LONGREADS

Και οι (πρώτοι) ξένοι ήταν εννιά

Και οι (πρώτοι) ξένοι ήταν εννιά

Ο Γιάννης Φιλέρης σας πάει 30 χρόνια πίσω. Στο πρωτάθλημα 1988-89, όταν για πρώτη φορά στα χρονικά του ελληνικού μπάσκετ, μπήκαν ξένοι παίκτες. Οι εννιά πιονιέροι, σε μια σπέσιαλ παρουσίαση. (photos+videos)

Ο ελληνικός κορμός κάνει τη διαφορά, αλλά οι ξένοι είναι εκείνοι που σε πάνε ένα σκαλί πιο πάνω. Όποιος έχει τους καλύτερους, συνήθως κερδίζει. Αλήθεια έχετε αναρωτηθεί πόσοι ξένοι έχουν περάσει από το ελληνικό πρωτάθλημα; Πόσοι άφησαν το στίγμα τους, πόσοι έγραψαν ιστορία, πόσοι πέρασαν απαρατήρητοι, πόσοι διέψευσαν τις προσδοκίες;

Είναι πάρα πολλοί. Είναι αμέτρητοι, θα λέγαμε, γιατί η υπόθεση των ξένων πέρασε από χίλια μύρια κύματα. Στην αρχή ένας, μετά δυο, μετά ήρθαν οι κοινοτικοί, μετά οι Ευρωπαίοι άρχισαν να παίρνουν διαβατήρια, τώρα ξανάρχεται η εποχή των Αμερικανών.

Αλλά κάποτε, έγινε και η αρχή. Για αρκετά χρόνια το ερώτημα στο ελληνικό μπάσκετ, ήταν ένα: Πότε θα μπουν οι ξένοι στο πρωτάθλημα; Περιστασιακά, οι ομάδες είχαν. Μόνο, όμως, για τα ευρωπαϊκά Κύπελλα. Στην δεκαετία του 70 το είχαν τολμήσει τόσο ο Ολυμπιακός, όσο και ο Παναθηναϊκός, έχοντας μάλιστα τον ... ίδιο παίκτη σε διαφορετικές σεζόν (Τζένκινς).

Μετά ήρθε η σειρά του Άρη και του ΠΑΟΚ, που προσπαθούσαν να διακριθούν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Το καλοκαίρι του ' 87, το μπάσκετ εξερράγη. Η εθνική ομάδα κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην Αθήνα και το σπορ, έμπαινε σε μια άλλη διάσταση. Ο επόμενος χειμώνας, ανήκε στον Άρη, που κάθε Πέμπτη καθήλωνε την Ελλάδα καθώς η πορεία προς τη Γάνδη και το παρθενικό φάιναλ-φορ έγινε σχεδόν εθνική υπόθεση.

Όλοι συμφωνούσαν ότι η διαφορά στο τέλος, έγινε από τους ξένους παίκτες. Η Τρέισερ Μιλάνου, πρωταθλήτρια Ευρώπης το 1988, είχε σαν δίδυμο ξένων τον Μπομπ Μακάντου και τον Ρίκι Μπράουν. Αμφότεροι έπαιζαν και στο ιταλικό πρωτάθλημα. Ο Άρης, είχε τον Γκρεγκ Ουίλτζερ, μόνο όμως για τους αγώνες της Ευρωλίγκας (Κυπ.Πρωταθλητριών, ακόμη).

Οι συνθήκες είχαν ωριμάσει. Το μπάσκετ έπρεπε να περάσει σε πιο επαγγελματικό επίπεδο και στην Ελλάδα. Ο επαγγελματισμός, έγινε ...ολοφάνερος, με τον Γκάλη να υπογράφει συμβόλαιο, τον Γιαννάκη να ακολουθεί (αφού πρώτα έκανε αποχή τεσσάρων μηνών) και τους πρώτους ξένους να φτιάχνουν βαλίτσες για την χώρα, το καλοκαίρι του 1988.

Η ΕΟΚ είπε το "ναι", δεν μπορούσε να κάνει και διαφορετικά. Και οι εννιά πρώτοι ξένοι, οι "πιονιέροι" αν προτιμάτε, μπήκαν στο γήπεδο τον Οκτώβριο του 1988. Ο Γκρεγκ Ουίλτζερ για τον Άρη, ο Μάικ Τζόουνς για τον ΠΑΟΚ, ο Ντάνι Βρέινς για την ΑΕΚ, ο Κάρει Σκάρι για τον Ολυμπιακό, ο Έντγκαρ Τζόουνς για τον Παναθηναϊκό, ο Μαρκ Λάντσμπεργκερ για τον Πανιώνιο, ο Μαρκ Πετγουέι για τον Απόλλωνα Πατρών, ο Ντέιβιντ Ίνγκραμ για τον Ηρακλή και ο Ίλια Ευθίμοφ για τον Σπόρτιγκ ήταν οι παρθενικές επιλογές. Μόνο, ο Φίλιππος Θεσσαλονίκης δεν είχε πάρει ξένο, μένοντας με αμιγώς ελληνική ομάδα. Οι περισσότεροι τώρα είναι κοντά στα 55-60. Κάποιοι έφυγαν από τη ζωή (Πετγουέι), κάποιοι βρίσκονται στη φυλακή (Σκάρι) κάποιοι δεν θέλουν να ακούνε για την Ελλάδα (Βρέινς) κάποιους τους θυμόμαστε με θαυμασμό. Σκόρερ σαν τον Ίνγκραμ και ριμπάουντερ σαν τον Λάντσμπεργκερ δεν θα ξαναδούμε.

Πώς ήταν ξαφνικά να ζεις ένα πρωτάθλημα, με παίκτες που δεν είχες δει ποτέ σου; Ξαφνικά αρχίσαμε να βλέπουμε απίθανα καλάθια, καρφώματα, κοψίματα. Κάθε ομάδα, έβρισκε και τον ... Γκάλη της, τον Γιαννάκη της, τον Φάνη της και τον Φασούλα της. Το ελληνικό μπάσκετ και το πρωτάθλημα δεν ήταν ποτέ ίδιο. Ομολογώ ότι σε αυτή την επιχείρηση επιστροφής της μνήμης, νοστάλγησα πάρα πολύ εκείνα τα χρόνια. Όπως πάντε, βέβαια, όταν κάνουμε βουτιά στο παρελθόν.

Λίγο πριν από το τζάμπολ του φετινού πρωταθλήματος, ας πάμε, λοιπόν, σχεδόν 30 χρόνια πίσω. Να γνωρίσουμε ξανά, να θυμηθούμε, εμείς οι παλιότεροι, τους πρώτους ξένους που είδαμε στην Ελλάδα. Θα τους γνωρίσουμε έναν, έναν ενώ στο τέλος φιλοξενούμε και τις αναμνήσεις ενός ανθρώπου που έχει φέρει στη χώρα, ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα ξένων παικτών. Του ατζέντη Κώστα Παπαδάκη.

Πάμε. Μια φορά κι ένα καιρό ήταν εννιά ξένοι...

ΓΚΡΕΓΚ ΟΥΙΛΤΖΕΡ (1960, 2.13, Σέντερ, Άρης)

Ο ξανθομάλλης Καναδός ήταν ήδη στον Άρη, όταν το καλοκαίρι του 1988 άναψε το "πράσινο" φως για τη συμμετοχή των ξένων παικτών. Είχε ενισχύσει τους "κιτρινόμαυρους" μια χρονιά πριν, στην πορεία τους πος το φάιναλ-φορ της Γάνδης. Με ύψος 2.13, ο Ουίλτζερ ήταν ο σέντερ που ήθελε ο Ιωαννίδης. Καλός ριμπάουντερ, καλός αμυντικός και με όχι τόσο μεγάλες απαιτήσεις στην επίθεση. Να ... μη ζητάει την μπάλα, σε μια ομάδα όπου υπήρχαν Γκάλης, Γιαννάκης, Σούμποτιτς. Το καλοκαίρι του 87, άλλωστε, ο Άρης είχε ήδη σπαταλήσει αρκετά χρήματα καθώς το νέο συμβόλαιο του Νίκου Γκάλη, που βρισκόταν στα ντουζένια του (μετά τον θρίαμβο του Ευρωμπάσκετ) είχε φτάσει στο ύψος των 35.000.000 δραχμών. Ούτε 100.000 ευρώ, αν ψάχνετε για υπολογισμούς, περίπου 260.000 δολάρια με τις τότε ισοτιμίες. Και πάλι, το ποσό ήταν τεράστιο...

Ο Ουίλτζερ, που είχε ήδη παίξει σε Μπαρτσελόνα και Καχαμαδρίδ, κέρδισε στην κούρσα των υποψηφίων, τον καραφλό Ουέιτερς (έπαιξε τελικά στην Μπαρτσελόνα) και τον Μάικ Μπράουν, ρούκι από τους Σικάγο Μπουλς. Ο Γκρεγκ, είχε ένα προσόν, που εκτίμησε πολύ ο Ιωαννίδης. Μάζευε τα ριμπάουντ με τη σέσουλα. Ήταν άλλωστε κορυφαίος ριμπάουντερ στο ολυμπιακό τουρνουά του Λος Άντζελες (1984) και δεύτερος στο Μουντομπάσκετ της Ισπανίας (1986).

Και οι (πρώτοι) ξένοι ήταν εννιά

Φεύγοντας από τον Άρη, πήρε υποσχέσεις ότι θα έπαιρνε τα χρήματα που του χρωστούσαν. Δεν τα πήρε ποτέ. Ή μάλλον, χρειάστηκε 23 χρόνια διεκδίκησης, για να δικαιωθεί από τον Άρειο Πάγο κι αφού πρώτα γνωμοδότησε το Νομικό Συμβούλιο του κράτους!

Ο Γκρεγκ, αποχώρησε από τον Άρη στο τέλος της σεζόν 1988-89. Ήταν έτοιμος να παίξει για τρίτη σερί χρονιά, όταν έμαθε ότι τον διαδέχθηκε ο Στόγιαν Βράνκοβιτς. Δεν το έβαλε κάτω, πάντως. Συνέχισε να παίζει, πηγαίνοντας στο CBA (αγωνιζόμενος στην Οκλαχόμα), Αργεντινή, Γαλλία τερματίζοντας ευδοκίμως την καριέρα του στα 37 του χρόνια, στην Πορτογαλία.

Μετά το μπάσκετ ασχολήθηκε με το εμπόριο ξυλείας, που έχει έδρα στο Πόρτλαντ. Με την Κάρολ, είχε έρθει στη Θεσσαλονίκη σαν ερωτευμένο ζευγάρι. Τώρα, μετράνε 25 χρόνια γάμου και τέσσερα παιδιά. Η μεγάλη του κόρη, Τζόρνταν Άνταμς, αφού πέρασε από τη γυναικεία ομάδα του Σπόρτιγκ έφτασε μέχρι το WNBA, αν και αυτός που κλέβει, πλέον, την παράσταση είναι ο μικρός του γιος Κάιλ. Μοίρασε τα κολεγιακα του χρόνια σε Κεντάκι και Γκοντζάκα (στην τελευταία του σεζόν είχε μ.ο 20.6π και 6.3ρ) και ήδη υπέγραψε συμβόλαιο στους Χιούστον Ρόκετς. Με ύψος 2.08 μοιάζει να ακολουθεί (και να ξεπερνάει σιγά-σιγά) τον πατέρα του.

  • Η στατιστική του
  • 22 αγώνες, 250π (11.3) 48/72 δ (66%), 101/182 (55%), 13ρ, 1.6λ, 0.5ασ, 1 κοψ

ΜΑΙΚ ΤΖΟΟΥΝΣ (1967, 2.00, Φόργουορντ, ΠΑΟΚ)

Εκείνο το καλοκαίρι (του 1988) ο ΠΑΟΚ αναζητούσε ένα παίκτη, που θα τον έβαζε επιτέλους στη θέση του κυρίαρχου στο ελληνικό μπάσκετ. Ο Άρης είχε δημιουργήσει την αήττητη παράδοσή του, κέρδιζε τους τίτλους, κέρδιζε και τα ντέρμπι. Το σερί κρατούσε σχεδόν τρία χρόνια. Από το 1985 όταν τον είχε νικήσει ο Πανιώνιος με 69-65, η ομάδα του Ιωαννίδη ήταν αήττητη.

Η είσοδος των ξένων στο πρωτάθλημα, έμοιαζε με μια ευκαιρία για τον Δικέφαλο. Και έτσι μάθαμε το "μωρό του ελαφιού". Δηλαδή τον Μάικ Τζόουνς, που σε ηλικία 22 ετών έκανε ένα τολμηρό (για την εποχή) υπερατλαντικό ταξίδι. Από το κολέγιο Auburn φορούσε τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Την αρχική αμηχανία, διαδέχθηκε ο ενθουσιασμός, καθώς ο φόργουορντ που είχε επιλεγεί από τους Μιλγουόκι Μπακς στο νο 63 του ντραφτ, ήρθε στην Ελλάδα και έκανε όργια. Ο Τζόνι Νιούμαν, προπονητής του ΠΑΟΚ τότε, είχε πάρει καλές πληροφορίες από την Αμερική και ήξερε ότι δεν έκανε λάθος.

Γρήγορα οι ΠΑΟΚτσήδες άρχισαν να πίνουν νερό στο όνομα του ολ-αράουντ Αμερικανού. Στο Κύπελλο Κόρατς, έδωσε τα ρέστα του τόσο με τη Βιλερμπάν στον πρώτο γύρο, όσο και με τον Ερυθρό Αστέρα όταν στους δυο αγώνες, σημείωσε ... 67 πόντους (30 και 37). Η ρεβάνς δεν τελείωσε ποτέ, καθώς στην εκκίνηση της παράτασης (κι ενώ οι Σέρβοι είχαν ισοφαρίσει τη διαφορά των 10 πόντων) ο Νιούμαν έσπρωξε τον Ιταλό διαιτητή Γκρόσι και το παιχνίδι διακόπηκε.

Ο Τζόουνς, όμως, είχε κλέψει τις καρδιές των οπαδών του ΠΑΟΚ και στις 4 Νοεμβρίου του 1988, τους αποζημίωσε με το παραπάνω. Με 30π και 14 ριμπάουντ, ήταν ο κορυφαίος του Δικεφάλου στο ιστορικό 81-78 επί του Άρη, που έσπασε το αήττητο σερί των "κιτρινόμαυρων" μετά από 80 συνεχόμενες νίκες! Ήταν αυτός, που πέτυχε και το τελευταίο καλάθι, οριστικοποιώντας τη νίκη του ΠΑΟΚ (ο Δοξάκης αστόχησε σε τρίποντο, στην τελευταία επίθεση του Άρη) που γιορτάστηκε όσο καμιά άλλη στη δεκαετία του 80.

Ήταν σκέτη απόλαυση ο Μάικ Τζόουνς, αλλά ήταν και μόλις 22 ετών. Η οικονομκή διαφορά που είχε με τον ΠΑΟΚ το επόμενο καλοκαίρι, δεν του επέτρεψε να συνεχίσει την καριέρα του στο Δικέφαλο. Και τότε έγινε το "μπαμ". Ο Ιωαννίδης τον έπεισε να συνεχίσει στον Άρη, παίζοντας μόνο στην Ευρωλίγκα. Γυρίζοντας από το φάιναλ-φορ της Σαραγόσα, ο Τζόουνς βρέθηκε στη ... φυλακή. Η συλληψή του από τη δίωξη ναρκωτικών, για κατοχή 32 γραμμαρίων χασίς, τον στιγμάτισε: "Πήρα ναρκωτικά γιατί στρεσαρίστηκα από τους τελευταίους αγώνες" ήταν η δικαιολογία του. Ο Μάικ, έφυγε από την Ελλάδα και μέχρι το 2014 εξ' αιτίας εκείνης της περιπέτειας, δεν μπορούσε να επισκεφθεί τη χώρα μας.

Έπαιξε μπάσκετ μέχρι τα 36 του, σταματώντας στην Κύπρο στην οποία ζει ακόμη, έχοντας και την ακαδημία μπάσκετ Μάικ Τζόουνς. Πρόσφατα, έδωσε το παρών στο φιλικό με την ΤΣΣΚΑ όπου ο ΠΑΟΚ γιόρτασε τα 90χρονά του. Το αδίκημα έχει, πλέον παραγραφεί κι όπως λέει ο ίδιος "ήμουν νέος, έκανα λάθη".

Λεπτομέρεια. Ο Άρης του χρωστούσε 80.000 δολάρια, τα οποία, βέβαια, δεν τα πλήρωσε ποτέ.

  • Η στατιστική του:
  • 23 αγώνες, 664π (28.8) 85/104β (81%), 231/427δ (54%), 39/99 τρ (39%), 8.3ρ, 1.7λ, 1.3ασ, 1κλ, 1.1κοψ

ΕΝΤΓΚΑΡ ΤΖΟΟΥΝΣ (1956, 2.07, πάουερ-φόργουορντ, Παναθηναϊκός)

Ο άλλος Τζόουνς, δεν ήταν πιτσιρίκι. Κάθε άλλο. Στα 32 του χρόνια, ο Έντγκαρ Τζόουνς ή απλά το "ελικόπτερο" ήταν ένας καλός ΝΒΑερ για έξι μάλιστα χρόνια και έχοντας φορέσει τη φανέλα των Νιου Τζέρσεϊ Νετρς, Ντιτρόιτ Πίστονς, Σαν Αντόνιο Σπερς και Κλίβελαντ Καβαλίερς. Τελείωσε την επαγγελματική του καριέρα του σκοράροντας πάνω από 3.000 πόντους, και έχοντας μ.ο 9π, 4.8ρ και 1.3 κοψ. Ήταν απόφοιτος του πανεπιστημίου της Νεβάδα, νό 31 στο ντραφτ του 1979, επιλογή των Μιλγουόκι Μπακς.

Το 1984, μάλιστα, συμμετείχε στον ιστορικό πρώτο διαγωνισμό καρφωμάτων του All Star Game, μαζί με τους Μάικλ Κούπερ, Κλάιντ Ντρέξλερ, Ντάρελ Γκρίφιθ, Ραλφ Σάμπσον, Ντομινίκ Ουίλκινς, Ορλάντο Γούλριτζ και τον μετέπειτα νικητή, Λάρι Νανς.

Και οι (πρώτοι) ξένοι ήταν εννιά

Η αλήθεια είναι ότι ο Έντγκαρ Τζόουνς σούταρε με 56% δίποντα και 40% τρίποντα, ποσοστρα που για ένα παίκτη με ύψος 2.07, εκείνη την εποχή ήταν αδιανόητο. Όσοι τον έχουνη δει να παίζει, θυμούνται ακόμη ότι στις ελεύθερες βολές πήγαινε στην άκρη της γραμμής για να τις εκτελέσει. Είχε ακόμη σπουδαίες αθλητικές ικανότητες (πολύ καλός ριμπάουντερ και μπλοκέρ), όχι όμως όπως στο ΝΒΑ, αφού είχε μεσολαβήσει ένας τραυματισμός στο μηνίσκο, που τον είχε στείλει στην Ελβετία. Από κει τον "ψάρεψε" ο Παναθηναϊκός και ήταν η πρώτη μεταγραφή ξένου παίκτη, που έκανε ο Παύλος Γιαννακόπουλος. Ο ατζέντης του Κώστας Παπαδάκης, διηγείται λίγο πιο κάτω στο αφιέρωμά μας, το πως έγινε η συμφωνία.

Το συμβόλαιό του, πάντως, ήταν αρκετά μεγάλο για τα δεδομένα της εποχής και ο Έντκαρ το τίμησε δεδόντως. Κάθισε δυο χρόνια στον Παναθηναϊκό, πήγε στην Ισπανία και επέστρεψε στην Ελλαδα το 1991 για να ενισχύσει τον Άρη, με τον οποίο κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδος. Έπαιξε μπάσκετ, μέχρι τα 40 του καθώς αποχώρησε τη σεζόν 1994-95 έχοντας αγωνιστεί στο CBA και στους Γιακίμα Σαν Κινγκς. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την προπονητική, τα κομπιούτερ, ώσπου αποφάσισε να απολαύσει τη ... συνταξή του. Στα 60 του, άλλωστε, περνάει ευχάριστα την ώρα του, ασχολούμενος που και που με το μπάσκετ, πηγαίνοντας σε διάφορα καμπ και σχολεία...

  • Η στατιστική του:
  • 21 αγώνες, 506π (24) 128/160 (80%), 123/216β (56%), 44/110τρ (40%), 11.9ρ, 2.8λ, 0.3ασ, 0,5 κλ, 2,1 κοψ

ΚΑΡΕΪ ΣΚΑΡΙ (1962, 2.01, φόργουορντ- Ολυμπιακός)

Λένε ότι ο Τάρπλεϊ κατέστρεψε την καριέρα του από τις καταχρήσεις. Αλήθεια είναι. Μια παρόμοια περίπτωση είναι και ο Κάρεϊ Σκάρι, ο πρώτος ξένος που έπαιξε στο πρωτάθλημα για λογαριασμό του Ολυμπιακού. Στα τριάντα και πλέον χρόνια, που βλέπω μπάσκετ, η απίθανη πρεμιέρα του στις 16 Οκτωβρίου του 1988 εναντίον της ΑΕΚ, δεν φεύγει ποτέ από το μυαλό μου.

Το ιστορικό "Παπαστράτειο" είχε γεμίσει από κόσμο για το μεγάλο ματς, καθώς εκτός των άλλων στην ΑΕΚ έκανε ντεμπούτο ο Ντάνι Βρέινς. Ο Ολυμπιακός είχε διαλέξει τον Σκαρι, με τον (προπονητή τότε) Στιβ Γιατζόγλου να επιλέγει ένα καταπηκτικό δίδυμο ξένων, αφού είχε φέρει και τον Λάρι Μίντλετον ο οποίος έπαιζε μόνο στους αγώνες του Κυπέλλου Κόρατς και στη συνέχεια έγινε ένας από τους θρύλους του ιταλικού μπάσκετ.

Ξέφυγα, όμως. Ο Σκάρι σε εκείνο το ματς (τελείωσε με 19π και ήταν κορυφαίος της νίκης του Ολυμπιακού με 76-71), έκανε το μικρό κλειστό του Πειραιά να παραληρεί. Απογειωνόταν, σχεδόν σε κάθε φάση, κάρφωνε με μανία, πήδαγε στο Θεό και ευστοχούσε με κάθε τρόπο. Ο Ολυμπιακός είχε βρει ένα υπερ-παίκτη, σε μια χρονιά που είχε φέρει ακόμη (με τη βοήθεια και του Κοσκωτά) τον Τζορτζ Παπαδάκο από τον Καναδά. Ο Σκάρι, όμως ήταν άλλο πράγμα. Ερχόταν, άλλωστε, από μια σπουδαία ομάδα του ΝΒΑ (Γιούτα Τζαζ) όπου έπαιζε δίπλα σε παίκτες όπως ο Καρλ Μαλόουν, ο Τζον Στόκτον, ο Τομ Τσέιμπερς, ο Θερλ Μπέιλι (αργότερα ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Πανιωνίου), ο Ντάρελ Γκριφιθ και λοιποί ήρωες της εποχής.

Ήταν, όμως, και μια κινητή βόμβα. Εθισμένος σε ουσίες, δεν μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό του. Ένα χρόνο πριν έρθει στην Ελλάδα είχε συλληφθεί να οδηγεί "φτιαγμένος" και του είχε επιβληθεί ποινή ενός έτους, με αναστολή. Στα μέρη μας, όπως ήταν φυσικό, συνέχισε τις κακές συνήθειες. Η χρονιά ολοκληρώθηκε παίζοντας ξύλο με τον προπονητή του! Κατηγόρησε τον Γιατζόγλου ότι εξ αιτίας του έσπασε το χέρι του (στο φιλικό με το Παγκράτι) και τον περίμενε στο γήπεδο με ένα ...ψαλίδι. Τελικά για να ηρεμήσει, ήρθε η αστυνομία κι αφού πρώτα άφησε μια δαγκωματιά στο στήθος του προπονητή.

Ένα σπάνιο ταλέντο. Μπορούσε να παίξει σε όλες τις θέσεις της πεντάδας, να σκοράρει από μακριά, να παίξει με πλάτη στο καλάθι, ήταν μια ταχύτητα πιο γρήγορος απ' όλους και δεν σταματιόταν με τίποτε. Σε μια προπόνηση συζητούσε με τον Βαγγέλη Αγγέλου, πως θα του υποδέχεται καλύτερα τις πάσες μπακ-ντορ του τότε "ερυθρόλευκου" πλέι-μέικερ: "Κοίτα Βαγγέλη. Πέτα μου εσύ την μπάλα κάπου κοντά στο καλάθι και μην ανησυχείς, θα την καρφώσω την μπάλα" Δείτε ένα βίντεο από αγώνα του στη Θεσσαλονίκη, εναντίον του Άρη και πάρτε μια ιδέα.

Δυστυχώς τα ναρκωτικά τον κατέστρεψαν Συνέχισε να παίζει μπάσκετ (πήγε σχεδόν σε ολόκληρο τον κόσμο) αλλά όπως αποκάλυψε ο αδερφός του Μόουζες (κι αυτός μπασκετμπολίστας) για να βρει χρήματα για τη δόση του, έκανε διάφορες κλοπές, με αποτέλεσμα να καταλήξει στη φυλακή. Από τότε δεν υπάρχουν νέα του...

  • Η στατιστική του:
  • 19 αγώνες, 400 πόντοι (21) 66/96β (66%), 143/245δ (58%), 16/43τρ (37%), 9.8ρ, 0.6ασ, 1.9κλ, 2κοψ

ΜΑΡΚ ΛΑΝΤΣΜΠΕΡΓΚΕΡ (1955, 2.03, σέντερ, Πανιώνιος)

Ο Πανιώνιος εκείνης της εποχής ήταν η τρίτη δύναμη του ελληνικού μπάσκετ, πίσω από το δίπολο της Θεσσαλονίκης, με Άρη και ΠΑΟΚ. Δεύτερος το 1987, τρίτος το 1988, ο "ιστορικός" ζούσε τα χρόνια της μπασκετικής του δόξας, με το τρίγωνο κλειστό Αρτάκης, Πλατεία Νέα Σμύρνης και "Βαλέσα" (η ιστορική ψησταριά στην Πλατεία Άνοιξης) να είναι η καθημερινή διαδρομή των ανθρώπων που ζούσαν μέρα-νύχτα για την καταξίωση της ομάδας.

Ο Βλάντο Τζούροβιτς καθόταν στον πάγκο για πρώτη φορά, διαδεχόμενος το μακαρίτη Μάκη Δενδρινό και η επιλογή των "ψαγμένων" Νεοσμυρνιωτών για τη θέση του ξένου, ήταν ένας πρωταθλητής του ΝΒΑ. Ο Μαρκ Λάντσμπεργκερ, ήταν μέλος της ομάδας του σόου-τάιμ των Λέικερς, ένα από τα τρία κλαμπ των οποίων φόρεσε τη φανέλα. Τα άλλα δυο ήταν οι Σικάγο Μπουλς και οι Ατλάντα Χοκς.

Και οι (πρώτοι) ξένοι ήταν εννιά

Έχει πετύχει, άλλωστε και ένα μοναδικό επίτευμα. Κατέχει το ρεκόρ περισσότερων ριμπάουντ, τόσο του ελληνικού όσο και του ιταλικού πρωταθλήματος. Δυο, δηλαδή, από τις κορυφαίες λίγκες της Ευρώπης! Στην Ελλάδα, το έκανε στις 28 Ιανουαρίου του 1989 όταν κόντρα στον Ολυμπιακό μάζεψε 31 (!) ριμπάουντ. Στην Ιταλία, έκανε ακόμη ... χειρότερα, αφού παίζοντας με τη φανέλα της Μοντεκατίνι και σε αγώνα εναντίον της Σαρντένα, κατέβασε 34 ριμπάουντ!

Δεν ήταν ψηλός, ο Μαρκ. Είχε όμως τεράστιο εκτόπισμα, έβαζε πολύ καλά το κορμί του και δεν υπήρχε περίπτωση να χάσει ριμπάουντ. Ήξερε, πάντως, και εξαιρετικό μπάσκετ καθώς διέθετε καλό σουτ (ακόμη και τρίποντο) τελειώνοντας τη χρονιά στην Ελλάδα με ανεπανάληπτο μέσο όρο: 18.6π και 17.8 ριμπ!

Συνέχισε να παίζει μπάσκετ και μετά τον Πανιώνιο. Επέστρεψε στην Ιταλία, πήγε στην Ισπανία και τελικά σταμάτησε σε ηλικία 38 ετών, επενδύοντας τα χρήματά του με δυο επιχειρήσεις. Άνοιξε ένα εστιατόριο, ένα μπαρ και ένα κοσμηματοπωλείο.

  • Η στατιστική του:
  • 19 αγώνες 355π (18.6) 32/69β (46%), 118/217δ (54%), 29/68τρ (42%), 17.8ρ, 1.9λ, 0.2ασ, 0.5κοψ

ΜΑΡΚ ΠΕΤΓΟΥΕΪ (1963-1989, 2.05, φόργουορντ, Απόλλων Πατρών)

Μια από τις αξέχαστες στιγμές του πρωταθλήματος του 1988, με τους ξένους μέσα, ήταν ένας αγώνας στην Πάτρα, ανάμεσα στον Απόλλωνα Πάτρας και τον Ηρακλή. Ο Βασίλης Γεωργίου, στο μικρόφωνο, περιγράφει με το μοναδικό του τρόπο: "Καλάθι ο Ίνγκραμ, καλάθι ο Πετγουέι". Κάπως έτσι ήταν το ματς, ανάμεσα σε δυο σπουδαίους σκόρερ.

Απέναντι στον καταπληκτικό γκαρντ του Ηρακλή, είχε βρεθεί ένας ακόμη πιο ...φανατικός "χώστης". Ένας παίκτης που όσο ταλέντο είχε, άλλο τόσο αυτοκαταστροφικός ήταν. Ίσως και περισσότερο. Γιατί ένα χρόνο αργότερα, ο Γεράσιμος Τζάκης που το μάθαινε πρώτος ανακοίνωνε στους συμπαίκτες του στην Πάτρα και στους ανθρώπους του Απόλλωνα, ότι ο προικισμένος Μαρκ, είχε βρεθεί νεκρός με μια σφαίρα καρφωμένη στο κεφάλι του.

Ο Πετγουέι βρέθηκε στην Πάτρα, σχεδόν από σπόντα. Είχε έρθει στην Ελλάδα για λογαριασμό του ΠΑΟΚ, με τον οποίο έπαιξε στο Κύπελλο Κόρατς της σεζόν 1987-88, δείχνοντας ότι ξέρει πάρα πολύ καλά να βάζει την μπάλα στο καλάθι. Θα έμενε στον ΠΑΟΚ, αν οι Θεσσαλονικείς δεν είχαν βάλει στο μάτι τον ελληνοαμερικανό Μπιλ Μέλις, για τυον οποίο ο Νίκος Βεζυρτζής έδινε γη και ύδωρ. Ο Απόλλωνας είχε εξασφαλίσει Ζαχαρία Κατσούλη, Χοτοκουρίδη, Τζάκη και Καλόγηρο και όταν ο ΠΑΟΚ του πρόσφερε και τον Πετγουέι, έστειλε τον Μέλις ... πακέτο με κορδέλα στη Θεσσαλονίκη!

Ο Αμερικανός πήγε στην Πάτρα και έμοιαζε με δυναμίτη. Όχι μόνο ... μεταφορικά. Σε ένα αγώνα με τον ΠΑΟ λίγο έλειψε να κατεδαφίσει τη ρακέτα, προσπαθώντας να καρφώσει με μανία την μπάλα. Αλλά αυτό ήταν το λιγότερο. Η μπουνιά που έριξε στον Μιχάλη Γρυλιωνάκη στον αγώνα με το Περιστέρι, στοίχισε στον άσο του Περιστερίου μια χειρουργική επέμβαση για την αποκατάσταση της μύτης του, ενώ σε ένα φιλικό εναντίον της Παναχαϊκής πήρε αμπάριζα τους αντιπάλους αλλά και τον έφορο της ομάδας. Ήταν τόσο δυνατές οι γροθιές του, που έπαθε εξάρθρωση σε ένα από τα δάχτυλά του.

Ήταν μια κινητή βόμβα, ο Πετγουέι. Κρίμα γιατί ήξερε καντάρια μπάσκετ. Στον αγώνα εναντίον της ΑΕΚ σημείωσε 45 πόντους, στην καλύτερη βραδιά του στην Ελλάδα. Έφυγε από τη χώρα, γύρισε στην πατρίδα του, όπου έμπλεξε με συμμορίες. Κάποιοι προσπάθησαν να κλέψουν το αυτοκίνητό του και βρέθηκε νεκρός. Λεπτομέρειες δεν έγιναν γνωστές, αλλά το ότι του φύτεψαν μια σφαίρα στο κεφάλι, έμοιαζε σχεδόν φυσιολογική κατάληξη για το δρόμο, που αποφάσισε να ακολουθήσει...

  • Η στατιστική του
  • 23αγώνες, 672π (27.2) 131/174β (75%), 203/406δ (45%), 30/91 τρ (32%), 8.2ρ, 1.8λ, 0.5ασ, 1κλ, 1.1 κοψ

ΝΤΑΝΙ ΒΡΕΪΝΣ (1958, 2.03, πάουερ φόργουορντ, ΑΕΚ)

Αν στην περίπτωση του Μαρκ Πετγουέι κουνήσαμε με μελαγχολία το κεφάλι, στην υπόθεση Ντάνι Βρέινς μας κόπηκε η ανάσα. Η ξαφνική αποχώρησή του και οι μετέπειτα καταγγελίες του για την συμπεριφορά του μακαρίτη Μάκη Ψωμιάδη, προκάλεσαν ένα σοκ στο ελληνικό μπάσκετ, που είχε προφανώς (όπως όλα τα πράγματα στην Ελλάδα) και την σκοτεινή πλευρά του. Θεοσκότεινη, πολλές φορές.

Ο Βρέινς των Σίξερς της Νέας Φιλαλδέφειας των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως τον είχε προαναγγείλει ο ιδιοκτήτης του κιτρινόμαυρου μπάσκετ, ήταν μια ηχηρή μεταγραφή της ΑΕΚ, που εκείνο το καλοκαίρι έδινε φανέλα βασικού στον Βασίλη Λανέ και τον Χρήστο Κουντουράκη. Ο Βρέινς ερχόταν ερχόταν κατευθείαν από το ΝΒΑ, κάτι τελείως πρωτόγνωρο για τα δεδομένα του ελληνικού μπάσκετ.

Και οι (πρώτοι) ξένοι ήταν εννιά

Όταν απο την ΑΕΚ ανακοινώθηκε ότι ο Βρέινς άρχισε να απουσιάζει αδικαιολόγητα από τις προπονήσεις της ΑΕΚ, παραξενεύτηκαν άπαντες. Ο Αμερικανός ήταν το ακριβώς αντίθετο, με περιπτώσεις παικτών όπως ο Σκάρι, ή ο Πετγουέι. Είχε έρθει στην Ελλάδα με την οικογένειά του και όπως έλεγαν όλοι οι συμπαίκτες του ήταν υπόδειγμα επαγγελματία.

Μετά από 10 αγωνιστικές, ο Βρέινς εξαφανίστηκε. Η αλήθεια μαθεύτηκε αργότερα, με απίστευτα δημοσιεύματα στις ΗΠΑ, όπου ο ίδιος ο παίκτης κατήγγειλε ότι δέχθηκε απειλές, πρώτα η οικογένειά του, μετά ο ίδιος και στη συνέχεια ο καλύτερός του φίλος στην Ελλάδα, ο οποίος μάλιστα κακοποιήθηκε. Ο Βρέινς αποκάλυψε ότι πρώτα έδιωξε από την Αθήνα τη γυναίκα του και το παιδί του και μετά πήγε στην αμερικάνικη πρεσβεία, για να ζητήσει προστασία! Φοβόταν, όπως είπε, να πάει στην αστυνομία την οποία σύμφωνα με την άποψή του "έλεγχε ο ιδιοκτήτης της ΑΕΚ"! Όλα αυτά, επειδή μετά τον δεύτερο μήνα, οι δόσεις του συμβολαίου του δεν έμπαιναν στο λογαριασμό του. Ο Βρέινς ζήτησε τα χρήματά του, χωρίς να υποψιάζεται τι ακριβώς τον περιμένει.

Κατήγγειλε ακόμη επηρεασμό διαιτητών, αποτελέσματα που του προξένησαν ... εντύπωση, γιατί δεν τα περίμενε και άλλα φοβερά και τρομερά. Δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει σε ελληνικό μέσο και σίγουρα η δημοσιοποίηση των καταγγελιών έκαναν πολλούς ξένους παίκτες να είναι αρκετά επιφυλακτικοί για το αν έπρεπε να δεχθούν ή όχι προτάσεις από την Ελλάδα.

Ο Βρέινς έχει και μια ακόμη ιστορία. Το 1980 είχε συμπεριληφθεί στην ολυμπιακή ομάδα των ΗΠΑ, για να παίξει στη Μόσχα. Δεν πήγε ποτέ στους Ολυμπιακούς, λόγω του εμπάργκο των Αμερικανών, κάτι που όπως έχει πει δεν πρόκειται να το ξεχάσει ποτέ. Πρόσφατα, ο 58χρονος πλέον Ντάνι, είδε τη φανέλα του με το νο 23 να αποσύρεται από το Πανεπιστήμιο της Γιούτα στο οποίο στα νιάτα του έπαιξε μεγάλο μπάσκετ (15.4π-8.5ρ)

  • Η στατιστική του:
  • 10 αγώνες, 159π (15.9), 46/55δ (70%), 52/108 (48%), 4/21τρ (21%), 10.3ρ, 0.4ασ, 1κλ, 1.5κοψ

NTEΪΒΙΝΤ ΙΝΓΚΡΑΜ (1958, 1.93, γκαρντ, Ηρακλής)

Ινκγραμ, ή Έινκραμ, ή ...Άνκρουμ. Αδιευκρινίστου ηλικίας, αλλά πολύ διευκρινιστικά απίστευτος σκόρερ. Όπως και να λεγόταν, όσο χρονών και να ήταν, ο Ίνγκραμ έγινε ένας θρύλος του ελληνικού μπάσκετ. Ένας ισάξιος σκόρερ του Νίκου Γκάλη και σίγουρα, ο παίκτης που δεν ξεχνάνε ποτέ στον Ηρακλή. Δεν ξανάδαν, άλλωστε, ένα τέτοιο παίκτη.

Σχεδόν άγνωστος έφτασε το καλοκαίρι του 88, ο Ντέιβιντ, στη Θεσσαλονίκη. Ποιος να ξέρει, δηλαδή, τον πρώτο σκόρερ ολων των εποχών ενός άγνωστου κολεγίου (Utica) που πριν έρθει στην Ελλάδα, είχε παίξει στο CBA και στον Παναμά;

Τον μάθαμε, όμως, μια χαρά. Κι αυτού του άρεσε τόσο πολύ, που κάθισε στην χώρα μας πέντε χρόνια. Λάτρεψε τον Ηρακλή, τον λάτρεψαν όλοι όσοι τον είδαν να παίζει μπάσκετ και να βομβαρδίζει τα αντίπαλα καλάθια. Ο Ίνγκραμ είχε μέσο όρο 33.7 πόντους, στην θητεία του στο ελληνικό πρωτάθλημα. Μόνο ο Γκάλης έβαζε περισσότερους. Καμιά φορά έβαζε ο Αμερικανός περισσότερους, όπως στο παιχνίδι Άρη-Ηρακλή, απ΄οπου και το βίντεο, με τον Γκάλη να έχει 46π και τον Ίνγκραμ ... 54

Έβαλε 59 πόντους (τη σεζόν 1990-91, εναντίον του Περιστερίου), είχε ρεκόρ 58 πόντους στο Κύπελλο Ελλάδος (με τον Έσπερο) ενώ στους 53π σταμάτησε σε αγώνα του Κυπέλλου Κόρατς, κόντρα στη Ρίγα. Πολύ δυνατός γκαρντ, δύσκολα έχανε την μπάλα από τα χέρια του, δύσκολα κοβόταν, άσχετα αν δεν ήταν ο πιο θεαματικός παίκτης που είδαμε ποτέ στα γήπεδα. Ήταν όμως τόσο ουσιαστικός, που μπορούσε να τα βάλει με όλους και με όλα.

Χάρη στον Ίνγκραμ, ο Ηρακλής έγινε μια λίαν υπολογίσιμη δύναμη του πρωταθλήματος και πήρε δυο φορές την 4η θέση στη βαθμολογία (1990, 1991).Όταν έφυγε το 1992, ήταν 34 ετών (μπορεί και ... μεγαλύτερος) και αποφάσισε να κάνει το μεγάλο άλμα στην καριέρα του. Υπέγραψε συμβόλαιο με την Μακάμπι του Τελ Αβίβ, παίζοντας στο κορυφαίο επίπεδο της Ευρωλίγκας. Σε 11 αγώνες είχε μ.ο 16.7π, 3.4 ριμπ και 1.5 ασίστ. Μετακόμισε στη Χάποελ Χαφούλα και σταμάτησε το μπάσκετ σχεδόν στα ... 40 του (το 1996). Ακόμη και τώρα, πάντως, όταν βρίσκει το χρόνο δεν σταματάει να παίζει μπάσκετ. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του, ήταν προπονητής σε χάι-σκουλ. Τώρα, απολαμβάνει τη σύνταξή του και τα ωραία μονά με τους συνομήλικούς του. Ή ... και μικρότερους, ακόμη.

Ένας γεννημένος σκόρερ, που ήρθε από το πουθενά αλλά έγραψε μια μοναδική ιστορία στο ελληνικό μπάσκετ.

  • Η στατιστική του:
  • 24 αγώνες, 766π (31.1), 196/236β (83%), 252/466 (54%), 22/62τρ (35%), 5.7ρ, 2.2λ, 0.7ασ, 1κλ, 0.2κοψ

Ιλια Ευθίμοφ (1956, 2.04, σέντερ, Σπόρτιγκ)

Την ώρα, που όλες οι άλλες ομάδες έψαχναν να βρουν Αμερικανούς, άντε ένα Καναδό, όπως ο Άρης, ο "φτωχός" Σπόρτιγκ, προτίμησε ένα Βαλκάνιο. Τον Βούλγαρο Ίλια Ευθίμοφ, που αποτέλεσε την επιλογή της πατησιώτικης ομάδας για το πρώτο πρωτάθλημα των ξένων παικτών, εν Ελλάδι.

Αν σας λέει κάτι το όνομά του, ναι δεν κάνατε λάθος. Ο Ίλια Ευθίμοφ είναι ο πατέρας του Βάσκο Ευθίμοφ, που έπαιξε σε Δάφνη, Μαρούσι και Πανιώνιο, ο γιγαντάκος μεγαλύτερος γιος της οικογένειας. Γιατί υπάρχει κι άλλος. Ο Ίλιαν Ευθίμοφ, που έκανε καριέρα στη Γαλλία (είναι έξι χρόνια μικρότερος, στα 33 του, πλέον).

Και οι (πρώτοι) ξένοι ήταν εννιά

Το 1985 στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας, είχε μ.ο 15.2π (συνολικά έπαιξε σε τέσσερα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα) ενώ στο προολυμπιακό τουρνουά, εναντίον της Ιταλίας σκόραρε 44 πόντους. Στην Ελλάδα, ο Ίλια Ευθίμοφ ήταν μια τίμια επιλογή. Μπορεί να έμενε σε ένα ημιυπόγειο, λίγο πιο πάνω από το κλειστό του Σπόρτιγκ, ωστόσο, το μικρό συμβόλαιο που είχε υπογράψει προσπάθησε με κάθε τρόπο να το δικαιώσει. Δεν τα πήγε και άσχημα. Η ομάδα, κατάφερε άλλωστε να παραμείνει στην κατηγορία. Και το οφείλει πάρα πολύ στις προσπάθειες του Βούλγαρου σέντερ, που ήταν πρώτος σκόρερ και πρώτος ριμπάοντερ της ομάδας του.

  • Η στατιστική του:
  • 21 αγώνες, 424π (20.1) 63/77β (81%), 170/331δ (51%), 7/21τρ (33%), 8ρ, 1λ, 0.3ασ, 0.7κλ, 0.3κοψ

ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον Έντγκαρ Τζόουνς...

Οι ξένοι παίκτες, όμως, έφεραν στο ελληνικό μπάσκετ και κάτι άλλο. Έδωσαν δουλειά και σε ένα γκρουπ ανθρώπων, που βρήκαν ξαφνικά μπροστά τους ένα πρόσφορο επαγγελματικό πεδίο. Ένας απ' αυτούς ήταν ο Κώστας Παπαδάκης. Με το μπάσκετ ασχολιόταν σαν δημοσιογράφος, ειδικευμένος στο ΝΒΑ. Ο Κώστας είχε μυηθεί πρώτος απ' όλους στο επαγγελματικό μπάσκετ, παράγγελνε βιντεοκασέτες (της περίφημης εταιρείας Ποντέλ) που τις βλέπασε σαν σε κρυφό σχολειό. Η ειδίκευσή του και οι γνώσεις του, τον έφεραν πρώτα σαν "σύμβουλο" των ελληνικών ομάδων, που έψαχναν να βρουν ξένους για τα Κύπελλα Ευρώπης.

"Πού να φανταζόμουν ότι αυτή η πρώτη επαφή, θα γινόταν ο δρόμος για την επαγγελματική μου αποκατάσταση" θυμάται, τριάντα χρόνια μετά, κι ενώ έχουν όλα αλλάξει. Ο Κώστας είναι από τους κορυφαίους (αν όχι ο κορυφαίος) μάνατζερ παικτών, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η πρώτη του "δουλειά", σε επαγγελματικό επίπεδο, ήταν ο Έντγκαρ Τζόουνς. Ο ίδιος διηγείται καλύτερα, τον τρόπο με τον οποίο ήρθε μαζί του σε επαφή και τελικά τον έφερε στην Ελλάδα, για λογαριασμό του Παναθηναϊκού:

Και οι (πρώτοι) ξένοι ήταν εννιά

Παρακολουθώντας, λοιπόν, όλα τα πρωταθλήματα μου' χε κάνει εντύπωση ένας παίκτης από το ελβετικό πρωτάθλημα. Ένας E.Jones. Τη μία εβδομάδα έβαζε 45 πόντους, την επόμενη 50 και πάει λέγοντας. Μου έκανε εντύπωση. Βεβαίως, το όνομα ήταν συνηθισμένο. Τζόουνς. Έψαξα να βρω ποιος ήταν και έμαθα ότι ήταν ο Έντγκαρ, που έπαιζε πράγματι στην Ελβετία, έχοντας φύγει από το ΝΒΑ λόγω ενός τραυματισμού (μηνίσκος). Όταν ο Παναθηναϊκός, αναζήτησε ένα παίκτη, τον σκέφτηκα αμέσως. Είχε ένα περίεργο μάνατζερ στην Αμερική. Λίγο μεγάλο σε ηλικία, που δεν είχε τόσο πολλές σχέσεις με την Ευρώπη. Πήγα στη Νέα Υόρκη, βρήκα τον ...παππού και τον έπεισα να στείλει τον Έντγκαρ στην Ελλάδα. Ήταν άλλες εποχές, βέβαια. Τελείως διαφορετική από την τωρινή. Ήταν ο πρώτος παίκτης, που ήρθε στην Ελλάδα, με μένα μεσολαβητή σε επαγγελματικό επίπεδο. Προφανώς, δεν θα τον ξεχάσω..."

Πηγές: Πολλά από τα στοιχεία έχουν αντληθεί από τη σειρά αφιερωμάτων του Γιώργου Κούβαρη "χρόνια και ζαμάνια" στο Sentragoal

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ