LONGREADS

Γιαν Όμπλακ: Το σύννεφο και ο Ρομπέρτο

Γιαν Όμπλακ: Το σύννεφο και ο Ρομπέρτο

Η πρώτη του εμφάνιση στο Champions League ήταν εναντίον του Ολυμπιακού. Ήταν και τραυματική. Τόσο που έμεινε κολλημένος στον πάγκο, για μήνες. Άπαξ όμως, και πάτησε το πόδι του στο χορτάρι... δεν το ξανασήκωσε. Αυτό που έκανε ο Jan Oblak την Τρίτη (3/4) με την Bayern Munich ήταν το καλύτερο της καριέρας του, μέχρι το επόμενο.

Έκανε ντεμπούτο σε επαγγελματική κατηγορία, όταν ήταν 17 χρόνων, γιατί... δεν υπήρχε άλλος τερματοφύλακας διαθέσιμος. Άπαξ και χρησιμοποίησε η Olimpija Ljubljana τον Jan Oblak, δεν τον ξανακάθισε στον πάγκο έως ότου τον πούλησε για τα περισσότερα λεφτά που έχει πάρει ο σύλλογος, στην ιστορία του. Τον έστειλε στη Benfica. Εκεί πέρασε επίσης δύσκολα, μέχρι που ο goalkeeper που είχε μπροστά του έχασε το λογαριασμό των λαθών που έκανε και οι Πορτογάλοι υποχρεώθηκαν να τον χρησιμοποιήσουν -γιατί χειρότερος δεν θα μπορούσε να είναι. Επίσης, δεν ξαναβγήκε από την ενδεκάδα. Μετά, έγινε ο πιο ακριβός τερματοφύλακας στην Ισπανία, πριν γίνει... ο περίγελος (για τα γκολ που είχε "φάει" από τον Ολυμπιακό, στο πρώτο του παιχνίδι στο Champions League). Πάλι δεν το έβαλε κάτω. Πάλι δεν παραιτήθηκε. Από παιδί, είχε αποφασίσει πως ό,τι και αν γίνει, εκείνος θα επιτύχει. Δούλευε σαν τρελός και περίμενε μια ευκαιρία. Του δόθηκε όταν ο Moyà τραυματίστηκε. Τη συνέχεια τη ξέρετε. Όχι; Ε, τότε δείτε την τελευταία του παράσταση: το 2-1 της Atlético επί της Bayern και την πρόκριση της στον τελικό του Champions League!

Η Škofja Loka είναι μια από τις παλαιότερες πόλεις της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Βρίσκεται σε υψόμετρο 354 μέτρων και έχει 12.000 κατοίκους που ζουν σε περιβάλλον μεσαιωνικής... ατμόσφαιρας. Υπάρχει κάστρο και όλα τα σπίτια είναι διατηρητέα. Σε ένα από αυτά γεννήθηκε στις 7 Ιανουαρίου του 1993 ο Jan Oblak. Ήταν το δεύτερο παιδί της οικογενείας. Είχε προηγηθεί τρία χρόνια νωρίτερα η Teja. Τα παιδιά έπαιζαν μπάσκετ. Ακόμα παίζουν, κάθε φορά που συναντιούνται. Και όπως ομολογεί ο goalkeeper της Atlético "μολονότι είμαι πιο μεγαλόσωμος από εκείνη, με νικά. Πάντα! Οφείλω να ομολογήσω πως είναι καλύτερη. Η αλήθεια είναι ότι ήταν καλύτερη και όταν παίζαμε ποδόσφαιρο!".

Εκείνος δεν διάλεξε ακριβώς το ποδόσφαιρο. Το διάλεξε για αυτόν ο πατέρας του, Μatjaz, ο οποίος αγωνιζόταν ως τερματοφύλακας σε ερασιτεχνικές ομάδες της χώρας. "Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι να προσπαθώ να τον μιμηθώ". Όταν λοιπόν, ο μικρός έφτασε τα 5, τον πήγε στη τοπική Ločan, όπου ήταν προπονητής -υπήρξε ο "πορτιέρο" τους και μετά έπαιζε με τους βετεράνους. Ο μικρός αρχικά τοποθετήθηκε στην αριστερή πλευρά. Δεν του άρεσε όσο το να βρίσκεται κάτω από τα δοκάρια. Ο μπαμπάς του είχε μια υποχρέωση στο Bežigrad, όταν στο ημίχρονο τα αδέλφια μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο "πήγα στο τέρμα και η αδελφή μου έκανε σουτ". Αυτό το εσταντανέ το παρακολούθησε ο Zoran Matović, goalkeeper της Olimpija "και με κάλεσε στη Ljubljana, για προπονήσεις". Αποδέχθηκε την πρόσκληση και στα 10 έγινε μέλος των ακαδημιών.

"Παρ' ό,τι αυτό σήμαινε πως πέντε φορές την εβδομάδα οι γονείς μου έπρεπε να με πηγαίνουν από το σπίτι μας στη Ljubljana -απόσταση 30 χιλιομέτρων, που κάναμε με αυτοκίνητο, με τρένο, με ποδήλατο, με όλους τους πιθανούς τρόπους-, με ενθάρρυναν να συνεχίσω. Είχα εντυπωσιαστεί από όλα και δεν σκεφτόμουν καν να χάσω έστω μια προπόνηση. Δεν "κλαιγόμουν" ποτέ. Ήμουν πάντα πολύ ανταγωνιστικός. Δεν ήθελα να χάνω. Ούτε όταν παίζαμε με ομάδα που είχε παιδιά δυο χρόνια μεγαλύτερα μας". Σε ένα τέτοιο ματς, με μεγαλύτερη ομάδα του συλλόγου, όταν ήταν 12 χρόνων είχε δεχθεί δυο γκολ. "Θυμάμαι, ενώ ήταν σε εξέλιξη το παιχνίδι πήγα στον προπονητή και του είπα πως δεν θέλω να ξαναπαίξω ποδόσφαιρο και δεν θέλω να του ξαναμιλήσω". Για 2-3 μήνες έκανε ό,τι είπε: δεν ασχολούνταν. "Είχα αποφασίσει να ασχοληθώ με το κοουτσάρισμα στο μπάσκετ, άθλημα που επίσης μου άρεσε. Άρχισα λοιπόν, τις προπονήσεις. Και τότε κατάλαβα ότι τίποτα δεν συγκρίνεται με το ποδόσφαιρο".

Υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το 2005, οπότε το σωματείο αποφάσισε να "διαλύσει" το project. Αναζήτησε άλλη ομάδα. Βρήκε τη νεοσύστατη Bežigrad, που... έπειτα από διαδοχικές αλλαγές ονομάτων έγινε -μάντεψε;- Olimpija Ljubljana, το 2008. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, ο Jan δοκιμάστηκε από την Empoli, στην Ιταλία. Επέστρεψε στην πατρίδα του και το καλοκαίρι του 2009, πήγε στη Fulham, έπειτα από σχετική πρόσκληση. Τον ήθελαν. Εκείνος όμως, ήθελε να μείνει εκεί όπου ήταν. Όπως είχε εξηγήσει στην πρώτη του συνέντευξη "υπάρχουν πολλές διαφορές, σε επίπεδο συνθηκών, στη δουλειά που γίνεται στη Σλοβενία και εκείνη που κάνουν στην Αγγλία και την Ιταλία. Το βέβαιο είναι πως άπαξ και αποκτήσεις σχετικές εμπειρίες, θέλεις να αγωνιστείς στο εξωτερικό. Προς το παρόν, όμως είναι χαρούμενος στην Olimpija".

Έκανε το ντεμπούτο του, στις 27 Ιουλίου του 2009, σε ηλικία 16 χρόνων (σημειωτέον, ήταν 1.87 και 80 κιλά). Το ρίσκο το πήρε ο Brane Oblak -καμία συγγένεια με τον Jan. Τι είχε συμβεί; Ο πρώτος τερματοφύλακας, Matic Kotnik ήταν τραυματίας. Ο δεύτερος, Damir Botonjić είχε πάρει κιλά και τιμωρήθηκε με αποχή έως ότου τα χάσει. Είχε μείνει ως μόνη επιλογή για το ντέρμπι της Nova Gorica, εναντίον της Hit Gorica. Ήταν εξαιρετικός ("νικήσαμε γιατί οι αμυντικοί ήταν εξαιρετικοί"), όπως γινόταν και κάτοχος του ρεκόρ -ήταν ο μικρότερος σε ηλικία goalkeeper που είχε αγωνιστεί ποτέ στην επαγγελματική λίγκα του έθνους. Από "prospect" έγινε επιλογή για τον προπονητή του, που τον χρησιμοποίησε και στο επόμενο ματς, με την Maribor, αλλά και σε όλα τα άλλα -πλην τριών- έως το τέλος της σεζόν που βρήκε την ομάδα στην τέταρτη θέση της βαθμολογίας.

Γιαν Όμπλακ: Το σύννεφο και ο Ρομπέρτο

"Αγχώθηκα μετά την πρώτη μου συμμετοχή, περισσότερο από όσο όταν ήμουν στον αγωνιστικό χώρο. Ο λόγος είχε να κάνει με τον αριθμό των ερωτήσεων που μου απηύθυναν οι δημοσιογράφοι. Είχα χάσει το λογαριασμό των συνεντεύξεων που έδωσα. Ήταν κάτι που δεν είχα ξαναζήσει. Μολονότι είχα συμπληρώσει 10 χρόνια στο ποδόσφαιρο, ουδείς είχε ασχοληθεί τόσο πολύ μαζί μου έως τότε. Μετά... συνήθισα". Στον πρώτο κύκλο της επαφής του με δημοσιογράφους, είχε αποκαλύψει ότι "είδωλο μου είναι ο Iker Casillas και γιατί πήγε ως έφηβος στη Real Μadrid" και σε ερώτηση "πώς και έγινες τόσο ψηλός;" (ναι, φοβερή), είχε απαντήσει "μάλλον βοήθησε το εκπληκτικό φαγητό της μητέρας μου". Ακόμα και σήμερα, όποτε μπορεί επιστρέφει στην πόλη του για να τον περιποιηθεί η μάνα του.

Ως έφηβος ακόμα, είχε προλάβει να γίνει διεθνής (με την U17) διευκρινίσει ότι "μου αρέσουν και άλλα σπορ, όπως το μπάσκετ, το χάντμπολ, το τένις και το βόλεϊ και απολαμβάνω να ασχολούμαι με όλα. Κανένα όμως, δεν μου άρεσε ποτέ περισσότερο από το ποδόσφαιρο. Θέλω να τελειώσω τη σχολή μου (διάλεξε τη μηχανολογία, στο επαγγελματικό λύκειο), όπου δείχνουν μεγάλη κατανόηση για τις υποχρεώσεις μου. Τι κάνω τον ελεύθερο χρόνο μου; Τον περνώ με κορίτσια".

Το καλοκαίρι του 2010 δεν χρειάστηκε να ταξιδέψει για κάποια άλλα δοκιμαστικά. Πήγε μια και καλή στη Λισσαβόνα, για να γίνει παίκτης της Benfica, για 1.7 εκατ. ευρώ που τον έκαναν την πιο ακριβή πώληση στην ιστορία της Olimpija. "Ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα είχα δει πως θα έχω τη δυνατότητα να πάω σε ένα τόσο μεγάλο σύλλογο του εξωτερικού, σε εκείνη την ηλικία. Όχι. Δεν ένιωσα περίεργα. Αποφάσισα ότι ήμουν έτοιμος να δουλέψω σκληρά και να επενδύσω όλη μου τη ζωή στο ποδόσφαιρο". Οι γονείς του δεν του είπαν κουβέντα. Τον άφησαν να αποφασίσει μόνος. "Μόλις τους ανακοίνωσα τι θα κάνω, με ενημέρωσαν πως θα με στηρίξουν". Και τι έγινε με τη σχολή του; "Δεν με ενδιέφερε πια, αν και υποσχέθηκα στη μητέρα μου ότι κάποια στιγμή θα το πάρω το χαρτί".

Οι Πορτογάλοι τον έδωσαν αμέσως στη.. θυγατρική Beira-Μar (στη Β κατηγορία, με την οποία είχε δυο συμμετοχής) και τελείωσε τη σεζόν 2010-11 στην Olhanense -χωρίς να πατήσει το πόδι του στο γήπεδο. Ξεκίνησε την επόμενη αγωνιστική περίοδο στη União de Leiria και πάτησε για πρώτη φορά -σε επίσημο ματς- χορτάρι στην Πορτογαλία, στις 15 Ιανουαρίου του 2012, στο εκτός έδρας 2-2 με τη Νacional. Όσο ζούσε αυτές τις εμπειρίες "δεν ένιωθα να μου λείπει το σπίτι μου, γιατί τους πρώτους μήνες είχα κοντά μου τον πατέρα μου και με βοήθησε να προσαρμοστώ πιο εύκολα. Ένα πρόβλημα που είχα στην αρχή, ήταν αυτό με τη γλώσσα, γιατί δεν μιλούσα αγγλικά ή πορτογαλικά. Πώς έλυσα το θέμα; Άρχισα να μιλώ με τον κόσμο στους δρόμους, με τους συμπαίκτες μου, στο ξεκίνημα κυρίως με τα χέρια και αρκετά γρήγορα μπορούσα να συνεννοηθώ στα βασικά". Πλέον είναι σε μια χαρά φάση "αν και κάνω κάποια γραμματικά λάθη. Στα καθημερινά όμως, θέματα είμαι οκ".

Πώς του είχε φανεί το "πάρε-δώσε"; "Ήταν αρκετά δύσκολο. Αλλά δεν έπαψα να πιστεύω στον εαυτό μου. Αλλιώς ήξερα πως δεν θα έχω τύχη. Είχα αποφασίσει ότι θα επιτύχω. Πως δεν θα τα παρατήσω, έως ότου τα καταφέρω. Στους έξι μήνες στην Beira-Μar δεν έπαιξα παρά δυο ματς στο κύπελλο, αλλά έμαθα πάρα πολλά. Δούλεψα πολύ και βελτιώθηκα. Στην Olhanense έμαθα να δουλεύω με άλλον, διαφορετικό τρόπο. Πρόσθεσα κάποια νέα πράγματα στη λίστα. Στη Leiria δεν είχα λεπτό συμμετοχής έως το Γενάρη. Για την ακρίβεια ήμουν η τρίτη επιλογή και ως επί το πλείστον, στις εξέδρες. Έκανα όμως, πολλές προπονήσεις και περίμενα για την ευκαιρία μου. Όταν λοιπόν, τραυματίστηκε ο πρώτος goalkeeper, εναντίον της Nacional, μπήκα στο ρόστερ". Μετά συνέχισε, γιατί τα οικονομικά προβλήματα της ομάδας είχαν οδηγήσει στην έξοδο παίκτες "τόσους που υπήρξαν ματς στα οποία είχαμε οκτώ επαγγελματίες. Ήταν περίεργα και δύσκολα τα πράγματα. Αλλά προσπαθήσαμε".

Για τρία χρόνια, δεν με ενόχλησε κανείς από τη Benfica

Αποφάσισε να πάει στο Rio Ave, όπου προπονητής ήταν ο Nuno Espírito Santo, μετέπειτα τεχνικός της Valencia. Είχε πάντα να πει τα καλύτερα για τον Oblak ("τον εκτιμώ απεριόριστα, για την τεχνική κατάρτιση που διαθέτει, αλλά και για το χαρακτήρα του. Αντιμετωπίζει πολύ ψύχραιμα τις προκλήσεις. Δεν αγχώνεται, δεν στρεσάρεται, όποια ομάδα, όποιον παίκτη και αν έχει απέναντι του") και τον χρησιμοποίησε σε 28 ματς, για να αλλάξει στην ουσία, την καριέρα του. "Μετά τη σεζόν στη Leiria, μίλησα με τον μάνατζερ μου και του είπα πως θα έπρεπε να είμαστε προσεχτικοί με την επόμενη απόφαση. Στη Benfica δεν υπήρχε χώρος για εμένα, οπότε αναζητούσαμε άλλες επιλογές. Ο κόουτς Espirito Santo πάντα πίστευε σε εμένα. Μου μίλησε και με έπεισε να τον ακολουθήσω. Για τρία χρόνια, δεν είχα καμία επαφή με την Benfica. Δεν με ενόχλησε κανείς από το σύλλογο. Τους εύχομαι καλή τύχη, αλλά δυστυχώς δεν "λειτούργησε" η μεταξύ μας ιστορία. Δεν θα έλεγα πως νιώθω παραμελημένος, αλλά σίγουρα δεν ήταν ωραίο να μην έχω την παραμικρή επαφή με οποιονδήποτε άνθρωπο του συλλόγου. Αλλά κατά τα φαινόμενα, στο ποδόσφαιρο και στη ζωή υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να αντιμετωπίσεις και να ξεπεράσεις".

Το καλοκαίρι του 2013 που λες, ενημέρωσε ότι δεν θα γυρίσει στη Benfica γιατί όπως είχε πει, δεν είχε πια συμβόλαιο σε ισχύ. Απέκτησε προς το τέλος του Ιουλίου, όταν υπέγραψε επέκταση έως το 2018. Στην ανακοίνωση, ανέφερε ότι είχε γίνει παρεξήγηση. "Ο εκπρόσωπος μου Miha Mlakar μίλησε με τη διοίκηση και ζήτησε να μάθει το πλάνο που είχαν για εμένα. Οι συζητήσεις κράτησαν λίγο καιρό, αλλά βρήκαμε την άκρη", είχε σχολιάσει. Ο Artur, starter της θέσης είχε κάνει ουκ ολίγα λάθη, με τον Jorge Jesus να αποφασίζει κάποια στιγμή πως θα ήταν χρήσιμο να δώσει μια ευκαιρία στον Oblak, μήπως και "σωθεί" η κατάσταση. Ακολούθησε σειρά αγώνων στους οποίους δεν δέχθηκε τέρμα, με πλέον χαρακτηριστικό το 2-0 επί της Porto και το 0-0 με τη Juventus, στα ημιτελικά του UEFA Europa League. Έπαιξε και στον τελικό, με τη Sevilla που τελικά σήκωσε το τρόπαιο, στα πέναλτι (4-2).

Η σεζόν 2013-14 ήταν μια από τις πιο επιτυχημένες, στην ιστορία της πορτογαλικής ομάδας, καθώς πήρε το 33ο πρωτάθλημα, το πέμπτο Taça da Liga (χωρίς να δεχθεί έστω ένα γκολ) και το 25ο Taça de Portugal. Στις 6 Ιουλίου του 2014, του απονεμήθηκε το βραβείο για τον καλύτερο τερματοφύλακα της χρονιάς. Επιπροσθέτως, δεν έχασε εντός έδρας αγώνα. Είχε δεχθεί μόλις 3 γκολ σε 13 ματς. Στη χώρα του τον αποκαλούσαν ήδη Andreas Köpke -εκ του Γερμανού διεθνή τερματοφύλακα.

Στις 16 Ιουλίου ανακοινώθηκε πως η πρωταθλήτρια Ισπανίας, Atlético Madrid είχε ζητήσει τον Oblak από τη Benfica και οι διαπραγματεύσεις αποτελούσαν γεγονός. Αποκαλύφθηκε και ότι το ποσό που έδιναν οι "Ροχιμπλάνκος" έφτανε τα 45 εκατ. ευρώ (για έξι χρόνια), ποσό που τον έκανε τον 8ο πιο ακριβοπληρωμένο τερματοφύλακα στην ιστορία του σπορ και τον πιο ακριβό στη La Liga. Στην παρουσίαση του, στις 22/7 είπε "από παιδί ονειρευόμουν να παίξω στην Ισπανία. Ήταν μια πρόκληση που ήθελα να ζήσω. Δεν ήλθα να αντικαταστήσω κάποιον (κάλυψε το κενό του Thibaut Courtois που επέστρεψε στη Chelsea, μετά το τέλος του δανεισμού του). Ήλθα ως νέος παίκτης και θα κάνω ό,τι περνά από το χέρι μου να υπερασπιστώ τη φανέλα και να επιτύχουμε όλοι μαζί διακρίσεις. Θα κάνω τα πάντα, για να βοηθήσω την ομάδα". Για την ιστορία, η Atlético είχε σκεφτεί το ενδεχόμενο να τον αφήσει ένα χρόνο στη Benfica. Δεν το έκανε.

Ο Σλοβένος τερματοφύλακας κουβαλάει την (βαριά) ταμπέλα του πιο ακριβού γκολκίπερ στην ιστορία της Primera Division Ντιβισιόν. Χρήματα που, βεβαίως, δεν απόσβεσε με το πέναλτι που απέκρουσε στον Thomas Müller , ούτε καν για το γεγονός ότι, από τις 33 προσπάθειες της Βayern προς την εστία, "επέτρεψε" μόλις σε δύο να καταλήξουν στο βάθος της εστίας του. Να σου πω όμως, ποια ήταν ευθύς εξαρχής η άποψη του, για το μισθό του. Πώς το διαχειρίστηκε, για να μη λυγίσει από το βάρος. "Πάντα έλεγα ότι οι αριθμοί δεν είναι σημαντικοί. Αυτό που μετρά είναι τι δείχνεις στις προπονήσεις και στους αγώνες. Πρέπει να δείχνεις κάθε μέρα πως αξίζεις τα λεφτά σου. Από την αρχή πίστευα πως θα τα καταφέρω".

Το Oblak σημαίνει "σύννεφο" στα σλοβένικα και ταιριάζει γάντι στον κορυφαίο τερματοφύλακα της φετινής σεζόν. Μοιάζει σαν να ορθώνει «σύννεφο» στους αντίπαλους επιθετικούς και, με πολύ καλά καλυμμένα τα νώτα του από την κορυφαία άμυνα του κόσμου σε συλλογικό επίπεδο, συμβάλλει τα μέγιστα στην ονειρική πορεία της ομάδας του Diego Simeone. Δεν ήταν όλα, όμως, χαρές και πανηγύρια για τον Oblak στην Μαδρίτη. Και σε αυτό, άθελά του, έπαιξε ρόλο και ο Ολυμπιακός. Για να αποκλειστεί από την Bayern, μετά το γκολ του Antoine Griezmann, η Atlético έπρεπε να δεχθεί τρία γκολ.

Και την τελευταία φορά που δέχθηκε τρία γκολ, στις 16 Σεπτεμβρίου του 2014, ήταν στο "Καραϊσκάκη", από τον πρωταθλητή Ελλάδας (3-2) και με τον Oblak κάτω από τα δοκάρια, να δέχεται τέσσερα σουτ σε όλο το ματς και να μαζεύει την μπάλα από τα δίχτυα του σε τρεις περιπτώσεις. Τα ΜΜΕ... έπεσαν να τον φάνε, ο «Τσόλο» τον ξέχασε στην άκρη του πάγκου για μεγάλο διάστημα, αλλά ο Oblak δεν γκρίνιαξε ποτέ. Έσκυψε το κεφάλι, δούλεψε σκληρά. Το πρώτο "καθαρό" φύλλο αγώνα, ήταν αυτό του πρώτου παιχνιδιού που μετείχε ποτέ σε Copa del Rey: το εκτός έδρας 3-0 επί της L'Hospitalet, για την πρώτη φάση των "32", στις 3/12.

Όταν ο βασικός Miguel Ángel Moyà τραυματίστηκε, στην ρεβάνς της φάσης των "16" του περυσινού Champions League με την Bayer Leverkusen, κάθισε κάτω από την εστία, έπαιξε ρόλο στο εντός έδρας 1-0. Στο δεύτερο παιχνίδι που κρίθηκε στα πέναλτι, έπιασε το πρώτο σουτ των Γερμανών, αυτό του Hakan Çalhanoğlu και θα έλεγες πως έκρινε αποτέλεσμα. Ακολούθησε το ντεμπούτο στη λίγκα (2-0 επί της Getafe) και... δεν ξαναβγήκε έκτοτε. Έγινε και βασικός τερματοφύλακας στην εθνική, στο τέλος του 2015. "Ο προπονητής επιλέγει ποιος θα παίξει. Εγώ περιμένω για την απόφαση" ήταν το μόνο σχόλιο που είχε κάνει. Ο Simeone είχε θυμίσει ότι "δεν πρέπει να σταματάς ποτέ τη δουλειά, γιατί δεν ξέρεις σε ποιο ματς μπορεί να παίξεις. Ενδέχεται να είναι το πιο σημαντικό". Μετά πρόσθεσε και πως "είναι πολύ αφοσιωμένος στη δουλειά του. Με αυτήν την αφοσίωση κέρδισε τη θέση του. Όταν ήλθε δεν έπαιζε, μετά τραυματίστηκε, ο Moyà έκανε εξαιρετική δουλειά στο μεσοδιάστημα και περιμέναμε να βρούμε την ευκαιρία του. Έχει τεράστιο μέλλον".

Σε αυτή την ψύχραιμη, άκρως επαγγελματική αντιμετώπιση, αναμφίβολα, τον βοήθησαν τα λόγια του άλλοτε συμπαίκτη του στην Benfica, Roberto, ο οποίος ήταν στο αντίπαλο τέρμα, στην εφιαλτική βραδιά που βίωσε ο Oblak στον Πειραιά. "Δεν μπόρεσε να δείξει την ποιότητά του, αλλά δεν φέρει ευθύνη στα γκολ και είναι ένας μεγάλος τερματοφύλακας" είχε πει ο "κίπερ" των "ερυθρόλευκων". Ο Σλοβένος, που έμαθε τότε ότι "κάθε κριτική μπορεί να σε βοηθήσει. Κάθε κριτική μπορεί να σε διδάξει κάτι νέο" σύμφωνα με (ανεπιβεβαίωτες) πληροφορίες της εποχής, είχε προταθεί από την Atlético στην Benfica, για να τον πάρει πίσω και, μαζί με 45 εκατομμύρια ευρώ, αυτή θα της έδινε τον Nicolás Gaitán. Όπως εξήγησε τότε ο πρόεδρος των "Αετών", Luís Filipe Ferreira Vieira, ένας μάνατζερ που λειτουργούσε για λογαριασμό των "Ροχιμπλάνκος" η πρόταση έγινε, αλλά απορρίφθηκε από τους Πορτογάλους.

Ο Oblak έμεινε, καθιερώθηκε, έγινε σύνθημα στα χείλη των φιλάθλων («Obli, Oblak, cada dia te quiero mas», που σημαίνει "Obli, Oblak κάθε μέρα σε αγαπώ και πιο πολύ"). Φέτος ξεπέρασε τα τριάντα παιχνίδια όπου δεν δέχθηκε γκολ (31 για την ακρίβεια, σε σύνολο 48!), στις 9 Φεβρουαρίου υπέγραψε επέκταση έως το 2021 και εξήγησε "είμαι πολύ χαρούμενος, γιατί η ομάδα, οι προπονητές και όλοι οι άλλοι άνθρωποι της ομάδας με έκαναν να αισθανθώ σαν να είμαι σπίτι μου. Για αυτούς θέλω να μείνω εδώ για πάντα. Τους ευχαριστώ που με πίστεψαν. Είμαι ευγνώμων". Παρεμπιπτόντως, η Manchester United είχε αφήσει να διαρρεύσει ότι τον θέλει, για αντικαταστάτη του David de Gea -ο οποίος θα πουληθεί στη Real Madrid. Έμεινε, τελικά, στη διάθεση.

Το βράδυ της Τρίτης (03/05), πρωταγωνίστησε στην φάση που, επί της ουσίας, έκρινε και την τελική έκβαση της ματσάρας στο Μόναχο.Το πέναλτι που απέκρουσε στον Müller κράτησε το σκορ στο 1-0, δεν επέτρεψε στην Bayern να πάει στα αποδυτήρια με σκορ πρόκρισης και, κυρίως, έβαλε ξανά τους παίκτες του στο παιχνίδι, αφού για μερικά λεπτά έδειχναν «χαμένοι», εκτός τόπου και χρόνου, πράγμα σπάνιο για ομάδες του Simeone, λόγω του τρόπου που αγωνίζονται. Σημειωτέον, ο Oblak δεν έχει παρά να σου πει μόνο τα καλύτερα για τον προπονητή του. "Βέβαια, αρκεί να δείτε τι έχει καταφέρει και θα έχετε πάρει τις απαντήσεις σας" προσθέτει.

Στην ανάπαυλα ο «Τσόλο», έχοντας διαπιστώσει ότι στο πρώτο ημίχρονο είχε νικηθεί κατά κράτος από τον Pep Guardiola, έβγαλε τον Augusto Fernández, έριξε στην μάχη τον Yannick Ferreira Carrasco και ο Βέλγος ανταποκρίθηκε άψογα σε ότι του ζητήθηκε, αφού κρατούσε μπάλα, έδινε ανάσες στην άμυνά του και η Atlético, με την σχεδόν τέλεια αποτελεσματικότητά της, κατάφερε να σκοράρει στην ουσιαστικά πρώτη ευκαιρία της σε όλο το ματς. Η Bayern, με μοναδικό «αλλά» την καθυστερημένη ίσως είσοδο του Kingsley Coman αντί ενός αρνητικού Douglas Costa, έπαιξε όπως έπρεπε για να πάρει την πρόκριση, αλλά ο Oblak είχε άλλη άποψη και, στις 28 του μηνός, το Μιλάνο, άλλοτε πόλη του Simeone (ως παίκτη της Ιnter), περιμένει την φιλόδοξη Atlético.

epa05289078 A picture made available on 04 May 2016 shows Atletico Madrid's players (L-R) Fernando Torres, Stefan Savic, Koke and Thomas Teye Partey cheering after the semi-final second leg Champions League soccer match between Bayern Munich and Atletico Madrid at the Allianz Arena in Munich, Germany, 03 May 2016.  EPA/ANGELIKA WARMUTH
epa05289078 A picture made available on 04 May 2016 shows Atletico Madrid's players (L-R) Fernando Torres, Stefan Savic, Koke and Thomas Teye Partey cheering after the semi-final second leg Champions League soccer match between Bayern Munich and Atletico Madrid at the Allianz Arena in Munich, Germany, 03 May 2016. EPA/ANGELIKA WARMUTH EPA

Μπορεί να κατακτήσει αυτό που το 1974 της στέρησε η Βayern Munich και προ διετίας ο Sergio Ramos, στην τελευταία φάση της κανονικής διάρκειας; Αναμφίβολα ναι. Είναι πιο ώριμη, πιο προετοιμασμένη και, αν δεν υπάρξει πρόβλημα της τελευταίας στιγμής, θα έχει όλους τους «πολεμιστές» στην διάθεσή της (προ διετίας, ο Arda Turan ήταν εκτός και ο Diego Costa βγήκε στα πρώτα λεπτά λόγω υποτροπής). Συν τοις άλλοις, έχει την ιστορία στο πλευρό της, αφού οι τέσσερις τελευταίες ομάδες που απέκλεισαν τον Guardiola στα ημιτελικά (η Inter το 2010, η Chelsea το 2012, η Ρεάλ το 2014 και η Barcelona το 2015), κατέκτησαν εν τέλει και την κούπα. Το αξίζει; Έχοντας αποκλείσει την περυσινή πρωταθλήτρια Ευρώπης (Barcelona) και το θεωρητικά μεγάλο φαβορί της φετινής σεζόν (Bayern), ποιος μπορεί να πει το αντίθετο;

Υ.Γ. Ο Pep Guardiola θα φύγει από την Bayern Munich χωρίς το Champions League. Το "εύκολο" συμπέρασμα είναι πως αποχωρεί αποτυχημένος. Πέραν των εγχώριων τίτλων που έχει κατακτήσει (και θα προσθέσει τουλάχιστον έναν ακόμα), κοιτάξτε λίγο και πως εξέλιξε, βελτίωσε, άλλαξε το ποδόσφαιρο της ομάδας και, ταυτόχρονα, πόσο συνέβαλε στην ατομική βελτίωση πολλών ποδοσφαιριστών του. Το Champions League είναι πολύ σημαντικό, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι πανάκεια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ