OPINIONS

Ο Μπενίτες, ένα στοίχημα του Μίτσελ

Ο Μπενίτες, ένα στοίχημα του Μίτσελ

Ο Αντώνης Καρπετόπουλος αναλύει την περίπτωση του Μπενίτες, στέκεται κυρίως στα κριτήρια του Μίτσελ και θυμάται τι συνέβη με άλλους Λατινοαμερικάνους που έπαιξαν στον Ολυμπιακό.

Είναι μάλλον δύσκολο να σχηματίσει κανείς εντύπωση για τον Χόρχε Ντανιέλ Μπενίτες, παρακολουθώντας τα βιντεάκια του στο Youtube. Οι αποσπασματικές φάσεις δεν μπορεί να είναι κριτήριο: αν κάνει κάποιος ένα βίντεο με όσα έκανε ο Διαμαντάκος στις ΗΠΑ θα νόμιζε ο κόσμος ότι είναι ο πιο φορμαρισμένος ποδοσφαιριστής του εφετινού καλοκαιριού στον πλανήτη.

Πιο χρήσιμες ήταν οι πρόσφατες δηλώσεις του Μίτσελ που ξεκαθάρισε ότι η επιλογή βασίστηκε σε δυο κριτήρια: α) στο ότι ο μικρός θέλει να ρθει στον Ολυμπιακό, ενώ άλλοι παίκτες με μεγαλύτερο κασέ και όνομα θα το έκαναν με βαριά καρδιά, β) στο ότι, σύμφωνα με τον Ισπανό κόουτς, δεν θα χαλάσει τα αποδυτήρια, αφού δεν είναι μια δύσκολα διαχειρίσημη βεντέτα. Και τα δυο είναι σημαντικά κριτήρια, αλλά δεν είναι αγωνιστικά.

Ο Μίτσελ έχει τεράστια εμπιστοσύνη στις ικανότητές του και στα κριτήρια του, αλλά δεν γνωρίζει κάποιες λεπτομέρειες για τι σχέση του Ολυμπιακού με τους Λατινοαμερικάνους: με τον Παραγουανό παίρνει ένα μεγάλο ρίσκο. Μερικοί από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού στην τελευταία δεκαετία ήταν Λατινοαμερικάνοι: από τον Ζιοβάνι και τον Ριβάλντο μέχρι τον Γκαλέτι, τον Ιμπαγάσα και τον Κάμπελ οι λατινοαμερικάνοι στο Καραϊσκάκη λατρεύτηκαν και δικαιολογημένα.

Πέρυσι, η εξέδρα συμπαραστάθηκε και στον Σαβιόλα και στον Πέρες και στον Βαλντέζ παρά τις δυσκολίες τους. Οι λατινοαμερικάνοι αρέσουν, ακόμα κι αν η συνολική προσφορά τους είναι δυο – τρεις καλές ενέργειες: θυμηθείτε τον Πίντο, που αρκούσε να κάνει μια δυο σέντρες για να ξεσηκώνεται ο κόσμος.

Ωστόσο προσοχή σε μια λεπτομέρεια: οι καλύτεροι Λατινοαμερικάνοι του Ολυμπιακού ήταν αυτοί που ήρθαν από την Ευρώπη. Όλοι εκείνοι που ο κόσμος αγάπησε ήταν παίκτες που είχαν ψηθεί σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, δεν χρειάστηκαν χρόνο προσαρμογής στις διαφορές του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, ήξεραν που βρέθηκαν. Για όσους έρχονται στην Ελλάδα κατευθείαν από τη Λατινική Αμερική αυτά δεν είναι δεδομένα για αυτό και οι τελευταίοι που ο Ολυμπιακός απέκτησε λίγα πρόσφεραν.

Θυμάμαι μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Ο Νούνιες και ο Αρτσούμπι ήρθαν από το πρωτάθλημα της Αργεντινής έχοντας καλούτσικο όνομα, αλλά λίγες δυνατότητες. Ο πρώτος είχε «τζιοβανίτιδα» αγιάτρευτη: προσπαθούσε να κάνει διαρκώς το δύσκολο, κάθε ένα από τα λίγα γκολ που πέτυχε ήταν όμορφο, αφού η κλάση δεν του έλλειπε, αλλά δεν είχε θέση και δυσκολεύονταν να διώξει τα πολλά περιττά κιλά του.

Ο Αρτσούμπι είχε αποκτηθεί για παίξει αριστερό μπακ, έμοιαζε πιο πολύ με χαφ, δεν προσαρμόστηκε ποτέ του: οι συμπαίκτες του τον θυμούνται να κρυώνει και να κυκλοφορεί με χοντρά μπουφάν, ενώ είχε στην Αθήνα 20 βαθμούς. Στην παρτίδα εκείνη είχε έρθει κι ο Λεντέσμα, που κι αυτός στην Αργεντινή αγωνίζονταν, έχοντας μια μικρή προηγούμενη άδοξη ευρωπαϊκή εμπειρία στη Γερμανία.

Ο «λύκος», όπως τον αποκαλούσαν, έκανε ένα καλό ξεκίνημα ξεχωρίζοντας για τα τρεξίματα του και τα δυνατά του τάκλιν στη μεσαία γραμμή, και χάθηκε πάνω στο καλύτερο! Κάποιοι μικροτραυματισμοί τον έβγαλαν εκτός φόρμας και παραδόξως δεν συνήλθε ποτέ. Λέγεται ότι τον πίεζε και η σύντροφός του να φύγουν για την Αργεντινή: συμβαίνει.

Ακόμα χειρότερη ήταν η παρουσία και η εξέλιξη τριών φορ, του Ντιόγο, του Αλβες και του Μπόρχα. Ο Ντιόγο κόστισε πάνω από 10 εκ. ευρώ κι έκανε ένα εντυπωσιακό τετράμηνο. Το τι συνέβη μετά είναι μυστήριο: κανείς από όσους έχουν δουλέψει μαζί του δεν έχει εξήγηση και δεν μπορεί η απόδοσή του να έπεσε τόσο κατακόρυφα γιατί νυχτοπερπατούσε. Ο Στολτίδης είχε πει κάποτε ότι τον απήγαγαν εξωγήινοι κι έφεραν στη θέση του το δίδυμο αδερφό του!

Ο Αλβες ήταν μαχητικός, αλλά κομμάτι άτεχνος στο γήπεδο: αντίθετα στο Fuego της Νέας Σμύρνης, ως λάτιν χορευτής, ήταν εντυπωσιακός. Όταν κατάλαβε πως δύσκολα θα ξεπεράσει τον Αλεξανδρή, τον Χούτο ή έστω τον Οφορίκουε για να βρει θέση στην ενδεκάδα, αποφάσισε να περνάει τα βράδια του καλά και δεν δημιούργησε προβλήματα – χωρίς πάντως ποτέ του να λύσει κανένα. Ο Μπόρχα ήταν μια ανάλογη περίπτωση. Τον πρότεινε στο Σόλιντ ο Βέλγος λογιστής του (!) και για άγνωστους λόγους ο Νορβηγός ενθουσιάστηκε. Επαιζε στην Εθνική του Εκουαδόρ, αν όχι και βασικός, τον αποκαλούσαν «κόμπρα», αλλά η προσφορά του υπήρξε ελάχιστη. Κάποια από τα χρήματα που στοίχισε επέτρεψαν πάντως γιατί έκανε μια μεταγραφή στη Γερμανία.

Δεν έχουν δυσκολίες μόνο οι κυνηγοί. Ο Μπερμούδες ήρθε από την Αργεντινή με περγαμηνές που είχαν λίγοι. Τον φώναζαν «αφεντικό», είχε προσωπικότητα, αλλά ήταν αργός και βαρύς: φεύγοντας τον θυμόμαστε μόνο για τον ιστορικό καυγά του με τον Δημήτρη Ελευθερόπουλο μετά από ένα ματς με την Λα Κορούνια. Δυσκολίες είχε και ο επίσης στόπερ Εντου Ντρασένα. Τεχνίτης, αλλά λίγο μαλθακός, έπεσε σε μια σεζόν που ο Ολυμπιακός άλλαξε τέσσερις προπονητές και έφυγε χωρίς να δείξει ό,τι μπορούσε: στην Τουρκία τα πήγε καλύτερα.

Καλύτερα απ' όλους αυτούς πήγε ο Μπελούτσι. Αργησε πολύ να προσαρμοστεί, είχε απογοητευτεί από τις πρώτες του εμφανίσεις και ο Σωκράτης Κόκκαλης που είχε πει στο Γιώργο Λούβαρη το ιστορικό «καλύτερα να παίρναμε τη Μόνικα», αλλά όταν ο Βαλβέρδε έστησε τη μεσαία γραμμή πάνω του (με Στολτίδη – Ντουντού στις πλάτες του και το Γκαλέτι δεξιά του και τον Λέτο αριστερό του) έδειξε την αξία του κι έκανε μια καλούτσικη καριέρα στην Ευρώπη καταλήγοντας στην Τουρκία – αν θυμάμαι καλά. Η περίπτωσή του δείχνει ότι αν ένας προπονητής αληθινά πιστεύει ένα ποδοσφαιριστή και ασχοληθεί μαζί του κάτι καλό από αυτόν θα πάρει: με τον Νούνιες, τον Αρτσούμπι, τον Αλβες οι προπονητές ελάχιστα ασχολήθηκαν.

Ο Μίτσελ ανέλαβε το στοίχημα Μπενίτες προσωπικά. Αν κάτι με προβληματίζει είναι ότι από σωματοδομή ο τύπος μοιάζει φωτοτυπία του Διαμαντάκου: δεν είναι το βαρύ φορ που θα παίξει με την πλάτη – συνήθως παίκτες με τα χαρακτηριστικά του είναι χρησιμότεροι σε ομάδες που παίζουν 4-4-2. Από την άλλη ο Μίτσελ δεν ήθελε κάποιο βαρύ φορ σαν τον Βαλντέζ γιατί η παρουσία του, όπως έλεγε στους συνεργάτες του, έκανε το επιθετικό παιγνίδι του Ολυμπιακού προβλέψιμο και μονότονο, καθώς η μπάλα σηκώνονταν πιο πολύ από όσο ο κόουτς θέλει.

Προφανώς εκτιμά ότι η κινητικότητα των ταλαντούχων νεαρών κυνηγών του θα κάνει την ομάδα γρηγορότερη και λιγότερο προβλέψιμη: σύντομα θα ξέρουμε αν έχει δίκιο. Πάντως για τον Μπενίτες – θα με θυμηθείτε – θα ισχύσει κάτι απλό: πολλά θα κριθούν από το πώς θα ξεκινήσει. Αν έχει επαφή με τα δίχτυα, κάνει κάποιες καλές ενέργειες και δείξει διάθεση θα χει όσο χρόνο θέλει να προσαρμοστεί. Αλλιώς θα γίνει βασικός ο Διαμαντάκος…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ