OPINIONS

Δεν είναι μπάσκετ

Δεν είναι μπάσκετ
INTIME SPORTS

Ο Αντώνης Καρπετόπουλος παίρνει θέση στις επιθέσεις απέναντι στον Γιάννη Αναστασίου για τον αποκλεισμό από την Ξάνθη και θυμάται μία διδακτική ιστορία από το Euro 2004.

Τη δεκαετία του 80 ο Φίλιππος Συρίγος έμαθε σε μια χώρα ολόκληρη ένα σπορ – το μπάσκετ. Δεν μιλάω μόνο για τους κανονισμούς, αλλά κυρίως για τη λογική, την τακτική, την στρατηγική του σπορ: πριν ξεκινήσουν τα τηλεοπτικά φροντιστήρια του αξέχαστου αυτού επαγγελματία, ο κόσμος ήξερε τα απολύτως βασικά. Δίπλα στο Συρίγο συστρατεύτηκαν εξαιρετικοί σπορτκάστερ και δημοσιογράφοι που αποκωδικοποίησαν κάθε μυστικό, δημιουργώντας όρους, χρησιμοποιώντας σωστά εκφράσεις - κυρίως αμερικάνικες, εξηγώντας συχνά πράγματα όχι απλά.

Τον ίδιο καιρό, στις όχι τόσο μακρινές δεκαετίες του 80 και του 90 το ποδόσφαιρο ζούσε εποχές ύπνου συνταρακτικού. Οι αναφορές ακόμα και στα απλούστερα των πραγμάτων (στο σχήμα μιας ομάδας πχ) ήταν σχεδόν απαγορευμένες, κάθε συζήτηση (από τότε…) περιστρέφονταν γύρω από τα παραγοντικά και τη διαιτησία, το να κάνεις μια τεχνική επισήμανση σε καθιστούσε σχεδόν γραφικό, ακόμα κι αν ήσουν προπονητής! Κι αν κάτι το έβλεπες, δεν έπρεπε να το λες. Θυμάμαι ακόμα ότι το 1993 είχα γράψει ότι η Μίλαν του Καπέλο πρεσσάρει λιγότερο και περιμένει πιο πολύ τον αντίπαλο από τη Μίλαν του Σάκι, παρότι παίζει με τους ίδιους περίπου παίκτες κι ένας καλός συνάδερφος μου έκανε μια φιλική παρατήρηση να μην λέω τέτοια, γιατί δεν είμαι στα αποδυτήρια της ομάδας όταν γίνεται θεωρεία.

Η καθυστέρηση της εξήγησης του ποδοσφαίρου σε σχέση με το μπάσκετ είχε δυο άσχημες συνέπειες. Η πρώτη ότι δημιουργήθηκε μια γενιά που μπερδεύει τα δυο σπορ – κυρίως βλέπει το ποδόσφαιρο σαν να είναι μπάσκετ. Η δεύτερη ότι, όταν πολύ αργότερα νεότεροι σε ηλικία δημοσιογράφοι προσπάθησαν να αναλύσουν τα ποδοσφαιρικά ματς, παρασύρθηκαν και το έκαναν συχνά με μπασκετικούς όρους και τρόπους, μεγαλώνοντας τη σύγχυση. Το αποτέλεσμα είναι μπροστά σε κάποιο στραβό αποτέλεσμα να βρίσκουν τον μπελά τους από την εξέδρα (και τον Τύπο) προπονητές όπως πχ ο Γιάννης Αναστασίου.

Μικρή δυνατότητα παρέμβασης

Ένα από τα πράγματα, που ο κόσμος που μπερδεύει τα δυο αυτά ωραία σπορ, δεν καταλαβαίνει είναι η δυνατότητα παρέμβασης του προπονητή στο ματς. Ο προπονητής του μπάσκετ έχει ασύγκριτα μεγαλύτερη δυνατότητα παρέμβασης, όχι μόνο γιατί μπορεί να πάρει τάιμ άουτ ή να κάνει ασταμάτητα αλλαγές, αλλά γιατί πρώτα απ όλα δουλεύει με πολύ λιγότερους παίκτες κι έχει μέσα στο γήπεδο μόνο πέντε για να τους μοιράσει ρόλους. Πέρα από προφανείς διαφορές (το μπάσκετ είναι άθλημα έντασης, ενώ στο ποδόσφαιρο μετρά πιο πολύ η διαχείριση των δυνάμεων), στο επίπεδο της στρατηγικής υπάρχει μια διαφορά τεράστια: στο μπάσκετ είναι σχεδόν αδύνατο να γίνει αυτοδιαχείριση ενός ολόκληρου αγώνα από τους παίκτες, ενώ στο ποδόσφαιρο αυτού του είδους η αυτοδιαχείριση είναι σχεδόν κανόνας.

Στο μπάσκετ μπορεί να υπάρξουν κάποιες πρωτοβουλίες (συνήθως επιθετικές), κόντρα στις οδηγίες του κόουτς - στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει κανένας προπονητής που να γνωρίζει ποια θα είναι η επιλογή των παικτών του στην επόμενη επίθεση. Στο ποδόσφαιρο ένας καλός προπονητής μπορεί να έχει διδάξει τρόπους άμυνας (τι κάνουμε στις στημένες φάσεις, πως σταματάμε τις αντεπιθέσεις, πως ρίχνουμε το βάρος στα άκρα κτλ) και μπορεί και να υποδείξει και να επιβάλει κάποια πράγματα στην επίθεση: αλλά κανείς ποτέ δεν έχει τη βεβαιότητα μιας έξτρα πάσας πχ, ακόμα κι αν η φάση έχει προβαριστεί πενήντα φορές στην προπόνηση. Ακόμα και οι πιο σχηματοποιημένες ομάδες στην ιστορία του ποδοσφαίρου είχαν πάντα πολλά απρόβλεπτα σε ένα ενενηντάλεπτο, ενώ, όχι τυχαία, στις πιο αποτελεσματικές από αυτές υπήρχε ένας παίκτης που έκανε του κεφαλιού του, ακριβώς γιατί μπορούσε να κάνει τη διαφορά.

Στη Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα πχ ο Μέσι μπορούσε πάντα να κάνει τρεις ντρίπλες παραπάνω, που από κανένα σχήμα δεν προβλέπονταν, ενώ κι ο Ντάνι Αλβες είχε την άδεια να μην επιστρέψει κάποιες φορές γιατί η παρουσία του στην επίθεση ήταν επιβεβλημένη. Προσοχή όμως: το αν ο Μέσι θα ντρίπλαρε και το αν ο Ντάνι Αλβες θα έμενε ψηλά, το αποφάσιζε πάντα αυτός.

Έκαναν αυτοδιαχείριση

Τη Πέμπτη ο ΠΑΟ έχασε από την Ξάνθη γιατί εμφανώς οι παίκτες του Αναστασίου αυτοδιαχειρίστηκαν και κακοδιαχειρίστηκαν τον αγώνα. Αποφάσισαν ότι περνάνε κρατώντας απλά το μηδέν, έπαιξαν πολύ σκληρά στην αρχή προσπαθώντας να ψαρώσουν τους πιο προικισμένους τεχνίτες του αντιπάλου, έμειναν αρκετά πίσω. Ο Αναστασίου φώναζε ότι αυτό δεν του αρέσει, άλλαξε τον Καρέλη με τον Αντζαγκούν για να βρει ένα χαφ παραπάνω και να πείσει την ομάδα ότι μπορεί και να κρατήσει και να κυκλοφορήσει τη μπάλα (να κάνει δηλαδή αυτό που ο ίδιος ήθελε…), αλλά οι παίκτες του εξακολουθούσαν να κάνουν τα δικά τους κι όταν ο Μέντεζ αποβλήθηκε κλείστηκαν έχοντας ακόμα λιγότερες ενοχές.

Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνουν, δεν είναι η πρώτη φορά που το πλήρωσαν, αλλά συμβαίνει γιατί έχουμε να κάνουμε με ποδόσφαιρο και στο ποδόσφαιρο οι προπονητές έχουν μικρή παρέμβαση: μέχρι το 1970 δεν είχαν δυνατότητα να κάνουν αλλαγές, μέχρι το 1980 κάποιοι έφευγαν κι από τους πάγκους – ο Μπράιαν Κλάφ πχ, ενώ ακόμα και το δικαίωμα να κάνουν τρεις αλλαγές (που κάπως μεγάλωσε την συμβολή τους) τελευταία την απέκτησαν. Πολλοί λένε ότι ένας προπονητής τον οποίο η ομάδα δεν ακούει δεν είναι καλός προπονητής: η αλήθεια είναι ότι καμία ομάδα δεν ακούει τον προπονητή της, όσο αυτός θα ήθελε.

Ο προπονητής πρέπει να φτιάχνει αθλητές, να διδάσκει ένα τρόπο παιγνιδιού, να παρουσιάζει μια ομάδα με ξεκάθαρη αγωνιστική ταυτότητα συμβατή με τα χαρακτηριστικά των ποδοσφαιριστών που έχει στα χέρια του, να εξηγεί που πονάει ο αντίπαλος και πως μπορεί να τον κερδίσουν, να έχει δείξει στην ομάδα πως πρέπει ν αντιδράσει σε ειδικές συνθήκες παιγνιδιού (αν πχ μείνει με 10 ή αν βρεθεί με παίκτη παραπάνω ή αν προηγηθεί ή αν βρεθεί πίσω στο σκορ κτλ). Αν τα κάνει όλα αυτά ο κόουτς μέσα στην εβδομάδα, την Κυριακή άνετα μπορεί να πάει για ψάρεμα: η πιθανότητα να κριθεί το ματς από μια δική του κίνηση είναι πολύ μικρή και ακόμα και η πιο σοφή επιλογή του δεν αρκεί , αν δεν βρεθούν δυο – τρεις παίκτες σε καλή μέρα.

Μια διδακτική ιστορία

Υπάρχουν προπονητές που έχουν χάσει ματς γιατί ακολούθησαν μια λάθος στρατηγική: έπαιξαν πολύ αμυντικά ή πολύ επιθετικά ή κάτι δεν άλλαξαν ή κάτι ρίσκαραν και δεν τους βγήκε – κι αυτό συμβαίνει, αλλά δεν συνέβη στο ματς του ΠΑΟ με την Ξάνθη, γιατί ο Αναστασίου φώναζε πως δεν ήταν ευχαριστημένος. Γιατί δεν ακολούθησαν οι παίκτες τις οδηγίες του; Γιατί αγχώθηκαν, δεν μέτρησαν σωστά τον αντίπαλο και τη δυσκολία του ματς, μπήκαν λάθος. Κι αντίθετα με το μπάσκετ στο ποδόσφαιρο αυτά τα λάθη δεν διορθώνονται.

Για να καταλάβετε τι σημαίνει αυτοδιαχείριση θα σας πω μια ιστορία. Στο Euro του 2004 στο ματς της Εθνικής μας με τη Γαλλία, ο Ρεχάγκελ είχε δώσει εντολή στον Καψή να κολλήσει πάνω στον Τρεζεγκέ και στο Μπασινά να γίνει βεντούζα του Ζιντάν. Ο Καραγκούνης, ο Μπασινάς, και ο νεαρός Κατσουράνης (σιγά μην έλειπε…) έκριναν ότι κανείς δεν μπορεί να παίξει μόνος τον Ζιζού κι αποφάσισαν να τον μαρκάρουν εναλλάξ. Συνακόλουθα, είπαν στον Καψή να μην βγαίνει προς το κέντρο, όταν ο Τρεζεγκέ φεύγει από την περιοχή, γιατί θα ασχολούνταν με αυτόν ο Κατσουράνης: η ταχύτητα του Καψή χρειάζονταν στο Δέλλα. Στο ημίχρονο ο Οτο βλέποντας όλα αυτά τους έβαλε τις φωνές. Οι παίκτες τον άκουσαν, αλλά και στο β ημίχρονο έκαναν τα ίδια. Στο τέλος ο Οτο πανηγύριζε λέγοντας ότι είναι ο αυτοκράτορας της Ευρώπης. Αν το ματς χάνονταν θα μιλούσε για λάθος νοοτροπία…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ