ ότι η Μπάγερν αποπληρώθηκε από την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου στην οποία προέβη η Ντόρτμουντ εκείνον τον Οκτώβριο, πλην των 500.000 ευρώ που αποπληρώθηκαν τον Ιούνιο του 2005".

"Πρώτα απ' όλα, ήταν πολύ τιμητικό για την Μπάγερν να βοηθάει άλλους συλλόγους σε τόσο κρίσιμες καταστάσεις και ήταν μία τέτοια για την Μπορούσια Ντόρτμουντ. Αλλά δεν έσωσε την Μπορούσια, επειδή μιλάμε για 2.000.000 ευρώ. Τα χρέη άγγιζαν τα 200.000.000 ευρώ, οπότε τα 2.000.000 δεν λύνουν το πρόβλημα, ήταν όμως μία βοήθεια και ένα τιμητικό βήμα, μόνο αυτό μπορώ να πω".

ΠΩΣ -ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ- ΔΙΑΣΩΘΗΚΕ Η ΝΤΟΡΤΜΟΥΝΤ

Το δάνειο του 2004 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το σημείο μηδέν για τις ισορροπίες των δύο συλλόγων. Η Μπάγερν προερχόταν από την απώλεια του τίτλου εξαιτίας της Βέρντερ του Άγγελου Χαριστεά, αλλά ήταν βέβαιο ότι θα έβρισκε τον δρόμο της, όπως και συνέβη με τους τίτλους των επόμενων δύο ετών.

Η Ντόρτμουντ αντιλήφθηκε με τον πλέον σκληρό τρόπο ότι δεν θα μπορούσε να γίνει ποτέ... Μπάγερν. Ο Τρες, ο Βάτσκε και ο νυν πρόεδρος Ράινχαρντ Ράουμπαλ, ανέλαβαν λίγο αργότερα τη σωτηρία του συλλόγου, με αυτόν τον γνώμονα. "Η Μπορούσια και όλος ο κόσμος στον σύλλογο έμαθε ότι δεν μπορείς να σπαταλάς χρήματα τα οποία δεν βγάζεις. Πρέπει να συγκεντρωθείς στην οικονομική δύναμή σου και όχι να προσπαθείς να ανταγωνιστείς συλλόγους όπως η Μπάγερν ή η Μπαρτσελόνα, επειδή αυτοί οι σύλλογοι έχουν υψηλότερα έσοδα και οικονομική ισχύ", παραδέχθηκε ο Τρες.

Η Ντόρτμουντ είναι ο μοναδικός σύλλογος μέχρι σήμερα που διαπραγματεύεται μέρος των μετοχών του στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης, αλλά δύο χρόνια μετά από την είσοδο το 2002, η μετοχή της κατέρρευσε κατά 80% σε σχέση με την αρχική τιμή διαπραγμάτευσης των 11 ευρώ. Οι απίστευτες σπατάλες για ποδοσφαιριστές γερασμένους και ακριβοπληρωμένους που δεν έφεραν αποτέλεσμα, διόγκωσαν τα χρέη μέχρι το σημείο των 122.000.000 ευρώ και η ανάγκη για συμμάζεμα ήταν κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη: ήταν ζωτικής σημασίας.

Ο οικονομικός στραγγαλισμός της Ντόρτμουντ από την Μπάγερν και το δάνειο του 2004

Αρχικά, έγινε περικοπή 20% στους μισθούς των παικτών. Τα πιο σημαντικά ποσά, πάντως, δεν βρέθηκαν ούτε με τις ΑΜΚ του 2006 (28.900.000 ευρώ) και του 2007 (15.100.000). Ο Βάτσκε και οι σύμβουλοί του κατάφεραν να συνεργαστούν με την τράπεζα "Morgan Stanley" και να εξασφαλίσουν 15ετές δάνειο 79.000.000 ευρώ για να διαπραγματευτούν με τους πιστωτές τους. Οι τελευταίοι συμφώνησαν σε "κούρεμα" 30% των οφειλών προς αυτούς ανά μέσο όρο, αφού πρώτα μοιράστηκαν 22.000.000 ευρώ από το δάνειο. Με τα υπόλοιπα 57.000.000 ευρώ, η Μπορούσια κατάφερε να πάρει πίσω το υπόλοιπο 51% του "Βεστφάλεν", που είχε παραχωρηθεί από το 2002 σε ένα fund της "Commerzbank", με δυσμενείς για τον σύλλογο όρους, αφού έπρεπε να πληρώνει ετησίως ενοίκιο 17.000.000 ευρώ.

Ακολούθησε εισροή ακόμη 50.000.000 ευρώ χάρη στη 12ετή συμφωνία με την εταιρία marketing "Sportfive", τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για να αποπληρωθεί το δάνειο από τη "Morgan Stanley" πολλά χρόνια νωρίτερα. Οι συνολικές οικονομικές υποχρεώσεις αυξήθηκαν το 2005, όμως, και ανήλθαν σε 192.000.000 ευρώ, μετά από τους δανεισμούς.

Μπορεί τα έσοδα του γηπέδου να ήταν όλα δικά της πλέον και οι 80.645 θεατές να ήταν μόνιμη κατάσταση σε κάθε αγώνα της χάρη στο φθηνό εισιτήριο διαρκείας των 187 ευρώ, μπορεί να συμφώνησε στην ονοματοδοσία του γηπέδου της με την τοπική ασφαλιστική εταιρία "Signal Iduna" μέχρι το 2021 έναντι 4.00.000 ευρώ, μπορεί να βρήκε νέα έσοδα από την υπογραφή νέου τηλεοπτικού συμβολαίου της Bundesliga εκείνη την περίοδο, ωστόσο η Ντόρτμουντ χρειαζόταν να ευθυγραμμίσει το ποδοσφαιρικό τμήμα με την ανοδική τροχιά που απέφερε η διοικητική ανασύνταξη και να αποδεχθεί ότι μπορεί να επιβιώσει μόνο εάν δεν γίνει Μπάγερν, αλλά γίνει ένα selling club. Και αυτό έπραξε...

Β. Η... αρπαγή των παικτών της Ντόρτμουντ

Ο Χένες δεν έχανε την ευκαιρία να επιδεικνύει την ανωτερότητα της Μπάγερν με τις δηλώσεις του. Εξάλου, ήταν Μάρτιος του 1999, όταν "φώναζε" στους δημοσιογράφους ότι "η Μπάγερν παίρνει όποιον παίκτη θέλει", με αφορμή τα μεταγραφικά σενάρια για τους Νίκο Μαχλά και Φερνάντο Μπαϊάνο και τις υψηλές οικονομικές απαιτήσεις των ομάδων τους (η Φίτεσε ζητούσε 18.000.000 ευρώ για τον Έλληνα φορ, η Κορίνθιανς 5.500.000 ευρώ για τον 18χρονο Βραζιλιάνο).

Το 2004, ο Χένες δήλωνε με τον ίδιο στρατηγικό στόμφο "ο μοναδικός παίκτης τους που θα εξετάζαμε είναι ο Τόρστεν Φρινγκς". Οι διοικούντες της Ντόρτμουντ εξαγριώθηκαν, ωστόσο τα δυσβάσταχτα οικονομικά προβλήματα τους ανάγκασαν να παραχωρήσουν τον διεθνή Γερμανό μέσο έναντι 9.250.000 ευρώ.

Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η Μπάγερν πραγματοποίησε επίδειξη ισχύος εις βάρος της Ντόρτμουντ στο μεταγραφικό παζάρι. Προς το τέλος της σεζόν 1991-1992, μένοντας για τίτλο για δεύτερη σερί σεζόν, "φλέρταραν" με τον Τόμας Χέλμερ της Ντόρτμουντ για να ενισχύσουν τα μετόπισθεν. Ο διεθνής αμυντικός είχε ρήτρα αποδέσμευσης στο συμβόλαιό του που προέβλεπε ότι μπορούσε να αγωνιστεί στο εξωτερικό μόνο για 2.500.000 ευρώ.

Όπως γράφει ο Ούλι Χέσε στο " ESPN", "αυτό έδωσε στον Χένες και στον ατζέντη του Χέλμερ μια ιδέα. Τι θα γινόταν εάν μπορούσαν να βρουν μία ξένη ομάδα, πρόθυμη να υπογράψει τον Χέλμερ και μετά να τον παραχωρήσει άμεσα στην Μπάγερν; Η ομάδα αυτή θα ήταν ο γαλλικός σύλλογος Οσέρ". Η υπόθεση έφτασε σε τέτοιο σημείο που ακόμα και μία επιτροπή της γερμανικής ομοσπονδίας κλήθηκε να εξετάσει τη νομιμότητα ενός τέτοιου σχεδίου, που ξεσήκωσε αντιδράσεις από τις υπόλοιπες ομάδες που φοβήθηκαν ανάλογο... bullying της Μπάγερν.

Το 2009, ο Χέλμερ παραδέχθηκε τις σκέψεις, αλλά πρόσθεσε σε συνέντευξή του στο " Planet-Interview" ότι "στο τέλος τόσο η Μπάγερν, όσο κι εγώ, απορρίψαμε το μοντέλο αυτό". Η Μπάγερν τελικά τον αγόρασε από την Ντόρτμουντ έναντι 8.000.000 μάρκων (περίπου 7.500.000 ευρώ), ποσό ρεκόρ για το γερμανικό ποδόσφαιρο εκείνη την εποχή.

ΟΙ ΔΥΟ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

Μόνο σε δύο περιπτώσεις η Ντόρτμουντ κατάφερε να ορθώσει ανάστημα και να κοιτάξει στα ίσια την Μπάγερν και η πρώτη ήταν στην περίοδο που άπλωνε τα πόδια της πέρα από την κουβέρτα, στην περίοδο που νόμισε ότι θα μπορούσε να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Ήταν καλοκαίρι του 2001, όταν η ομάδα του Μονάχου προσέγγισε τον πιο φέρελπι Γερμανό ποδοσφαιριστή της εποχής, τον Ζεμπάστιαν Κελ της Φράιμπουργκ. Ο παίκτης συμφώνησε να μετακομίσει τουλάχιστον μέχρι το 2003, όταν έμενε ελεύθερος, για διετές συμβόλαιο και εισέπραξε ακόμα και μπόνους 1.500.000 ευρώ προκαταβολικά. Η Ντόρτμουντ μπήκε στο "κόλπο" καθυστερημένα, αλλά του έκανε καλύτερη προσφορά. Ο παίκτης επέστρεψε το μπόνους με τόκο, ο Χένες απείλησε με δικαστική επίλυση του ζητήματος τον Δεκέμβριο του 2001 εάν δεν επέλεγε την Μπάγερν, αλλά τελικά ο Κελ κατέληξε στην Ντόρτμουντ και εν τέλει έγινε και αρχηγός της.

Ακόμα κι όταν η Ντόρτμουντ αναγεννήθηκε από τις στάχτες της και εφάρμοσε το πλάνο της καλλιέργειας ταλέντου και όχι αγοράς παικτών, τίποτα δεν άλλαξε. Ούτε καν οι δηλώσεις από πλευράς ιθυνόντων Μπάγερν. "Εάν η Μπάγερν θέλει να πάρει έναν παίκτη, τότε θα τον πάρει", επανέλαβε το 2011 ο τότε αθλητικός διευθυντής των Βαυαρών και πρώην παίκτης τόσο του συλλόγου όσο και της Ντόρτμουντ (όπως και ο πατέρας του, Χέλμουτ), Κρίστιαν Νέρλινγκερ. Τότε, οι δύο σύλλογοι κυνηγούσαν τον ίδιο ποδοσφαιριστή, τον Μάρκο Ρόις που έκανε πράγματα και θαύματα με την Γκλάντμπαχ. Η δις πρωταθλήτρια Γερμανίας είχε το προβάδισμα, αφού ο ταχύτατος εξτρέμ προερχόταν από τις ακαδημίες της και η απώλειά του αποτελεί ίσως το μοναδικό "μελανό" σημείο της θητείας του Γίργκεν Κλοπ στην ομάδα. Η Μπάγερν προσέφερε χρήματα και συνεργασία με τον Πεπ Γκουαρδιόλα, αλλά ο Γκέτσε προτίμησε να επιστρέψει στη Βεστφαλία.

Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΜΠΑΓΕΡΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΟΙΣ

Η Μπάγερν αναδιπλώθηκε άμεσα και σχεδόν... ταπεινωμένη από την απώλεια μεταγραφικού στόχου από εγχώριο αντίπαλο πέρασε στην αντεπίθεση, που ήταν η... εξόντωση του αντιπάλου: Μία ημέρα πριν από τον ημιτελικό Champions League της Μπορούσια με τη Ρεάλ Μαδρίτης, "διέρρευσε" η συμφωνία του Μάριο Γκέτσε με την Μπάγερν, η οποία θα κάλυπτε τη ρήτρα των 37.000.000 ευρώ. Ο ηγέτης των Βεστφαλών σε όλη αυτή τη μαγική πορεία πείστηκε να ακολουθήσει το όνειρό του, χωρίς να αποπειραθεί να ζημιώσει την επόμενη ομάδα του στον τελικό του Champions League, αφού ήταν τραυματίας.

Δύο μήνες αργότερα, άλλη μία είδηση σοκ "διέρρευσε" στον γερμανικό Τύπο: ο Ρόμπερτ Λεβαντόβσκι ζήτησε να πάρει μεταγραφή στην Μπάγερν. Η Ντόρτμουντ δεν άντεχε να χάσει ακόμα ένα "αστέρι" της ενδεκάδας και πάτησε πόδι, αποτρέποντας τη μετακίνηση, αλλά και χάνοντας περίπου 20.000.000 ευρώ από τη μεταγραφή, αφού το επόμενο καλοκαίρι, ο Πολωνός επιθετικός έμενε ελεύθερος και πλέον τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει το αναπόφευκτο.

Τα λόγια του Κλοπ από τις αρχές του 2013 γίνονταν αυταπόδεικτα: "Αυτήν τη στιγμή, είναι όπως οι Κινέζοι. Κοιτάζουν τι κάνουν οι άλλοι και το αντιγράφουν, αλλά με περισσότερα χρήματα και διαφορετικούς παίκτες". Ο Βάτσκε υπερθεμάτισε: "Θέλουν να διαλύσουν την ομάδα του 2012".

Τρία χρόνια μετά, η Ντόρτμουντ δεν έχει κατακτήσει σημαντικό τίτλο μετά από το νταμπλ του 2012, ενώ η Μπάγερν πανηγυρίζει για τρία πρωταθλήματα, δύο κύπελλα και φυσικά το Champions League του 2013 έναντι της Ντόρτμουντ. Και την επιστροφή στο Μόναχο του αρχηγού της Ντόρτμουντ, Ματς Χούμελς...

Γ. Τα οικονομικά μεγέθη που δεν συγκρίνονται

Κι αν φαίνεται παράξενο πώς μία ομάδα, που κατά το προβληματικό οικονομικό έτος 2004-2005 ανακοίνωσε έσοδα 74.000.000 ευρώ με καθαρές οφειλές 118.000.000 ευρώ και τον Ιούνιο του νταμπλ το 2013 είχε έσοδα 256.000.000 ευρώ με καθαρές οφειλές 33.000.000 ευρώ, δεν είχε την οικονομική ισχύ να κρατήσει τους παίκτες που ήθελε, η απάντηση εντοπίζεται στην αντίπερα όχθη.

Την ώρα που η Ντόρτμουντ πάσχιζε για επιβίωση, η Μπάγερν δεν βρισκόταν σε ιδιαίτερα καλή κατάσταση. Το 2006, ο τραπεζικός δανεισμός της ανερχόταν σε 145.000.000 ευρώ, όπως προκύπτουν από τους πίνακες και την ανάλυση του ποδοσφαιρικό-οικονομικού blog Swiss Ramble, ενώ οι συνολικές υποχρεώσεις της εταιρίας ανέρχονταν σε 259.000.000 ευρώ, έστω κι αν υπήρχε ρευστότητα 95.000.000 ευρώ και έσοδα 204.000.000 ευρώ.

Η Μπάγερν βρισκόταν στο "γκρουπ των ισχυρών" μέχρι τα τέλη του '90 και μπορεί να στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης το 2001, ωστόσο από εκεί και πέρα παρακολουθούσε τους αγγλικούς συλλόγους να γεμίζουν από ξένους, ζάπλουτους επενδυτές, τους ισπανικούς συλλόγους να "γιγαντώνονται" και να προσελκύουν τα καλύτερα ποδοσφαιρικά προϊόντα και τους ιταλικούς συλλόγους να αντέχουν στην κορυφή της ελίτ.

Στη Γερμανία, το άμεσο οικονομικό "ντόπινγκ" ήταν αδύνατο, αφού οι κανονισμοί επέβαλλαν τη μετοχική κυριαρχία των μελών στους επαγγελματικούς συλλόγους. Ακόμα και η χαλάρωση αυτών των κανονισμών το 1998, έδωσε τη δυνατότητα σε εταιρίες να εισβάλλουν στο γερμανικό ποδόσφαιρο, χωρίς, όμως, να καταφέρουν να κάνουν κουμάντο, λόγω του κανονισμού 50+1, που προβλέπει τα μέλη να έχουν στην κατοχή τους τουλάχιστον το 50% των μετοχών συν ακόμα μία, ώστε να μην χάσουν ποτέ τον έλεγχο μιας ομάδας.

ΤΟ ΓΗΠΕΔΟ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΠΑΓΕΡΝ

Με τα τηλεοπτικά έσοδα να μην συγκρίνονται σε σχέση με τις άλλες χώρες και τις οικονομικές "ενέσεις" από τα υψηλά κλιμάκια της ιεραρχίας να είναι αδύνατες λόγω της φύσης των ιδιοκτητών που ουσιαστικά ήταν οι φίλαθλοι, η Μπάγερν έμενε πίσω στην ευρωπαϊκή κούρσα και συνάμα, η οικονομική κατάστασή της έγινε ακόμα πιο δυσχερής, όταν χρηματοδότησε την κατασκευή της "Άλιαντς Αρένα". Για να συμβεί αυτό, πήρε δάνειο 346.000.000 ευρώ το 2005, με σκοπό να το αποπληρώσει μετά από 25 χρόνια.

Το γήπεδο - στολίδι του Μονάχου ήταν έτοιμο για να φιλοξενήσει αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2006, σε ένα έτος σταθμό για την Μπάγερν. Ο σύλλογος εκμεταλλεύτηκε για ακόμα μία φορά την ανάγκη μιας άλλης ομάδας, εν προκειμένω της αντιπάλου στην πόλη Μόναχο 1860, εξαγοράζοντας το ποσοστό που είχε στο νεότευκτο γήπεδο έναντι του ευτελούς ποσού των 11.000.000 ευρώ. Τα χρήματα αυτά διέσωσαν μεν την ιστορική Μόναχο 1860 (η οποία είχε δικαίωμα να πάρει πίσω το ποσοστό μέχρι το 2010, εάν κατέβαλε τα ίδια χρήματα συν τόκο, αλλά παραιτήθηκε του δικαιώματος το 2007 για τις εισπράξεις δύο φιλικών με την Μπάγερν), αλλά έγιναν η "μαγιά" για την επιστροφή της Μπάγερν στην κορυφή του κόσμου.

Αρχικά, η συμφωνία με την ασφαλιστική εταιρία "Allianz" προέβλεπε ετήσια έσοδα 4.000.000 ευρώ, ωστόσο πρόσφατα η συνεργασία ανανεώθηκε μέχρι το 2041 για 6.000.000 ευρώ, με την "Allianz" να είναι πλέον μέτοχος κατά 8,33% της Μπάγερν (αυτό το ποσοστό κατέχουν πλέον και η Adidas με την Audi, ενώ το υπόλοιπο 75% ανήκει στα μέλη) και να πληρώνει γι' αυτό 110.000.000 ευρώ, καταφέρνοντας να... λυγίσει τους κανονισμούς του γερμανικού ποδοσφαίρου περί ιδιοκτησίας.

Από το 2008 η "Allianz Arena" έχει προσφέρει πάνω από 300.000.000 ευρώ στα ταμεία του συλλόγου μέσω του leasing προς την Μόναχο 1860, το "ενοίκιο" για τους αγώνες της εθνικής Γερμανίας και φυσικά τις συναυλίες και τα διάφορα events που φιλοξενεί. Όπως ήταν φυσικό, η αποπληρωμή του δανείου ολοκληρώθηκε το 2015, πολύ νωρίτερα από το προγραμματισμένο, με συνέπεια ο προϋπολογισμός να ελαφρύνει κατά 25.000.000 ευρώ μέσο όρο κάθε χρονιά.

Τα ολοένα αυξανόμενα έσοδα χάρη στις καλύτερες χορηγίες, στην είσοδο μετόχων, στο νέο γήπεδο και στο βελτιωμένο γερμανικό τηλεοπτικό συμβόλαιο μεταφράστηκαν σε μεταγραφικό μπάτζετ και ανταγωνιστικούς μισθούς για την Μπάγερν. Την ώρα που ο Λιονέλ Μέσι αμειβόταν με 6.000.000 ευρώ καθαρά στην Μπαρτσελόνα το 2010, οι Βαυαροί ανανέωσαν τη συνεργασία τους με τον Φρανκ Ριμπερί με ετήσιες απολαβές 7.500.000 ευρώ, αφού είχαν την οικονομική ισχύ να προσφέρουν πλέον τα ίδια χρήματα με ανταγωνιστές τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο οικονομικός στραγγαλισμός της Ντόρτμουντ από την Μπάγερν και το δάνειο του 2004

Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΝΤΟΡΤΜΟΥΝΤ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΡΚΕΤΗ

Η Ντόρτμουντ δεν κατάφερε να ακολουθήσει ποτέ αυτόν τον δρόμο. Εξάλλου, το πλάνο της ήταν ξεκάθαρο, ειδικά από τη στιγμή που προσέλαβε τον Κλοπ το 2008: δημιουργία από το μηδέν, στήριξη στο ταλέντο. Τα οικονομικά των Βεστφαλών παρουσίασαν ραγδαία αύξηση και σε συνδυασμό με την... πεισματική άρνηση να ξοδέψουν λεφτά σε μεταγραφές, κατάφεραν όχι απλά να ξεφύγουν από τις σκοτεινές ατραπούς της χρεοκοπίας, αλλά να κατακτήσουν τίτλους και να διεκδικήσουν ακόμα και το Champions League.

Από τη χρονιά ορόσημο, το 2004-2005 μέχρι την επόμενη σεζόν του νταμπλ (2012-2013), η Ντόρτμουντ αγόρασε παίκτες κόστους 95.000.000 ευρώ και πούλησε παίκτες με... ζημία σύνολο 1.000.000 ευρώ πιο χαμηλές). Από το 1999-2000 μέχρι και το 2003-2004, την περίοδο όπου έτρεχε στο... κόκκινο και παρότι δεν είχαν εκτοξευθεί ακόμα τα μεταγραφικά ποσά, "κατόρθωσε" να ξοδέψει 128.500.000 ευρώ για αγορά παικτών και να πάρει πίσω μόλις 33.800.000 ευρώ από πωλήσεις, με συγκομιδή μόλις ένα πρωτάθλημα, ένα Κύπελλο UEFA και μία οικονομική καταστροφή.

Ομοίως, οι μισθοί μειώθηκαν στα 46.700.000 ευρώ τη χρονιά μηδέν της ομάδας, το 2004-2005, και συνέχισαν την ίδια καθοδική πορεία για άλλα δύο χρόνια, μέχρι ο σύλλογος να ορθοποδήσει και τα έσοδα να παρουσιάσουν αξιοσημείωτη αύξηση. Το 2009 ξεπέρασαν για πρώτη φορά τα 50.000.000 ευρώ, αλλά αντιπροσώπευαν μόλις το 48% των εσόδων (δίχως να περιλαμβάνονται μεταγραφικά έσοδα), δείκτης απολύτως υγιής για το ποδόσφαιρο, σε σχέση με το 63% του 2005. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, το μισθολογικό κόστος έχει παρουσιάσει αύξηση 75% και φτάνει τα 140.000.000 ευρώ, αλλά σε σχέση με τα έσοδα των 285.000.000 ευρώ για το 2015-2016, το ποσοστό παραμένει στο 49%.

Ακόμα και μετά από τόσες προσπάθειες, πάντως, η Ντόρτμουντ δεν έχει καταφέρει να πλησιάσει την Μπάγερν στο οικονομικό επίπεδο. Τα 140.000.000 ευρώ που δαπάνησε πέρυσι για μισθούς, οι Βαυαροί τα είχαν δώσει το 2008-2009, σε μία σεζόν που άγγιξαν το τρεμπλ. Εκείνη τη σεζόν, η Ντόρτμουντ είχε πληρώσει μόλις 50.000.000 ευρώ σε μισθούς ποδοσφαιριστών όπως οι Ματς Χούμελς, Νέβεν Σούμποτιτς, Γιάκουμπ Μπλαστσικόβσκι και Ρόμαν Βάιντενφελερ, που αργότερα θα την οδηγούσαν σε τεράστιες αγωνιστικές επιτυχίες. Στο πιο πρόσφατο ισολογισμό της, του 2015 (δεν έχει ανακοινωθεί ακόμα για το 2015-2016), η Μπάγερν είχε την ευχέρεια να ανταμείψει τους ποδοσφαιριστές της με 227.300.000 ευρώ (ποσοστό κάτω του 44% σε σχέση με τα έσοδα των 523.700.000 ευρώ).

Κι αυτός δεν είναι καν ο κύριος μυς της Μπάγερν, η οποία μπορεί να ξοδέψει όσα ποσά κρίνει ότι χρειάζεται στο μεταγραφικό παζάρι. Το κατάφερνε όταν έπρεπε να αντιμετωπίσει και τα χρέη, καταρρίπτοντας τα γερμανικά ρεκόρ με τους Μίροσλαβ Κλόζε και Μάριο Γκόμεθ. Τα τελευταία χρόνια, δίχως περιττά οικονομικά βάρη, είναι σε θέση να αγοράσει όποιον παίκτη πραγματικά επιθυμεί και γι' αυτό πχ. έδωσε 40.000.000 ευρώ για τον "εκλεκτό" του Γκουαρδιόλα, Χάβι Μαρτίνεθ, ή 30.000.000 ευρώ το 2012 για τον αρχηγό της Σάλκε, Μάνουελ Νόιερ (αποδυναμώνοντας παράλληλα μία ομάδα που έφτασε στα ημιτελικά του Champions League έναν χρόνο νωρίτερα).

Από τη σεζόν 2004-2005 μέχρι και φέτος, σύμφωνα με τα στοιχεία του Transfermarkt.de, η Μπάγερν έχει δαπανήσει 636.750.000 ευρώ για να αγοράσει παίκτες από άλλους συλλόγους (δεν υπολογίζονται οι ελεύθεροι και όσοι προέκυψαν από τη δεύτερη ομάδα), ενώ η Ντόρτμουντ κατάφερε να δώσει μόλις 340.610.000 ευρώ, εκ των οποίων τα 109.750.000 αυτό το καλοκαίρι και εξαιτίας της πώλησης των Χενρίχ Μεχιταριάν, Ιλκάι Γιντογάν και... Χούμελς στην Μπάγερν, που απέφεραν 104.000.000 ευρώ έσοδα.

Η κάθε ομάδα πήρε τον ρόλο της

Η ευκαιρία της Ντόρτμουντ να ανταγωνιστεί στα ίσια την Μπάγερν χάθηκε το 2004, όταν οι Τόμας Ροσίτσκι, Γιαν Κόλερ, Εβέρτον, Ντεντέ, Κρίστοφ Μέτσελντερ, Ντάβιντ Οντόνκορ, Φλάβιο Κονσεϊσάο, Κελ και Φρινγκς απέτυχαν να φτάσουν τα αγωνιστικά επιτεύγματα της προηγούμενης γενιάς.

Οι ιδιοκτήτες της Ντόρτμουντ είχαν σχηματίσει ένα οικονομικό μοντέλο που στηρίζονταν στα έσοδα από το Champions League. Στην πρώτη σεζόν που αυτά δεν ήρθαν, το 2003-2004, προκλήθηκε οικονομική κατεδάφιση. Η Ντόρτμουντ δεν κατάφερε να φτάσει στην κορυφή, πόσο μάλλον να παραμείνει, την ώρα που η Μπάγερν μαχόταν για τους τίτλους είτε με την ίδια είτε με τη Σάλκε είτε με τη Βέρντερ.

Δεν πιάστηκε από το κλαδί και έπεσε στον γκρεμό, ο οποίος της πήρε έξι χρόνια για να τον σκαρφαλώσει ξανά με την επιλογή του Κλοπ και τη σύνθεση της νεανικής, ενθουσιώδους ομάδας στις αρχές της δεκαετίας. Πλέον, όμως, ήταν πολύ αργά. Η Μπάγερν, παρά τα σκαμπανεβάσματα, είχε καταφέρει να βρει τον δρόμο της και από τη στιγμή που ολοκλήρωσε την κατασκευή του υπερσύγχρονου γηπέδου της, δεν υπήρχε γυρισμός.

Η απόλυτη γερμανική λογική σε συνδυασμό με τη διαρκή ροή εσόδων από τις νέες συμφωνίες και την "Allianz Arena" έβαλαν ακόμα πιο γερές βάσεις στο οικοδόμημά της. Δεν είναι τυχαίο ότι η τελευταία φορά που είχε κάποιο χρέος ο σύλλογος ήταν το 2010-2011. Από την επόμενη σεζόν, το ποδοσφαιρικό τμήμα ήταν "καθαρό" από υποχρεώσεις και τα μοναδικά χρέη υπάγονταν στην εταιρία στην οποία ανήκει το γήπεδο και η οποία είναι συμφερόντων των Βαυαρών. Έκτοτε, και μετά από την απώλεια δύο πρωταθλημάτων, η Μπάγερν άσκησε φουλ επίθεση στην Ντόρτμουντ και νίκησε κατά κράτος σε όλα τα επίπεδα.

Ίσως γι' αυτό η Μπορούσια ποτέ δεν επιτίθεται ολομέτωπα στην Μπάγερν ούτε τα τελευταία χρόνια που πατάει καλά στα πόδια της και κατέχει σταθερά το πιο πλήρες γήπεδο παγκοσμίως. Όταν ο Κλοπ γκρίνιαζε για την "αντιγραφή" της Μπάγερν, ο τότε τεχνικός των Βαυαρών, Γιουπ Χάινκες, τον ανακάλεσε σε τάξη και ο Κλοπ απολογήθηκε. Στις δηλώσεις του Βάτσκε περί... αφαίμαξης, ο εκτελεστικός διευθυντής της Ντόρτμουντ έσπευσε να διευκρινίσει ότι "δεν είπα ότι η Μπάγερν θέλει να καταστρέψει την Μπορούσια, αλλά μόνο την ομάδα του 2012. Έχουμε γίνει μεγάλη απειλή για την Μπάγερν, επειδή έχουμε υψηλή συμπάθεια από τον κόσμο. Δεν πολώνουμε το κλίμα, ήμαστε πιο ήπιοι".

Ακόμα κι έτσι, εκείνο το δάνειο του 2004 έφερε τις δύο ομάδες ακόμα πιο κοντά. Αποκάλυψε σταδιακά τη στρατηγική και της μιας και της άλλης πλευράς, έστω κι αν οι λεπτομέρειες δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως, αφού ο Βάτσκε διαψεύδει ότι δεν υπήρχε τόκος. "Η Μπάγερν δεν έπαιξε κανέναν ρόλο στη διάσωση της Ντόρτμουντ, έβαλε υψηλό τόκο και πήρε πίσω όλα τα χρήματά της. Όποιος υποστηρίζει ότι η Μπάγερν βοήθησε καθ' οιοδήποτε τρόπο την -οικονομικά- δεύτερη εκδοχή της Ντόρτμουντ, ψεύδεται εκουσίως", διατράνωνε ο Βάτσκε σε συνέντευξή του στη " Westfalenpost" τον Απρίλιο του 2013, πριν από το Klassiker του πρωταθλήματος. Στην ίδια συνέντευξη όπου υποστήριζε ότι "προτιμούσα να ζητιανεύσω χρήματα παρά να μας δανείσει η Μπάγερν".

Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, οι διοικούντες τους δύο συλλόγους δεν δείπνησαν μαζί πριν από εκείνο το ντέρμπι. "Δεν είμαστε εχθροί. Η σχέση μας λειτουργεί μια χαρά. Αλλά γιατί να την αποκαλούμε αγάπη, ειρήνη και αρμονία εάν δεν είναι έτσι;" Έναν μήνα αργότερα, η Ντόρτμουντ έχασε από την Μπάγερν τον Γκέτσε, το πρωτάθλημα, το Champions League και έμαθε ότι θα χάσει και τον Λεβαντόβσκι. Σίγουρα δεν πρόκειται για αγάπη, σίγουρα πρόκειται για οικονομικό στραγγαλισμό...

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ